Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2007

Ν. 1568/1985

Νόμος 1568 της 15/18.10.85. Υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων.- (Α' 177).



ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

'Αρθρο 1.

'Εκταση εφαρμογής.

1. Οι διατάξεις του νόμου αυτού εφαρμόζονται, εφόσον δεν ορίζεται αλλιώς, σε όλες τις επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, όπως ο τελευταίος αυτός καθορίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 (ΦΕΚ65), εκτός από τα εδάφια α' και β'.

2. Οι διατάξεις του νόμου αυτού, εκτός από το Κεφάλαιο Α, δεν εφαρμόζονται στις επιχειρήσεις:

α. εκρηκτικών υλών,

β. μεταλλείων - λατομείων - ορυχείων,

γ. καθαρά αλιευτικές,

δ. μεταφορών, εκτός από τις δραστηριότητες υποστήριξης,

ε. σε εργασίες με ιοντίζουσες ακτινοβολίες.

3. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Εργασίας και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού, ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας, που προβλέπεται στο άρθρο 15 του νόμου αυτού, μπορεί να επεκτείνεται η εφαρμογή του νόμου αυτού, ολικά ή μερικά, και στις επιχειρήσεις της προηγούμενης παραγράφου, καθώς και στο Δημόσιο και στα νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Σχετικώς εξεδόθησαν το Π.Δ. 294/1988 (Α' 138), περί ελαχίστου χρόνου απασχόλησης τεχνικού ασφάλειας και γιατρού εργασίας, επιπέδου γνώσεων και ειδικότητας τεχνικού ασφάλειας για τις επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 1568/1985, και το Π.Δ. 157/1992 (Α' 74) περί επεκτάσεως της εφαρμογής του Π.Δ. 294/1988 στο Δημόσιο και Ν.Π.Δ.Δ.


4. Για την εφαρμογή του νόμου αυτού, ως τόπος εργασίας νοείται κάθε χώρος όπου βρίσκονται ή μεταβαίνουν οι εργαζόμενοι εξαιτίας της εργασίας τους και που είναι κάτω απο τον έλεγχο του εργοδότη.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Με το άρθρο 18 του Ν.2115/93 (ΦΕΚ Α'15) οι διατάξεις του παρόντος πλην των άρθρων 2 και 3, δεν έχουν εφαρμογή στις μεταλλευτικές και λατομικές εργασίες.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Με το άρθρο 1 παρ.6 ΠΔ 17/1996 ορίζεται ότι:
"6. Οι διατάξεις του ν. 1568/85 και των προεδρικών διαταγμάτων που εκδόθηκαν με τις εξουσιοδοτήσεις του εφαρμόζονται στο σύνολό τους και στις επιχειρήσεις:

α) εκρηκτικών υλών

β) μεταλλείων-λατομείων-ορυχείων

γ) καθαρά αλιευτικές

δ) μεταφορών και

ε) σε εργασίες με ιοντίζουσες ακτινοβολίες "






ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

ΟΡΓΑΝΑ ΒΕΛΤΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ

'Αρθρο 2.

Α' Σύσταση επιτροπής υγιεινής και ασφάλειας
της εργασίας (Ε.Υ.Α.Ε.).

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Βλ.σχετικά και το Π.Δ.315/87 (ΦΕΚ Α'149).

1. Οι εργαζόμενοι σε επιχειρήσεις που απασχολούν πάνω από πενήντα(50) άτομα έχουν δικαίωμα να συνιστούν επιτροπή υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας, αποτελούμενη από εκλεγμένους αντιπροσώπους τους στην επιχείρηση. Σε επιχειρήσεις που απασχολούν από είκοσι (20) έως πενήντα(50) άτομα, ορίζεται εκλεγμένος αντιπρόσωπος των εργαζομένων, για την
υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας στην επιχείρηση.

2. Παραρτήματα, υποκαταστήματα, χωριστές εγκαταστάσεις ή αυτοτελείς εκμεταλλεύσεις, εξαρτημένες αηό την κύρια επιχείρηση, θεωρούνται αυτοτελείς επιχειρήσεις για την εφαρμογή του κεφαλαίου αυτού, εφόσον η απόσταση μεταξύ τους ή από την κύρια επιχείρηση δικαιολογεί τη λειτουργία ιδιαίτερης Ε.Υ.Α.Ε. ή τον ορισμό ιδιαίτερου αντιπροσώπου, κατά την απόφαση του επιθεωρητή εργασίας στον οποίο μπορεί να προσφύγει κάθε μέρος σε περίπτωση διαφωνίας. Κατά της απόφασης του επιθεωρητή εργασίας επιτρέπεται προσφυγή ενώπιον του κατά τόπο αρμόδιου ειρηνοδίκη κατά τις διατάξεις της πολιτικής δικονομίας περί εργατικών διαφορών.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Κατά το άρθρο 2 της Υ.Α 88555/30.9.88 που κυρώθηκε με το άρθρο 39 του Ν. 1836/1989 (Α 79):
"Η προβλεπόμενη στην παρ. 2 του άρθρου 2 και στην παρ. 2 του άρθρου 4 του Ν. 1568/1985 προσφυγή, αν αφορά και μονίμους υπαλλήλους ή υπαλλήλους με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου σε οργανικές θέσεις του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ., ή Ο.Τ.Α. ασκείται ενώπιον του κατά τόπο αρμόδιου μονομελούς διοικητικού πρωτοδικείου".


Β'. Αρμοδιότητες επιτροπής και αντιπροσώπου.

1. Η Ε.Υ.Α.Ε. ή ο αντιπρόσωπος είναι όργανο συμβουλευτικό και έχει τις εξής αρμοδιότητες:

α) μελετά τις συνθήκες εργασίας στην επιχείρηση, προτείνει μέτρα για τη βελτίωσή τους και του περιβάλλοντος εργασίας, παρακολουθεί την τήρηση των μέτρων υγιεινής και ασφάλειας και συμβάλλει στην εφαρμογή τους από τους εργαζομένους,

β) σε περιπτώσεις σοβαρών εργατικών ατυχημάτων ή σχετικών συμβάντων προτείνει τα κατάλληλα μέτρα για την αποτροπή επανάληψής τους,

γ) επισημαίνει τον επαγγελματικό κίνδυνο στους χώρους ή θέσεις
εργασίας και προτείνει μέτρα για την αντιμετώπιση του, συμμετέχοντας έτσι στη διαμόρφωση της πολιτικής της επιχείρησης, για την πρόληψη του επαγγελματικού κινδύνου,

δ) ενημερώνεται από τη διοίκηση της επιχείρησης για τα στοιχεία των εργατικών ατυχημάτων και των επαγγελματικών ασθενειών που συμβαίνουν σ' αυτή,

ε) ενημερώνεται για την εισαγωγή στην επιχείρηση νέων παραγωγικών
διαδικασιών, μηχανημάτων, εργαλείων και υλικών ή για τη λειτουργία νέων εγκαταστάσεων σ' αυτή, στο μέτρο που επηρεάζουν τις συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας,

στ) σε περίπτωση άμεσου και σοβαρού κινδύνου καλεί τον εργοδότη να λάβει τα ενδεικνυόμενα μέτρα, χωρίς να αποκλείεται και η διακοπή λειτουργίας μηχανήματος ή εγκατάστασης ή παραγωγικής διαδικασίας,

ζ) μπορεί να ζητεί τη συνδρομή εμπειρογνωμόνων για θέματα υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας, μετά σύμφωνη γνώμη του εργοδότη.

2. Η Ε.Υ.Α.Ε. ή ο αντιπρόσωπος συνεδριάζει με τον εργοδότη ή τον
εκπρόσωπό του μέσα στο πρώτο δεκαήμερο κάθε τριμήνου, σε ημέρα και ώρα που ορίζεται από κοινού, για τη διευθέτηση των θεμάτων που ανακύπτουν μέσα στην επιχείρηση και σχετίζονται με τις αρμοδιότητες της προηγούμενης παραγράφου. Στις κοινές συνεδριάσεις μετέχουν ο τεχνικός ασφάλειας και ο γιατρός εργασίας της επιχείρησης που προβλέπονται στο άρθρο 4. Πριν από την ημέρα της κοινής συνεδρίασης η Ε.Υ.Α.Ε. ή ο αντιπρόσωπος καθορίζει τα θέματα τα οποία θα συζητήσει και τα γνωστοποιεί στον εργοδότη τρεις (3) τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες νωρίτερα. Ο εργοδότης γνωστοποιεί στην Ε.Υ.Α.Ε. ή στον αντιπρόσωπο τα θέματα που επιθυμεί να συζητηθούν στην κοινή συνεδρίαση τρεις (3) τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα πραγματοποίησής της. Οι παραπάνω γνωστοποιήσεις απευθύνονται επίσης μέσα στις ίδιες προθεσμίες και προς τον τεχνικό ασφάλειας και το γιατρό εργασίας της επιχείρησης.
Στις συνεδριάσεις αυτές συντάσσονται πρακτικά εις διπλούν και τηρούνται το ένα αντίτυπο από τον εργοδότη και το άλλο από την επιτροπή ή τον αντιπρόσωπο.

Γ' Αριθμός μελών Ε.Υ.Α.Ε. - υποχρεώσεις Εργοδοτών.

1. Η Ε.Υ.Α.Ε. αποτελείται:

α) από 2 μέλη σε επιχειρήσεις με 51 έως 100 εργαζομένους,

β) από 3 μέλη σε επιχειρήσεις με 101 έως 300 εργαζομένους,

γ) από 4 μέλη σε επιχειρήσεις με 401 έως 600 εργαζομένους,

δ) από 5 μέλη σε επιχειρήσεις με 601 έως 1000 εργαζομένους,

ε) από 6 μέλη σε επιχειρήσεις με 1001 έως 2000 εργαζομένους,

στ) από 7 μέλη σε επιχειρήσεις με περισσότερους από 2.000
εργαζομένους.

2. Ο εργοδότης οφείλει:

α) να διευκολύνει την Ε.Υ.Α.Ε. ή τον αντιπρόσωπο των εργαζομένων στην άσκηση των καθηκόντων τους,

β) να ενημερώνει και παρέχει κάθε στοιχείο που αφορά την επιχείρηση και είναι σχετικό με το έργο της Ε.Υ.Α.Ε. ή του αντιπροσώπου των εργαζομένων.





'Αρθρο 3.

Εκλογή μελών Ε.Υ.Α.Ε. - προστασία.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Βλ.σχετικά και το Π.Δ.315/87 (ΦΕΚ Α'149).

1. Αν στην επιχείρηση δεν υπάρχουν αντιπρόσωποι ή συμβούλια
εργαζομένων, που προβλέπονται από νόμο, οι εργαζόμενοι εκλέγουν σε γενική συνέλευση, που συγκαλείται για το σκοπό αυτόν κάθε δύο χρόνια, τα μέλη της Ε.Υ.Α.Ε. ή τον αντιπρόσωπό τους, για την υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας, με άμεση και μυστική ψηφοφορία.

2. Η γενική συνέλευση αποτελείται από το σύνολο των εργαζομένων στην επιχείρηση και βρίσκεται σε απαρτία όταν παρίσταται τουλάχιστον το ήμισυ των εργαζομένων σ'αυτή. Αν δεν επιτευχθεί αυτή η απαρτία, τότε αρκεί το ένα τρίτο (1/3) των εργαζομένων στην επόμενη συνέλευση.

Στη γενική συνέλευση απαγορεύεται να παρίστανται και να ψηφίζουν πρόσωπα που δεν είναι εργαζόμενοι της επιχείρησης.

Η πρώτη, μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, γενική συνέλευση συγκαλείται από το ένα εικοστό (1/20) τουλάχιστον των εργαζομένων και την προεδρία της αναλαμβάνουν ο τρεις πρώτοι που υπογράφουν την πρόσκληση.

Κάθε, εν συνεχεία της πρώτης, γενική συνέλευση για εκλογές
συγκαλείται και προεδρεύεται, κατά περίπτωση, από τον αντιπρόσωπο ή τα μέλη της Ε.Υ.Α.Ε.

3. Κάθε εργαζόμενος έχει δικαίωμα να ψηφίσει για τον αντιπρόσωπο ή τα μέλη της Ε.Υ.Α.Ε. και να εκλεγεί στα αξιώματα αυτά.

4. Οι υποψήφιοι για την Ε.Υ.Α.Ε. αναγράφονται σε ενιαίο ψηφοδέλτιο με αλφαβητική σειρά. Κάθε εργαζόμενος έχει δικαίωμα να ψηφίσει από το ψηφοδέλτιο τόσους υποψηφίους όσος και ο αριθμός των μελών της Ε.Υ.Α.Ε.
Εκλέγονται οι υποψήφιοι που συγκεντρώνουν τις περισσότερες ψήφους. Σε περίπτωση ισοψηφίας ακολουθεί κλήρωση. Οι αμέσως επόμενοι σε αριθμό ψήφων αναδεικνύονται αναπληρωματικά μέλη.

5. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται και
προκειμένου γα εκλογή αντιπροσώπου υγιεινής και ασφάλειας της
εργασίας.

6. Για τον υπολογισμό του αριθμού των μελών της Ε.Υ.Α.Ε. λαμβάνεται υπόψη ο αριθμός των εργαζομένων στην επιχείρηση κατά το χρόνο διεξαγωγής της εκλογής.

7. Αίτηση για αναγνώριση ακυρότητας απόφασης γενικής συνέλευσης για εκλογές ασκείται στο ειρηνοδικείο της περιφέρειας που βρίσκεται η επιχείρηση, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δέκα (10) εργάσιμων ημερών από τη λήξη της γενικής συνέλευσης από το ένα πέμπτο (1/5) του αριθμού των εργαζομένων καθώς και από όποιον έχει προσωπικό έννομο συμφέρον.

8. Οι εκλογές διεξάγονται από τριμελή εφορευτική επιτροπή που εκλέγεται από τη γενική συνέλευση των εργαζομένων. Ο προέδρος της εφορευτικής επιτροπής εκλέγεται από τα μέλη της. Η εφορευτική επιτροπή μεριμνά για τη διεξαγωγή των εκλογών, καταμετρά τις ψήφους και ανακηρύσσει τους επιτυχόντες.

Τηρεί πρακτικά για τις εκλογές και γνωστοποιεί το αποτέλεσμά τους
στους εργαζομένους, στον εργοδότη και το σωματείο ή τα σωματεία της επιχείρησης.

9. Το άρθρο 14 του ν. 1264/1982 εφαρμόζεται και για τα μέλη της
Ε.Υ.Α.Ε. και τους αντιπροσώπους.





'Αρθρο 4.

Υποχρέωση απασχόλησης τεχνικού ασφάλειας και γιατρού εργασίας της επιχείρησης.

1. Στις επιχειρήσεις που απασχολούν κατά ετήσιο μέσο όρο πάνω από πενήντα (50) εργαζομένους, ο εργοδότης έχει υποχρέωση να χρησιμοποιεί τις υπηρεσίες τεχνικού ασφάλειας και γιατρού εργασίας.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:Σύμφωνα με την παρ.3 του άρθρου 18 του Ν. 3232/2004 (ΦΕΚ Α 48/2004) ορίζεται ότι:
" Ιατροί εργασίας, που απασχολούνται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 4 του Ν. 1568/1985 (ΦΕΚ 177 Α), ασφαλίζονται στο Τ.Σ.Α.Υ. και καταβάλλουν την εισφορά του ελευθέρως ασκούντος το επάγγελμα υγειονομικού.
Στην περίπτωση αυτή δεν καταβάλλεται η εισφορά που προβλέπεται από τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 4, καθώς και της παρ. 1 του άρθρου 14 του Ν. 982/1979, όπως ισχύουν."

2. Παραρτήματα, υποκαταστήματα, χωριστές εγκαταστάσεις ή αυτοτελείς εκμεταλλεύσεις, εξαρτημένες από την κύρια επιχείρηση, θεωρούνται αυτοτελείς επιχειρήσεις για την εφαρμογή του κεφαλαίου αυτού, εφόσον απέχουν μεταξύ τους ή από την κύρια επιχείρηση τόσο, ώστε να δυσχεραίνεται το έργο του τεχνικού ασφάλειας και του γιατρού εργασίας, κατά την απόφαση του επιθεωρητή εργασίας στον οποίο μπορεί να προσφύγει κάθε μέρος σε περίπτωση διαφωνίας. Κατά της απόφασης του επιθεωρητή εργασίας επιτρέπεται προσφυγή ενώπιον του κατά τόπο αρμόδιου
ειρηνοδίκη κατά τις διατάξεις της πολιτικής δικονομίας περί εργατικών διαφορών.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Κατά το άρθρο 2 της Υ.Α 88555/30.9.88 που κυρώθηκε με το άρθρο 39 του Ν. 1836/1989 (Α 79):
"Η προβλεπόμενη στην παρ. 2 του άρθρου 2 και στην παρ. 2 του άρθρου 4 του Ν. 1568/1985 προσφυγή, αν αφορά και μονίμους υπαλλήλους ή υπαλλήλους με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου σε οργανικές θέσεις του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ., ή Ο.Τ.Α. ασκείται ενώπιον του κατά τόπο αρμόδιου μονομελούς διοικητικού πρωτοδικείου".


3. Ο εργοδότης έχει υποχρέωση, πριν από την επιλογή του τεχνικού ασφάλειας ή του γιατρού εργασίας να γνωστοποιεί στην τοπική επιθεώρηση, εργασίας τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα τους καθώς και την τυχόν απασχόλησή τους σε άλλη επιχείρηση, τα στοιχεία για το είδος και την οργάνωση της επιχείρησης, τον αριθμό των εργαζομένων και λοιπές συναφείς πληροφορίες.

4, Η σύμβαση πρόσληψης του τεχνικού ασφάλειας και του γιατρού
εργασίας γίνεται εγγράφως και αντίγραφό της κοινοποιείται από τον
εργοδότη στην τοπική επιθεώρηση εργασίας.

5. Ο εργοδότης, για την αποτελεσματικότερη άσκηση των καθηκόντων του τεχνικού ασφάλειας και του γιατρού εργασίας, θέτει στη διάθεση τους το αναγκαίο βοηθητικό προσωπικό, χώρους, εγκαταστάσεις, συσκευές και γενικά τα απαραίτητα μέσα και βαρύνεται με όλες τις σχετικές δαπάνες.

6. Ο εργοδότης έχει υποχρέωση να διευκολύνει τον τεχνικό ασφάλειας και το γιατρό εργασίας για την παρακολούθηση μαθημάτων εκπαίδευσης και επιμόρφωσης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 13.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Το άρθρο 60 παρ. 11 του Ν. 1943/1991 (Α' 50) ορίζει ότι οι ρυθμίσεις αυτού δεν αφορούν τους γιατρούς του άρθρου 4 του Ν. 1568/1985, όπως τροποποιήθηκαν με το άρθρο 39 του Ν. 1836/ 1989.








'Αρθρο 5.

Προσόντα τεχνικού ασφάλειας.


ΠΡΟΣΟΧΗ: ΒΛ. σχετ. ρυθμίσεις και στο άρθρο 9 Ν.3144/2003.

1. Ο τεχνικός ασφάλειας πρέπει να έχει τα παρακάτω προσόντα, ανάλογα με το είδος της επιχείρησης και τον αριθμό των εργαζομένων σ'αυτή:

α) πτυχίο πολυτεχνείου ή πολυτεχνικής σχολής ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος του εσωτερικού ή ισότιμων σχολών του εξωτερικού, που το αντικείμενο σπουδών έχει σχέση με τις εγκαταστάσεις και την παραγωγική διαδικασία και άδεια άσκησης επαγγέλματος, που χορηγείται απο το Τεχνικό Επιμελητήριο της Ελλάδας (Τ.Ε.Ε.).

β) Πτυχίο πανεπιστημιακής σχολής εσωτερικού ή ισότιμων σχολών του εξωτερικού, που το αντικείμενο σπουδών έχει σχέση με τις εγκαταστάσεις
και την παραγωγική διαδικασία και άδεια άσκησης επαγγέλματος, όταν αυτή προβλέπεται από την κείμενη νομοθεσία.

γ) Πτυχίο τεχνολογικού εκπαιδευτικού ιδρύματος ή ισότιμων σχολών του εξωτερικού ή πτυχίο των πρώην σχολών υπομηχανικών και των Κ.Α.Τ.Ε.Ε.

δ) Απολυτήριο τεχνικού λυκείου ή μέσης τεχνικής σχολής ή άλλης αναγνωρισμένης τεχνικής επαγγελματικής σχολής του εσωτερικού ή ισότιμων σχολών του εξωτερικού ή άδεια άσκησης επαγγέλματος εμπειροτέχνη.

2. Προϋπηρεσία, που υπολογίζεται απο την απόκτηση απολυτηρίου ή πτυχίου, για τους τεχνικούς των εδαφίων αύ και β' της παραγρ. 1 αυτού του άρθρου τουλάχιστο διετή, για τους τεχνικούς του εδαφ. γ' της παραγρ. 1 τουλάχιστον πενταετή και για τους τεχνικούς του εδαφ. δ' της παραγρ. 1 τουλάχιστον οκταετή.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Με την παρ.8 άρθρ.9 Ν.3144/2003 ορίζεται ότι:
"8. Για τους τεχνικούς ασφάλειας που έχουν παρακολουθήσει πρόγραμμα επιμόρφωσης σε θέματα ασφάλειας και υγείας των εργαζομένων, διάρκειας τουλάχιστον 100 ωρών, σύμφωνα με το άρθρο 13 του Ν. 1568/1985 και το άρθρο 6 του Π.Δ. 17/1996 που εκτελείται από τα αρμόδια Υπουργεία ή εκπαιδευτικούς ή
άλλους δημόσιους οργανισμούς ή από εξειδικευμένα Κέντρα Επαγγελματικής Κατάρτισης (Κ.Ε.Κ.) πιστοποιημένα στην υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις, η προϋπηρεσία που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 5 του Ν. 1568/1985 μειώνεται ως εξής:
α. Για τους τεχνικούς των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού κατά ένα έτος.
β. Για τους τεχνικούς των περιπτώσεων γ΄ και δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού κατά τρία έτη".

3. Κάτοχοι των παραπάνω προσόντων θεωρούνται και όσοι έχουν τίτλους ή πιστοποιητικά της αλλοδαπής, από τα οποία προκύπτει ότι είναι τεχνικοί ασφάλειας.

4. Ο τεχνικός ασφάλειας υπάγεται απευθείας στη διοίκηση της επιχείρησης.

5. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εργασίας και του κατά περίπτωση συναρμόδιου υπουργού, μετά από γνώμη του Συμβουλίου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας, καθορίζεται το συγκεκριμένο επίπεδο γνώσεων και η ειδικότητα του τεχνικού
ασφάλειας, ανάλογα με τον αριθμό των εργαζομένων και το είδος της δραστηριότητας της επιχείρησης. Εως την έκδοση των διαταγμάτων αυτών ο εργοδότης οφείλει να απασχολεί τεχνικό ασφάλειας, σύμφωνα με τις παραπάνω διατάξεις.





'Αρθρο 6.

Συμβουλευτικές αρμοδιότητες του τεχνικού ασφάλειας.


1 . Ο τεχνικός ασφάλειας παρέχει στον εργοδότη υποδείξεις και
συμβουλές, γραπτά ή προφορικά, σε θέματα σχετικά με την υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας και την πρόληψη των εργατικών ατυχημάτων. Τις γραπτές υποδείξεις ο τεχνικός ασφάλειας καταχωρεί σε ειδικό βιβλίο της επιχείρησης, το οποίο σελιδοποιείται και θεωρείται από την επιθεώρηση εργασίας. Ο εργοδότης έχει υποχρέωση να λαμβάνει γνώση ενυπογράφως των υποδείξεων που καταχωρούνται σ'αυτό το βιβλίο.

2.Ειδικότερα ο τεχνικός ασφάλειας:

α) συμβουλεύει σε θέματα σχεδιασμού, προγραμματισμού, κατασκευής και συντήρησης των εγκαταστάσεων, εισαγωγής νέων παραγωγικών διαδικασιών, προμήθειας μέσων και εξοπλισμού, επιλογής και ελέγχου της αποτελεσματικότητας των ατομικών μέσων προστασίας, καθώς και διαμόρφωσης και διευθέτησης των θέσεων και του περιβάλλοντος εργασίας και γενικά οργάνωσης της παραγωγικής διαδικασίας.

β) ελέγχει την ασφάλεια των εγκαταστάσεων και των τεχνικών μέσων, πριν από τη λειτουργία τους, καθώς και των παραγωγικών διαδικασιών και μεθόδων εργασίας πριν από την εφαρμογή τους και επιβλέπει την εφαρμογή των μέτρων υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας και πρόληψης των ατυχημάτων, ενημερώνοντας σχετικά τους αρμόδιους προϊστάμενους των τμημάτων ή τη διεύθυνση της επιχείρησης.





'Αρθρο 7.

Επίβλεψη συνθηκών εργασίας.

1. Για την επίβλεψη των συνθηκών εργασίας, ο τεχνικός ασφάλειας
έχει υποχρέωση:

α) να επιθεωρεί τακτικά τις θέσεις εργασίας απο πλευράς υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας, να αναφέρει στον εργοδότη οποιαδήποτε παράλειψη των μέτρων υγιεινής και ασφάλειας, να προτείνει μέτρα αντιμετώπισής της και να επιβλέπει την εφαρμογή τους,

β) να επιβλέπει την ορθή χρήση των ατομικών μέσων προστασίας,

γ) να ερευνά τα αίτια των εργατικών ατυχημάτων, να αναλύει και αξιολογεί τα αποτελέσματα των ερευνών του και να προτείνει μέτρα για την αποτροπή παρόμοιων ατυχημάτων,

δ) να εποπτεύει την εκτέλεση ασκήσεων πυρασφάλειας και συναγερμού και τη διαπίστωση ετοιμότητας προς αντιμετώπιση ατυχημάτων.

2. Για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας στην επιχείρηση ο τεχνικός ασφάλειας έχει υποχρέωση:

α) να μεριμνά ώστε οι εργαζόμενοι στην επιχείρηση να τηρούν τους
κανόνες υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας και να τους ενημερώνει και καθοδηγεί για την αποτροπή του επαγγελματικού κινδύνου που συνεπάγεται η εργασία τους,

β) να συμμετέχει στην κατάρτιση και εφαρμογή των προγραμμάτων
εκπαίδευσης των εργαζομένων σε θέματα υγιεινής και ασφάλειας της
εργασίας.

3. Η άσκηση του έργου του τεχνικού ασφάλειας δεν αποκλείει την
ανάθεση σ' αυτόν από τον εργοδότη και άλλων καθηκόντων, πέρα από τον ελάχιστο όριο ωρών απασχόλησής του ως τεχνικού ασφάλειας.

4. Ο τεχνικός ασφάλειας έχει, κατά την άσκηση του έργου του, ηθική ανεξαρτησία απέναντι στον εργοδότη και στους εργαζόμενους. Τυχόν διαφωνία του με τον εργοδότη, για θέματα της αρμοδιότητάς του, δεν μπορεί να αποτελέσει λόγο καταγγελίας της σύμβασής του.

Σε κάθε περίπτωση η απόλυση του τεχνικού ασφάλειας πρέπει να είναι αιτιολογημένη.

5. Ο τεχνικός ασφάλειας έχει υποχρέωση να τηρεί το επιχειρησιακό
απόρρητο.






'Αρθρο 8.

Προσόντα γιατρού εργασίας και βοηθητικού προσωπικού.



"1. Ο ιατρός εργασίας πρέπει να κατέχει και να ασκεί την ειδικότητα της ιατρικής της εργασίας, όπως πιστοποιείται από τον οικείο ιατρικό σύλλογο.

Oπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται ο όρος "ιατρός εργασίας" νοείται εφεξής ο ιατρός που διαθέτει την ειδικότητα της ιατρικής της εργασίας."

Η παρ. 1 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.1 άρθρ.9 Ν.3144/2003,ΦΕΚ Α 111/8.5.2003.

2. Ο γιατρός εργασίας υπάγεται απευθείας στη διοίκηση της
επιχείρησης.

3. Ως βοηθητικό προσωπικό του γιατρού εργασίας, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 4, μπορούν να προσλαμβάνονται επισκέπτριες αδελφές και επισκέπτες αδελφοί πτυχιούχοι σχολών τετραετούς φοίτησης της ημεδαπής ή ισότιμων της αλλοδαπής ή αδελφές νοσοκόμες και αδελφοί νοσοκόμοι, πτυχιούχοι σχολών μονοετούς φοίτησης της ημεδαπής ή ισότιμων
της αλλοδαπής.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Με την παρ.2 άρθρ.9 Ν.3144/2003 ορίζεται ότι:
"2. Kατ' εξαίρεση, τα καθήκοντα του ιατρού εργασίας, όπως αυτά προβλέπονται στο Ν. 1568/1985 (ΦΕΚ 177 Α') "Υγιεινή και Ασφάλεια των εργαζομένων" έχουν δικαίωμα να ασκούν:

α) Οι ιατροί χωρίς ειδικότητα, οι οποίοι κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου έχουν συνάψει συμβάσεις παροχής υπηρεσιών ιατρού εργασίας με επιχειρήσεις και αποδεικνύουν την άσκηση των καθηκόντων αυτών συνεχώς επί επτά τουλάχιστον έτη.

β) Οι ιατροί οι οποίοι κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου εκτελούν
καθήκοντα ιατρού εργασίας χωρίς να κατέχουν ή να ασκούν τον τίτλο της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας, αλλά τίτλο άλλης ειδικότητας.

Οι ιατροί των περιπτώσεων α' και β' θα πρέπει μέσα σε πέντε (5) έτη από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου να αποκτήσουν τον τίτλο ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας αφού ολοκληρώσουν τον κύκλο της εκπαίδευσής τους με βάση τις διατάξεις του Π.Δ. 415/1994 "Περί του χρόνου ειδίκευσης ιατρών για απόκτηση ειδικότητας" (ΦΕΚ 236 Α') και του Π.Δ. 213/1986 "Καθιέρωση της ιατρικής ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας" (ΦΕΚ 87 Α') για την απόκτηση του τίτλου της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας (ΚΕ.Σ.Υ.), καθορίζονται για τους ιατρούς της περίπτωσης β' οι όροι και οι προϋποθέσεις για την απόκτηση της ειδικότητας, τα αντικείμενα και ο τρόπος εκπαίδευσης ανάλογα με την ειδικότητα την οποία ήδη κατέχουν και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Οι ιατροί των περιπτώσεων α' και β' υποχρεούνται να καταθέσουν αίτηση για εκπαίδευση προς απόκτηση της ειδικότητας μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Μετά την πάροδο της πενταετίας δεν επιτρέπεται σε ιατρό που δεν κατέχει τον τίτλο της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας και δεν την ασκεί να εργάζεται και να προσφέρει υπηρεσίες ως ιατρός εργασίας".






'Αρθρο 9.

Συμβουλευτικές αρμοδιότητες του γιατρού εργασίας.

1. Ο γιατρός εργασίας παρέχει υποδείξεις και συμβουλές στον εργοδότη, στους εργαζόμενους και στους εκπροσώπους τους, γραπτά ή προφορικά, σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται για τη σωματική και ψυχική υγεία των εργαζομένων. Τις γραπτές υποδείξεις ο γιατρός εργασίας καταχωρεί στο ειδικό βιβλίο του άρθρου 6 του νόμου αυτού. Ο εργοδότης λαμβάνει γνώση ενυπογράφως των υποδείξεων που καταχωρούνται σ' αυτό το
βιβλίο.

2. Ειδικότερα ο γιατρός εργασίας συμβουλεύει σε θέματα:

α) σχεδιασμού, προγραμματισμού, τροποποίησης της παραγωγικής
διαδικασίας, κατασκευής και συντήρησης εγκαταστάσεων, σύμφωνα με τους κανόνες υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας,

β) λήψης μέτρων προστασίας, κατά την εισαγωγή και χρήση υλών και προμήθειας μέσων εξοπλισμού.

γ) φυσιολογίας και ψυχολογίας της εργασίας, εργονομίας και υγιεινής της εργασίας, της διευθέτησης και διαμόρφωσης των θέσεων και του περιβάλλοντος της εργασίας και της οργάνωσης της παραγωγικής διαδικασίας.

δ) οργάνωσης υπηρεσίας παροχής πρώτων βοηθειών,

ε) αρχικής τοποθέτησης και αλλαγής θέσης εργασίας για λόγους υγείας, προσωρινά ή μόνιμα, καθώς και ένταξης ή επανένταξης μειονεκτούντων ατόμων, στην παραγωγική διαδικασία, ακόμη και με υπόδειξη αναμόρφωσης της θέσης εργασίας και

στ) δεν επιτρέπεται ο γιατρός εργασίας να χρησιμοποιείται, για να
επαληθεύει το δικαιολογημένο ή μη, λόγω νόσου, απουσίας εργαζομένου.






'Αρθρο 10.

Επίβλεψη της υγείας των εργαζομένων.

1. Ο γιατρός εργασίας προβαίνει σε ιατρικό έλεγχο των εργαζομένων σχετικό με τη θέση εργασίας τους, μετά την πρόσληψη τους ή την αλλαγή θέσης εργασίας, καθώς και σε περιοδικό ιατρικό έλεγχο κατά την κρίση του επιθεωρητή εργασίας ύστερα από αίτημα της επιτροπής υγιεινής και ασφάλειας των εργαζομένων, όταν τούτο δεν ορίζεται από το νόμο. Μεριμνά για τη διενέργεια ιατρικών εξετάσεων και μετρήσεων παραγόντων του εργασιακού περιβάλλοντος σε εφαρμογή των διατάξεων που ισχύουν κάθε φορά. Εκτιμά την καταλληλότητα των εργαζομένων για τη συγκεκριμένη
εργασία, αξιολογεί και καταχωρεί τα αποτελέσματα των εξετάσεων, εκδίδει βεβαίωση των παραπάνω εκτιμήσεων και την κοινοποιεί στον εργοδότη. Το περιεχόμενο της βεβαίωσης πρέπει να εξασφαλίζει το ιατρικό απόρρητο υπέρ του εργαζομένου και μπορεί να ελεγχθεί από τους υγειονομικούς επιθεωρητές του Υπουργείου Εργασίας, για την κατοχύρωση του εργαζόμενου και του εργοδότη.

2. Επιβλέπει την εφαρμογή των μέτρων προστασίας της υγείας των
εργαζομένων και πρόληψης των ατυχημάτων. Για το σκοπό αυτόν:

α) επιθεωρεί τακτικά τις θέσεις εργασίας και αναφέρει οποιαδήποτε
παράλειψη, προτείνει μέτρα αντιμετώπισης των παραλείψεων και επιβλέπει την εφαρμογή τους,

β) επεξηγεί την αναγκαιότητα της σωστής χρήσης των ατομικών μέτρων προστασίας,

γ) ερευνά τις αιτίες των ασθενειών που οφείλονται στην εργασία, αναλύει και αξιολογεί τα αποτελέσματα των ερευνών και προτείνει μέτρα
για την πρόληψη των ασθενειών αυτών,

δ) επιβλέπει τη συμμόρφωση των εργαζομένων στους κανόνες υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας, ενημερώνει τους εργαζομένους για τους κινδύνους που προέρχονται απο την εργασία τους, καθώς και για τους τρόπους πρόληψής τους,

ε) παρέχει επείγουσα θεραπεία σε περίπτωση ατυχήματος ή αιφνίδιας νόσου. Εκτελεί προγράμματα εμβολιασμού των εργαζομένων με εντολή της αρμόδιας διεύθυνσης υγιεινής της νομαρχίας, όπου εδρεύει η επιχείρηση.

3. Ο γιατρός εργασίας έχει υποχρέωση να τηρεί το ιατρικό και επιχειρησιακό απόρρητο.

4. Ο γιατρός εργασίας αναγγέλλει μέσω της επιχείρησης στην επιθεώρηση εργασίας ασθένειες των εργαζομένων που οφείλονται στην εργασία.

5. Ο γιατρός εργασίας πρέπει να ενημερώνεται από τον εργοδότη καιτους εργαζομένους για οποιοδήποτε παράγοντα στο χώρο εργασίας που έχει επίπτωση στην υγεία.

6. Η επίβλεψη της υγείας των εργαζομένων στον τόπο εργασίας δεν
μπορεί να συνεπάγεται οικονομική επιβάρυνση γι' αυτούς και πρέπει να γίνεται κατά τη διάρκεια των ωρών εργασίας τους.

7. Η παράγραφος 4 του άρθρου 7 του παρόντος έχει εφαρμογή και για το γιατρό εργασίας.






'Αρθρο 11.

Συνεργασία τεχνικού ασφαλείας και
γιατρού εργασίας.

1. Ο τεχνικός ασφάλειας και ο γιατρός εργασίας υποχρεούνται, κατά την εκτέλεση του έργου τους, να συνεργάζονται, πραγματοποιώντας κοινούς ελέγχους των χώρων εργασίας.

2. Ο τεχνικός ασφάλειας και ο γιατρός εργασίας οφείλουν, κατά την
εκτέλεση των καθηκόντων τους, να συνεργάζονται με την Ε.Υ.Α.Ε. ή τον αντιπρόσωπο των εργαζομένων.

3. Ο τεχνικός ασφάλειας και ο γιατρός εργασίας οφείλουν να ενημερώνουν την Ε.Υ.Α.Ε. ή τον αντιπρόσωπο για κάθε σημαντικό ζήτημα υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας στην επιχείρηση και να τους παρέχουν συμβουλές σε θέματα υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας.

4. Αν ο εργοδότης διαφωνεί με τις γραπτές υποδείξεις και συμβουλές του τεχνικού ασφάλειας ή του γιατρού εργασίας, οφείλει να αιτιολογεί τις απόψεις του και να τις κοινοποιήσει και στην Ε.Υ.Α.Ε. ή στον αντιπρόσωπο. Σε περίπτωση διαφωνίας η διαφορά θα επιλύεται από τον επιθεωρητή εργασίας και μόνο.






'Αρθρο 12.

Χρονικά όρια απασχόλησης του τεχνικού ασφάλειας
και του γιατρού εργασίας.

1. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Εργασίας, και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού, ύστερα απο γνώμη του Συμβουλίου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας, ορίζεται ο χρόνος κατά τον οποίο κάθε επιχείρηση οφείλει να απασχολεί τεχνικό ασφάλειας και γιατρό εργασίας, ανάλογα με τον αριθμό των εργαζομένων και το είδος της δραστηριότητας της επιχείρησης.

2. Ο χρόνος απασχόλησης του τεχνικού ασφάλειας και του γιατρού
εργασίας μπορεί να αυξομειώνεται κατά συγκεκριμένη επιχείρηση με
απόφαση του Υπουργού Εργασίας και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού, ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας ανάλογα με τη συχνότητα και τη βαρύτητα των εργατικών ατυχημάτων και των επαγγελματικών ασθενειών που εμφανίζονται στην επιχείρηση αυτή.

3. Σε περίπτωση που ο χρόνος απασχόλησης του τεχνικού ασφάλειας ή του γιατρού εργασίας υπερβαίνει το ανώτατο νόμιμο όριο, η επιχείρηση πρέπει να διαθέτει και άλλους τεχνικούς ασφάλειας ή γιατρούς εργασίας.

4. Επιτρέπεται ο ίδιος τεχνικός ασφάλειας ή γιατρός εργασίας να χρησιμοποιείται από ομάδα ομοειδών επιχειρήσεων ή από επιχειρήσεις κατά περιοχή.







'Αρθρο 13.

Επιμόρφωση τεχνικών ασφάλειας, γιατρών εργασίας,
μελών των Ε.Υ.Α.Ε. και αντιπροσώπων.

1. Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού, ύστερα απο γνώμη του Συμβουλίου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας, εγκρίνεται η εκτέλεση προγραμμάτων επιμόρφωσης των τεχνικών ασφάλειας, των γιατρών εργασίας. των μελών των Ε.Υ.Α.Ε. και των αντιπροσώπων από τα αρμόδια υπουργεία ή εκπαιδευτικούς ή άλλους δημόσιους οργανισμούς.
2. Με όμοιες αποφάσεις ρυθμίζονται η οργάνωση, η λειτουργία, το είδος και η διάρκεια των εν λόγω προγραμμάτων, η διδακτέα ύλη, τα προσόντα των διδασκόντων και των εκπαιδευομένων, τα πιστοποιητικά που χορηγούνται και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.

3. Οι δαπάνες εκτέλεσης των πιο πάνω εκπαιδευτικών προγραμμάτων ρυθμίζονται με τις υπουργικές αποφάσεις της παραγράφου 1 και οπωσδήποτε δεν βαρύνουν τους εργαζομένους.

4. Ο χρόνος αποχής των εργαζομένων από την εργασία για την
παρακολούθηση των προγραμμάτων αυτών θεωρείται χρόνος εργασίας για κάθε συνέπεια από τη σχέση εργασίας και για την αμοιβή τους και δεν μπορεί να συμψηφιστεί με την κανονική ετήσια άδεία τους.







'Αρθρο 14.

Σταδιακή εφαρμογή - εξουσιοδοτήσεις.

1. Οι διατάξεις του κεφαλαίου αυτού εφαρμόζονται στις επιχειρήσεις που απασχολούσαν τουλάχιστον εκατόν πενήντα (150) εργαζομένους κατά την 1.6.85.

2. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Εργασίας και του κατά περίπτωση συναρμόδιου υπουργού, ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας, επεκτείνεται η εφαρμογή των διατάξεων του κεφαλαίου αυτού και στις επιχειρήσεις που απασχολούν κάτω από εκατόν πενήντα (150) εργαζομένους. Με όμοια διατάγματα μπορεί να επεκτείνεται η εφαρμογή μέρους ή του συνόλου των διατάξεων του κεφαλαίου αυτου και στις επιχειρήσεις που απασχολούν αριθμό εργαζομένων κατώτερο από τον προβλεπόμενο στα άρθρα 2 περ. Α και4 ή και σε ειδικές κατηγορίες επιχειρήσεων με αυξημένο επαγγελματικό κίνδυνο.
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Με την παρ.9 άρθρ.9 Ν.3144/2003 ορίζεται ότι:
"9. Με τις υπουργικές αποφάσεις των άρθρων 13 παρ. 2 του Ν. 1568/1985 και 6 παρ.3 του Π.Δ. 17/1996 καθορίζονται και οι φορείς που επιτρέπεται να εκτελούν τα προγράμματα επιμόρφωσης ανάλογα με τα προσόντα των εκπαιδευομένων".


3. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Εργασίας ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας, οι γιατροί εργασίας που αναφέρονται στο κεφάλαιο αυτό εντάσσονται στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν γι' αυτό και ορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.

4. Η εφαρμογή των διατάξεων του κεφαλαιού αυτού αρχίζει από
1.1.1986.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

ΟΡΓΑΝΑ ΓΙΑ ΤΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΕ ΕΘΝΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ


'Αρθρο 15.

Συμβούλιο Υγιεινής και Ασφάλειας
της Εργασίας.

1. Συνιστάται στο Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας (Α.Σ.Ε.) του Υπουργείου Εργασίας τμήμα αρμόδιο να γνωμοδοτεί αποκλειστικά σε θέματα προστασίας της υγείας των εργαζομένων και υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας, με την ονομασία "Συμβούλιο Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας".

2. Μέλη του Συμβουλίου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας είναι:

"α. Ο γενικός γραμματέας του Υπουργείου Εργασίας ως πρόεδρος με αναπληρωτή τον ειδικό γραμματέα του τομέα συνθηκών εργασίας υγιεινής και ασφάλειας εργαζομένων ή ανώτερο υπάλληλο του Υπουργείου Εργασίας, προϊστάμενο διευθύνσεως, που ορίζεται με την υπουργική απόφαση
διορισμού των μελών".

Η περ.α' αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.8 του άρθρου 19 του
Ν.1767/1988 (ΦΕΚ Α 63)

β) ένας τεχνικός ή υγειονομικός υπάλληλος του Υπουργείου Εργασίας.

γ) ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Βιομηχανίας, Ενέργειας και
Τεχνολογίας.

δ) ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

ε) τρείς εκπρόσωποι της πιο αντιπροσωπευτικής τριτοβάθμιας
συνδικαλιστικής οργάνωσης εργαζομένων, που υποδεικνύονται με απόφαση της διοίκησης της.

στ) τρείς εκπρόσωποι εργοδοτικών οργανώσεων απο τη βιομηχανία, βιοτεχνία ή εμπόριο, που υποδεικνύονται με αποφάσεις των διοικήσεων τους.

ζ) ένας εκπρόσωπος του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, που
υποδεικνύεται από τη διοίκησή του.

η) ένας εκπρόσωπος του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου, που
υποδεικνύεται απο τη διοίκησή του.

θ) ένας εκπρόσωπος της 'Ενωσης Ελλήνων Χημικών, που υποδεικνύεται από τη διοίκησή της.

ι) ένας επιστήμονας ειδικός σε θέματα ασφάλειας της εργασίας,

ια) ένας επιστήμονας ειδικός σε θέματα υγιεινής της εργασίας.

Ο διορισμός των μελών, πλήν του πρώτου, γίνεται με απόφαση του
Υπουργού Εργασίας. Αν δεν υποδειχθούν εκπρόσωποι, σύμφωνα με τα εδάφια ε' έως και θ ', μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών από τη σχετική πρόσκληση του Υπουργού Εργασίας, το Συμβούλιο Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας συγκροτείται και λειτουργεί χωρίς τη συμμετοχή τους.

Οι διοικήσεις θα ορίσουν και αναπληρωτές.

3. Στις περιπτώσεις που αντιμετωπίζονται ειδικά θέματα, τα οποία
αφορούν εργαζομένους απασχολούμενους στο δημόσιο τομέα, ο αρμόδιος κατά περίπτωση υπουργός, με μέριμνα του Συμβουλίου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας, ορίζει αντιπρόσωπο του που συμμετέχει ως μέλος, με δικαίωμα ψήφου.

4 Στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου Υγιεινής και Ασφάλειας της
Εργασίας μπορούν να καλούνται και να μετέχουν χωρίς δικαίωμα ψήφου εμπειρογνώμονες ή ειδικοί επιστήμονες ή άλλοι ειδικοί πάνω στα θέματα που κάθε φορά εξετάζονται, που υποδεικνύονται από τους φορείς ή αρχές των παραγράφων 2 και 3 αντίστοιχα, σε αριθμό που δεν υπερβαίνει τον έναν ανά φορέα ή αρχή.

5. 'Εργο του Συμβουλίου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας είναι:

α) η διατύπωση γνώμης πάνω σε σχέδια κανονιστικών και διοικητικών πράξεων που εκδίδονται σε εκτέλεση του νόμου αυτού.

β) η διατύπωση γνώμης σε θέματα υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας και προστασίας της υγείας των εργαζομένων, που υποβάλλονται από τις αρχές ή τους φορείς των παρ. 2 και 3.

γ) Η εισήγηση προς τον Υπουργό Εργασίας για την έκδοση νέων
νομοθετικών ή κανονιστικών διαταγμάτων ή την τροποποίηση αυτών που ισχύουν, για την προστασία της υγείας των εργαζομένων και την υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας.

6. Στο Συμβούλιο Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας συμμετέχουν ως εισηγητές οι προϊστάμενοι των αρμόδιων υπηρεσιών του Υπουργείου Εργασίας. Το Συμβούλιο Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας, μπορεί να ζητήσει τον ορισμό και άλλων εισηγητών από τους φορείς των παραγράφων 2 και 3.

7. Η υποστήριξη του Συμβουλίου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας εξασφαλίζεται απο τη γραμματεία του Α.Σ.Ε. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού είναι δυνατή η απόσπαση ειδικών επιστημόνων στην εν λογω γραμματεία για την εξυπηρέτηση του έργου του Συμβουλίου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας.

8. Κάθε δαπάνη που προκαλείται από τις διατάξεις του άρθρου αυτού βαρύνει τον ειδικό λογαριασμό του Α.Σ.Ε. σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν γι' αυτό.

9. Μετά τη σύσταση και λειτουργία του Συμβουλίου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας καταργείται κάθε απαιτούμενη γνωμοδότηση άλλου οργάνου, σχετική με την υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας, που ρυθμίζει ο παρών νόμος.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Κατά το άρθρο 4 παρ. 1 της Υ.Α. 88555/30.9.88 που
κυρώθηκε με το άρθρο 39 του Ν. 1836/1989 (Α 79):
"Στο Συμβούλιο Υγιεινής και Ασφάλειας της εργασίας που προβλέπεται στο άρθρο 15 του Ν. 1568/1985, συμμετέχουν και δύο εκπρόσωποι της Α.Δ.Ε.Δ.Υ., ένας εκπρόσωπος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Δημοτικών και Κοινοτικών υπαλλήλων, ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Προεδρίας της Κυβέρνησης, ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Οικονομικών και ένας εκπρόσωπος της Κ.Ε.Δ Κ Ε".





'Αρθρο 16.

Νομαρχιακές επιτροπές υγιεινής και
ασφάλειας της εργασίας.

1. Σε κάθε νομαρχία συνιστάται συλλογικό γνωμοδοτικό όργανο για
θέματα προστασίας της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων στους τόπους εργασίας, με την ονομασία Νομαρχιακή Επιτροπή Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας (Ν.Ε.Υ.Α.Ε.). Μέλη της Ν.Ε.Α.Υ.Ε. είναι:

α) ο νομάρχης, ως πρόεδρος ή ο νόμιμος αναπληρωτής του,

β) ο επιθεωρητής εργασίας του νομού,

γ) ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας,

δ) δύο εκπρόσωποι του αντιπροσωπευτικότερου εργατικού κέντρου του νομού, που υποδεικνύονται με απόφαση της διοίκησης του,

ε) δύο εκπρόσωποι εργοδοτικής οργάνωσης του νομού από τη βιομηχανία, τη βιοτεχνία και το εμπόριο, που υποδεικνύονται με απόφαση των διοικήσεών των. Ο διορισμός των τεσσάρων τελευταίων μελών γίνεται με απόφαση του νομάρχη. Κατά τα λοιπά οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 15 εφαρμόζονται αναλόγως.

2. Με όμοια απόφαση του νομάρχη ρυθμίζονται τα θέματα των
συνεδριάσεων, της λήψης αποφάσεων, της γραμματειακής υποστήριξης και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εύρυθμη λειτουργία της επιτροπής.

Στις συνεδριάσεις της επιτροπής μπορούν να συμμετέχουν χωρίς ψήφο, ύστερα από πρόσκληση του νομάρχη, εκπρόσωποι άλλων υπηρεσιών του νομού, εκπρόσωποι επιστημονικών οργανώσεων του νομού και ειδικοί επιστήμονες.

3. 'Εργο της Ν.Ε.Υ.Α.Ε. είναι να γνωμοδοτεί:

α) σχετικά με την εφαρμογή στο νομό των διατάξεων για την υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας και την προστασία της υγείας των εργαζομένων

β) για το συντονισμό της δράσης των αρμόδιων υπηρεσιών και οργάνων του νομού, σχετικά με τα θέματα αυτά,

γ) για την οργάνωση εκδηλώσεων και επιμορφωτικών προγραμμάτων, σχετικών με την πρόσληψη των εργατικών ατυχημάτων και των επαγγελματικών ασθενειών.

4. Στον πρόεδρο και τα μέλη των Ν.Ε.Υ.Α.Ε. δεν καταβάλλεται αποζημίωση.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Κατά το άρθρο 4 παρ. 2 της Υ.Α. 88555/30.9.88 που κυρώθηκε με το άρθρο 39 του Ν. 1836/1989 (Α 79):
"Στη Νομαρχιακή Επιτροπή Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας που προβλέπεται στο άρθρο 16 του Ν. 1568/1985 συμμετέχουν και ένας
εκπρόσωπος των εργαζομένων που υποδεικνύεται από την Α.Δ.Ε.Δ.Υ., ένας εκπρόσωπος των εργαζομένων στους Ο.Τ.Α. που υποδεικνύεται από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Δημοτικών κα Κοινοτικών Υπαλλήλων, ένας Διευθυντής της Νομαρχίας και ένας εκπρόσωπος της Τοπικής 'Ενωσης Δήμων και Κοινοτήτων".






ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'

ΚΤΙΡΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

'Αρθρο 17.

Σχεδιασμός χώρων εργασίας.

1. Η μελέτη των χώρων εργασίας πρέπει να αποβλέπει στη δημιουργία ασφαλούς και υγιεινού περιβάλλοντος και ακώλυτης ροής της εργασίας. Οι διαστάσεις των χώρων εργασίας πρέπει να είναι ανάλογες με το είδος της παραγωγικής διαδικασίας και τον αριθμό των εργαζομένων.

2. Σε κάθε θέση εργασίας πρέπει να υπολογίζεται ελεύθερη επιφάνεια ώστε ο εργαζόμενος να μπορεί να κινείται ανεμπόδιστα κατά την εκτέλεση της εργασίας του.

3. Σε θέσεις εργασίας με αυξημένο κίνδυνο ατυχήματος, που δεν
εποπτεύονται και που βρίσκονται έξω από το οπτικό ή το ακουστικό πεδίο των υπόλοιπων θέσεων εργασίας, κατά την κρίση του τεχνικού ασφάλειας, πρέπει να υπάρχουν συστήματα με τα οποία, σε περίπτωση κινδύνου, να μπορούν να ειδοποιηθούν πρόσωπα για παροχή βοήθειας.

4. Χώροι εργασίας, που δεν είναι κλειστοί από κάθε πλευρά, επιτρέπονται μόνο εφόσον αυτό είναι απαραίτητο για λόγους λειτουργίας ή παραγωγής. Το ίδιο ισχύει και για χώρους εργασίας, όπου οι πύλες ή οι θύρες οδηγούν άμεσα στο ύπαιθρο και παραμένουν συνέχεια ανοιχτές. Οι θέσεις εργασίας των μη ολόπλευρα κλειστών χώρων εργασίας ή εκείνων που παραμένουν συνέχεια ανοιχτοί διευθετούνται έτσι, ώστε οι εργαζόμενοι να προφυλάσσονται από τις καιρικές συνθήκες.

5. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού
Εργασίας και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού, ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας, ορίζονται:

α) το ελάχιστο ύψος των χώρων εργασίας, σε συνάρτηση με την επιφάνειά τους, ο ελάχιστος απαιτούμενος όγκος κατά εργαζόμενο και εργασία, η ελάχιστη ελεύθερη επιφάνεια κίνησης στη θέση εργασίας ή γύρω απ' αυτή, καθώς και ο απαιτούμενος εξοπλισμός και εφοδιασμός των χώρων εργασίας για την εφαρμογή των διατάξεων του νόμου αυτού,

β) οι απαιτούμενοι χώροι υγιεινής, ενδιαίτησης και παροχής ιατρικών υπηρεσιών,

γ) οι κατασκευαστικές απαιτήσεις των διαφόρων στοιχείων των κτιριακών εγκαταστάσεων, ώστε να αποτρέπεται ο επαγγελματικός κίνδυνος που προέρχεται από αυτές.






'Αρθρο 18.

Σχέδιο διαφυγής και διάσωσης - Οδός
διάσωσης και έξοδοι κινδύνου.

1. Ο εργοδότης οφείλει να καταρτίσει σχέδιο διαφυγής και διάσωσης από τους χώρους εργασίας, εφόσον απαιτείται από τη θέση, την έκταση και το είδος της εκμετάλλευσης. Το σχέδιο διαφυγής και διάσωσης πρέπει να αναρτάται σε κατάλληλες θέσεις στους χώρους εργασίας. Το σχέδιο πρέπει να δοκιμάζεται τακτικά, με ασκήσεις ή άλλο πρόσφορο τρόπο, ώστε σε περίπτωση κινδύνου ή καταστροφής να μπορούν οι εργαζόμενοι να
διασωθούν.

2. Η χάραξη, οι διαστάσεις και η διευθέτηση των οδών διάσωσης και των εξόδων κινδύνου πρέπει να είναι ανάλογες με τις εγκαταστάσεις, τη χρήση και την επιφάνεια των χώρων εργασίας, καθώς και με τον αριθμό των εργαζομένων. Οι οδοί διάσωσης επισημαίνονται κατάλληλα και πρέπει να οδηγούν σε ελεύθερο ή ασφαλή χώρο από το συντομότερο δυνατό δρόμο.







'Αρθρο 19.

Συντήρηση - 'Ελεγχος.

1. Ο εργοδότης οφείλει να συντηρεί τους τόπους εργασίας και να
μεριμνά για την κατά το δυνατό άμεση αποκατάσταση των ελλείψεων, που έχουν σχέση με την υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων. Αν από τις ελλείψεις αυτές προκαλείται άμεσος και σοβαρός κίνδυνος για την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων, πρέπει να διακόπτεται αμέσως η εργασία, στο σημείο που εμφανίζονται οι ελλείψεις, μέχρι την αποκατάστασή τους.

2. Τα συστήματα ασφάλειας για την πρόληψη και την άρση του επαγγελματικού κινδύνου πρέπει να συντηρούνται τακτικά και να
ελέγχονται για την ικανότητα λειτουργίας τους, τουλάχιστον μια φορά το εξάμηνο, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από τις ισχύουσες διατάξεις ή επιβάλλεται απο τους κανόνες της επιστήμης και της τεχνικής εμπειρίας.

Η χρονολογία συντήρησης και ελέγχου καθώς και οι σχετικές
παρατηρήσεις πρέπει να καταχωρούνται ενυπόγραφα από τον αρμόδιο, που έκανε τη συντήρηση ή τον έλεγχο, σε ειδικό βιβλίο.

3. Οι εγκαταστάσεις και τα μέσα παροχής πρώτων βοηθειών πρέπει να ελέγχονται τακτικά με μέριμνα του εργοδότη για την πληρότητα και την ικανότητα χρησιμοποίησής τους.




'Αρθρο 20.

Διατήρηση θέσεων εργασίας και διαδρόμων κυκλοφορίας.

1. Οι διάδρομοι κυκλοφορίας πρέπει να διατηρούνται συνεχώς ελεύθεροι.
Ιδιαίτερα δεν πρέπει να κλειδώνονται, να φράζονται ή να μειώνεται η
δυνατότητα διάκρισης των θυρών, που βρίσκονται στην πορεία των οδών διάσωσης.

2. Στις θέσεις εργασίας επιτρέπεται η διατήρηση υλικών ή ουσιών μόνο σε τέτοιες ποσότητες, ώστε να μη δημιουργούνται κίνδυνο, από αυτές.

3. Στους χώρους υγιεινής, ενδιαίτησης και πρώτων βοηθειών δεν
επιτρέπεται η διαφύλαξη υλικών και ουσιών, που δεν ανήκουν στο
λειτουργικό εξοπλισμό τους.







'Αρθρο 21.

Κριτήρια διαμόρφωσης των χώρων και
θέσεων εργασίας.

1. Αερισμός - Εξαερισμός.

Στους χώρους εργασίας ο αέρας πρέπει να ανανεώνεται κατάλληλα,
ανάλογα με τη φύση εργασίας και τη σωματική προσπάθεια που απαιτείται για την εκτέλεσή της (καθιστική εργασία, ελαφρά). Σε περίπτωση που η ανανέωση επιτυγχάνεται με τεχνητά μέσα ή συστήματα (εξαερισμός -κλιματισμός), τότε αυτά πρέπει να λειτουργούν συνεχώς. Κάθε βλάβη του συστήματος πρέπει να επισημαίνεται κατάλληλα από αυτόματη διάταξη, ενσωματωμένη στο σύστημα ή το μέσο.

2. Θερμοκρασία.

Οι χώροι εργασίας, καθώς και οι βοηθητικοί χώροι σε όλη τη διάρκεια του ωραρίου εργασίας πρέπει να έχουν θερμοκρασία ανάλογη με τη φύση της εργασίας και τη σωματική προσπάθεια που απαιτείται για την εκτέλεση της Περιοχές θέσεων εργασίας που βρίσκονται υπό την επίδραση υψηλών θερμοκρασιών που εκλύονται από τις εγκαταστάσεις, πρέπει να ψύχονται μέχρι μια ανεκτή θερμοκρασία, όσο αυτό είναι πρακτικά δυνατό.

3. Φωτισμός.

α) Οι χώροι εργασίας, διαλείμματος και πρώτων βοηθειών πρέπει να έχουν άμεση οπτική επαφή με εξωτερικό χώρο, εκτός αν ορίζεται
διαφορετικά από ειδική διάταξη.

Εξαιρούνται οι:

- Χώροι εργασίας, στους οποίους τεχνικοί λόγοι παραγωγής δεν
επιτρέπουν άμεση οπτική επαφή με τον εξωτερικό χώρο.

- Χώροι εργασίας με επιφάνεια κάτοψης πάνω από 2000μ2 εφόσον υπάρχουν επαρκή διαφανή ανοίγματα στην οροφή.

β) Οι εγκαταστάσεις φωτισμού των χώρων εργασίας και διαδρόμων
κυκλοφορίας κατασκευάζονται ή διευθετούνται με τρόπο, ώστε να μη
δημιουργούνται κίνδυνοι για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων.

Ειδικότερα ο τεχνητός φωτισμός πρέπει:

- να είναι ανάλογος με το είδος και τη φύση της εργασίας.

- Να έχει χαρακτηριστικά φάσματος παραπλήσια με του φυσικού φωτισμού.

- Να ελαχιστοποιεί τη θάμβωση.

- να μη δημιουργεί αντιθέσεις και εναλλαγές φωτεινότητας.

- Να διαχέεται, διευθύνεται και κατανέμεται σωστά.

γ) Οι ανάγκες σε φωτισμό γενικό ή τοπικό ή συνδυασμένο γενικό και τοπικό, καθώς και η ένταση του φωτισμού εξαρτώνται από το είδος και τη φύση της εργασίας και την οπτική προσπάθεια που απαιτεί.

δ) Αν από το είδος απασχόλησης των εργαζομένων και τα άλλα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της επιχείρησης είναι δυνατό να προκύψουν κίνδυνοι ατυχήματος από απρόοπτη διακοπή του γενικού φωτισμού, πρέπει να υπάρχει εφεδρικός φωτισμός ασφάλειας. Η ένταση του εφεδρικού φωτισμού είναι το 1/100 της έντασης του γενικού και οπωσδήποτε όχι μικρότερη από το 1
λουξ (LUX).

ε) Οι διακόπτες του τεχνητού φωτισμού πρέπει να είναι εύκολα
προσιτοί, ακόμα και στο σκοτάδι και να είναι τοποθετημένοι κοντά στις εισόδους και εξόδους, καθώς και κατά μήκος των διαδρόμων κυκλοφορίας και των θυρίδων προσπέλασης.





ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'

ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΟΥ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟΥ
ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΑΠΟ ΜΗΧΑΝΕΣ

'Αρθρο 22.

Υποχρεώσεις κατασκευαστών, εισαγωγέων και προμηθευτών μηχανών, εργαλείων και συσκευών.

Οι κατασκευαστές, εισαγωγείς και προμηθευτές:

α) Μεριμνούν ώστε τα μηχανήματα, εργαλεία, συσκευές, τα οποία
παράγουν, εισάγουν ή διαθέτουν στο εμπόριο, να είναι σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά προδιαγραφές υγιεινής και ασφάλειας και τους κανόνες της τεχνικής κατά το σχεδιασμό και την κατασκευή τους.

β) Χορηγούν τις απαιτούμενες γραπτές οδηγίες χρήσης και συντήρησης, επισημαίνοντας τους πιθανούς κινδύνους από τη χρήση των προϊόντων τους.





'Αρθρο 23.

Προστασία από μηχανικούς και ηλεκτρικούς κινδύνους.

1. Μηχανές, συσκευές και εργαλεία με την έννοια του νόμου αυτού είναι τα αντικείμενα που χρησιμοποιούνται στους τόπους εργασίας και που κινούνται με οποιαδήποτε άλλη ενέργεια, εκτός από την ανθρώπινη.

2. Οι μηχανές, συσκευές και εργαλεία πρέπει να είναι κατασκευασμένα έτσι, ώστε με την ορθή τοποθέτηση και χρήση τους να μη δημιουργούν κινδύνους για τους εργαζομένους.

3. Οι μηχανές, συσκευές και εργαλεία πρέπει να είναι κατασκευασμένα έτσι, ώστε τα κινούμενα στοιχεία τους, που είναι δυνατό να δημιουργήσουν κινδύνους για τους εργαζομένους, να μην είναι προσιτά ή να αποκλείεται τυχαία επαφή μαζί τους στο μέτρο που αυτό δεν παρακωλύει τη λειτουργία και χρήση τους.

4. Αν δεν είναι δυνατό να αποτραπεί η ύπαρξη εξωτερικών και προσιτών στους εργαζομένους περιστρεφόμενων στοιχείων ή στοιχείων μετάδοσης της κίνησης, πρέπει να λαμβάνονται ιδιαίτερα μέτρα προστασίας των εργαζομένων από αυτά.

5. Στις μηχανές, συσκευές και εργαλεία και στο μέτρο που δεν
παρακωλύεται ο σκοπός τους, πρέπει να αποφεύγονται οι αιχμηρές γωνίες και ακμές, καθώς και οι τραχείες επιφάνειες.

6. Αν κατά τη λειτουργία των μηχανών, συσκευών και εργαλείων είναι δυνατό να εκσφενδονισθούν στοιχεία ή τεμάχιά τους ή υποπαράγωγα της λειτουργίας τους (ρινίσματα, σκόνες ή άλλα) και στο μέτρο που δημιουργούνται κίνδυνοι για τους εργαζομένους, πρέπει να λαμβάνονται ιδιαίτερα προστατευτικά μέτρα, όπως προστατευτικές καλύπτρες, εγκαταστάσεις αναρρόφησης και άλλα.

7. Οι ηλεκτρικές μηχανές, συσκευές και εργαλεία πρέπει να είναι
κατασκευασμένα έτσι, ώστε κατά τη χρήση τους να υπάρχει επαρκής
προστασία από τους κινδύνους της ηλεκτρικής ενέργειας.






ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΑΠΟ
ΦΥΣΙΚΟΥΣ, ΧΗΜΙΚΟΥΣ ΚΑΙ
ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΥΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ

'Αρθρο 24.

'Εννοιες.

Για την εφαρμογή του κεφαλαίου αυτού νοείται ως:

1. "Παράγοντας" κάθε φυσικός, χημικός και βιολογικός παράγοντας, που ενυπάρχει κατά την εργασία και είναι δυνατό να είναι επιβλαβής για την υγεία των εργαζομένων ή επικίνδυνος απο άλλη άποψη, ανεξάρτητα από τη φυσική του κατάσταση.

2. "Οριακή τιμή έκθεσης" το ανώτερο επίπεδο έκθεσης των εργαζομένων σ' έναν παράγοντα, το οποίο καθορίζεται κατά τις διατάξεις αυτού του κεφαλαίου ως η ανώτερη τιμή συγκέντρωσης ή έντασης του στον τόπο εργασίας, πάνω απο την οποία δεν επιτρέπεται να εκτίθενται οι εργαζόμενοι.

3. "Οριακή τιμή βιολογικού δείκτη" η ανώτερη επιτρεπόμενη συγκέντρωση ενός παράγοντα, ο οποίος μετρείται απευθείας σε σωματικούς ιστούς, σωματικά υγρά ή στον εκπνεόμενο αέρα ή έμμεσα από την ειδική δράση του στον οργανισμό.








'Αρθρο 25.

Υποχρεώσεις εργοδοτών, παρασκευαστών,
εισαγωγέων και προμηθευτών.

1. Ο εργοδότης οφείλει να γνωρίζει τους κινδύνους τους οποίους συνεπάγονται για την υγεία των εργαζομένων παράγοντες που χρησιμοποιούνται ή δημιουργούνται στους τόπους εργασίας και,
προκειμένου να συμμορφωθεί με τις παραπάνω απαιτήσεις, δικαιούται να ζητά από τον παρασκευαστή, εισαγωγέα ή προμηθευτή των παραγόντων αυτών πληροφορίες τόσο για τους κινδύνους που συνεπάγονται για την υγεία των εργαζομένων όσο και για τις μεθόδους ασφαλούς χρήσης τους.

2. Τα πρόσωπα που παρασκευάζουν, εισάγουν, θέτουν σε κυκλοφορία ή παραχωρούν με οποιοδήποτε τρόπο παράγοντες για επαγγελματική χρήση έχουν υποχρέωση:

α) Να βεβαιώνονται, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, ότι οι
παράγοντες αυτοί δεν παρουσιάζουν κίνδυνο για την υγεία των προσώπων που τους χρησιμοποιούν, εφόσον χρησιμοποιούνται κατάλληλα για την εργασία που έχουν προδιαγραφεί.

β) Να παρέχουν γραπτές πληροφορίες σχετικά με τα επικίνδυνα χαρακτηριστικά των παραγόντων και τους κινδύνους για την υγεία των εργαζομένων που εκτίθενται σ' αυτούς, καθώς και γραπτές οδηγίες για την ορθή χρήση και τον τρόπο προφύλαξης από τους γνωστούς κινδύνους.

γ) Να διεξάγουν μελέτες και έρευνες και να ενημερώνονται με οποιονδήποτε τρόπο για την εξέλιξη των επιστημονικών και τεχνικών
γνώσεων, ώστε να ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις των εδαφίων α' και β' της παραγράφου αυτής.

3. Δεν επιτρέπεται η χρήση ή η διακίνηση στους χώρους εργασίας
χημικών παραγόντων σε συσκευασίες και με τρόπους που δεν πληρούν τις απαιτήσεις των σχετικών διατάξεων.






'Αρθρο 26.

Μέτρα προστασίας των εργαζομένων που
εκτίθενται σε παράγοντες.

1. Ο εργοδότης οφείλει να παίρνει μέτρα, ώστε να αποφεύγεται ή να ελαχιστοποιείται η έκθεση των εργαζομένων σε παράγοντες, όσο είναι πρακτικά δυνατό. Σε κάθε περίπτωση το επίπεδο έκθεσης πρέπει να είναι κατώτερο απο εκείνο που ορίζει η "οριακή τιμή έκθεσης"

2. Ο εργοδότης, για να συμμορφωθεί με τις διατάξεις της παραγράφου 1, υποχρεούται να παίρνει κατά σειρά τα πιο κάτω μέτρα:

α) να αντικαθιστά, όσο είναι πρακτικά δυνατό, τους παράγοντες που είναι επιβλαβείς για την υγεία των εργαζομένων ή επικίνδυνοι με άλλους αβλαβείς ή λιγότερο επιβλαβείς, καθώς και να περιορίζει τη χρήση τους στο χώρο εργασίας,

β) να αντικαθιστά, όσο είναι πρακτικά δυνατό, παραγωγικές διαδικασίες, μεθόδους και μέσα που δημιουργούν στους χώρους εργασίας παράγοντες, οι οποίοι θεωρούνται επιβλαβείς για την υγεία ή επικίνδυνοι, με άλλες που δε δημιουργούν καθόλου τους παράγοντες αυτούς ή τους δημιουργούν σε επίπεδο χαμηλότερο από εκείνο που ορίζει η κατά περίπτωση "οριακή τιμή έκθεσης",

γ) να περιορίζει, όσο είναι πρακτικά δυνατό, τον αριθμό των
εργαζομένων που εκτίθενται, ή ενδέχεται να εκτεθούν σε παράγοντες και το χρόνο έκθεσης τους,

δ) να παρέχει μέτρα και μέσα ατομικής προστασίας στους εργαζομένους, όταν δεν είναι πρακτικά δυνατό να αποφευχθεί η επιβλαβής έκθεσή τους με
τους τρόπους, που αναφέρονται στην παράγραφο αυτή.

3. Ο εργοδότης εκτός από τις υποχρεώσεις της προηγούμενης παραγράφου πρέπει να λαμβάνει και τα εξής μέτρα:

α) να ελέγχει τη συγκέντρωση ή ένταση των παραγόντων στους χώρους εργασίας και τα επίπεδα έκθεσης των εργαζομένων σ 'αυτούς, πριν αρχίσει η λειτουργία μηχανών ή εγκαταστάσεων και σε τακτά χρονικά διαστήματα κατά τη διάρκεια της λειτουργίας τους, καθώς και να αξιολογεί τα
αποτελέσματα των ελέγχων αυτών σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα του ιατρικού ελέγχου των εργαζομένων σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 27 για τη λήψη των αναγκαίων μέτρων,

β) να ενεργεί τακτικό έλεγχο και συντήρηση των μέσων, συσκευών ή συστημάτων που χρησιμοποιούνται για την εφαρμογή των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου, ώστε αυτά να λειτουργούν σωστά και να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των διατάξεων του νόμου αυτού,

γ) να προβλέπει και να λαμβάνει ειδικά επείγοντα μέτρα για τις
περιπτώσεις έκτακτων περιστατικών, που μπορεί να οδηγήσουν σε μεγάλες υπερβάσεις των "οριακών τιμών έκθεσης",

δ) να εγκαθιστά σηματοδότηση προειδοποίησης και ασφάλειας των χώρων εργασίας και συστήματα συναγερμού.

ε) να τηρεί και να ενημερώνει, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις και τις οδηγίες της αρμόδιας αρχής, καταλόγους των εργαζομένων που εκτίθενται στους παράγοντες και βιβλία καταχώρησης των αποτελεσμάτων των ελέγχων που γίνονται σύμφωνα με τα προηγούμενα εδάφια.






'Αρθρο 27.

Ιατρικός έλεγχος των εργαζομένων που εκτίθενται
σε παράγοντες.

1. Ο εργοδότης υποχρεούται να παραπέμπει, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, σε ιατρικό έλεγχο κάθε εργαζόμενο: α) μετά την πρόσληψή του και στη συνέχεια σε τακτά χρονικά διαστήματα και β) κατά την αλλαγή θέσης εργασίας και πριν από την τοποθέτηση του σε εργασία που συνεπάγεται έκθεση σε παράγοντες, σύμφωνα με την έννοια του νόμου αυτού.

2. Ο εργοδότης μεριμνά να τηρούνται και ενημερώνονται:

α) Βιβλίο καταχώρησης των συλλογικών ανώνυμων αποτελεσμάτων των βιολογικών εξετάσεων ενδεικτικών της έκθεσης, όταν προβλέπονται τέτοιες εξετάσεις.

β) Ατομικός ιατρικός φάκελος των εργαζομένων που εκτίθενται στους παράγοντες. Ο φάκελος τηρείται από το γιατρό εργασίας που είναι υπεύθυνος για τη διαφύλαξη του ιατρικού απορρήτου.

3. Κανείς εργαζόμενος δεν επιτρέπεται να απασχολείται σε εργασία που συνεπάγεται έκθεση στους παράγοντες, αν αυτή είναι αντίθετη με τα πορίσματα του ιατρικού ελέγχου της παραγράφου 1.

4. Ο εργαζόμενος μπορεί να προσφύγει στην επιθεώρηση εργασίας κατά των πορισμάτων του ιατρικού ελέγχου που αναφέρεται σ' αυτόν.

5. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού, ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας, μπορεί να επιβληθεί η εξέταση της υγείας των εργαζομένων σε συγκεκριμένη επιχείρηση και η λήψη άμεσων μέτρων. Η ιατρική εξέταση των εργαζομένων ανατίθεται με την πιο πάνω απόφαση στον κατά περίπτωση ειδικό ιατρικό φορέα.







'Αρθρο 28.

Ειδική πληροφόρηση εργαζομένων που
εκτίθενται σε παράγοντες.

1. Οι αντιπρόσωποι των εργαζομένων στην επιτροπή υγιεινής και
ασφάλειας ή ο αντιπρόσωπος των εργαζομένων για την υγιεινή και ασφάλεια ή, όπου δεν υπάρχουν αυτοί, οι εργαζόμενοι δικαιούνται να έχουν:

α) Πληροφόρηση από τον εργοδότη για τους πιθανούς κινδύνους που συνδέονται με την έκθεση τους σε παράγοντες για τις "οριακές τιμές έκθεσης", για τα τεχνικά μέτρα πρόληψης που πρέπει να τηρούνται και για τις προφυλάξεις που πήρε ο εργοδότης και πρέπει να τηρούν οι εργαζόμενοι.

β) Πρόσβαση και ενημέρωση για τα αποτελέσματα των επιπέδων έκθεσης και για τα συλλογικά ανώνυμα αποτελέσματα των εργαστηριακών και βιολογικών εξετάσεων, που είναι ενδεικτικές της έκθεσης τους.

γ) πληροφόρηση σε περιπτώσεις υπέρβασης των "οριακών τιμών έκθεσης" για τα αίτια της υπέρβασης και τα μέτρα που έχουν ληφθεί ή πρόκειται να ληφθούν για να αντιμετωπισθεί.

δ) Πληροφόρηση και επιμόρφωση για τη βελτίωση των γνώσεών τους σχετικά με τους κινδύνους στους οποίους είναι εκτεθειμένοι.

2. Ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα να πληροφορείται τα αποτελέσματα των ατομικών του κλινικών, εργαστηριακών και βιολογικών εξετάσεων που είναι ενδεικτικά της έκθεσης του.






'Αρθρο 29.

Εξουσιοδοτικές διατάξεις.

1. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού\ Εργασίας και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού, ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας, καθορίζονται, αναφορικά με έναν παράγοντα ή παράγοντες:

α) Οριακές τιμές έκθεσης των εργαζομένων.

β) Επίπεδα έκθεσης των εργαζομένων κάτω από τα οποία δεν είναι υποχρεωτική η εφαρμογή όλων ή μερικών από τις διατάξεις των προεδρικών διαταγμάτων αυτών.

γ) Ελάχιστη περιοδικότητα ή συχνότητα του ελέγχου στο επίπεδο της επιχείρησης για τη διαπίστωση της τήρησης των οριακών τιμών έκθεσης ή των επιπέδων έκθεσης του προηγούμενου εδαφίου.

δ) Μέθοδοι και πορεία διενέργειας δειγματοληψιών, μετρήσεων, αναλύσεων και αξιολόγησης των αποτελεσμάτων.

2. Με όμοια προεδρικά διατάγματα καθορίζονται:

α) Τα είδη, η πορεία και η ελάχιστη συχνότητα εκτέλεσης των κλινικών ή παρακλινικών εξετάσεων, στις οποίες περιλαμβάνονται οι βιολογικές μετρήσεις για τη διερεύνηση των βιολογικών δεικτών, που αφορούν τον έλεγχο της υγείας όλων των εργαζομένων ή ειδικών κατηγοριών τους
(νεαρών ατόμων, εγκύων ή γυναικών που θηλάζουν και άλλων), που πρόκειται να εκτεθούν ή εκτίθενται ή έχουν εκτεθεί κατά την εργασία τους στο παρελθόν σε ορισμένο παράγοντα ή παράγοντες.

β) Μέθοδοι και πρακτικές συστάσεις για την εκτέλεση των παραπάνω εξετάσεων και ιδιαίτερα για τη μέτρηση ή διερεύνηση των βιολογικών δεικτών και την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων τους.

γ) οριακές τιμές βιολογικών δεικτών, για το σύνολο ή ειδικές κατηγορίες εργαζομένων, πάνω από τις οποίες πρέπει να λαμβάνονται συγκεκριμένα μέτρα για την προστασία της υγείας των εργαζομένων και για τη βελτίωση των συνθηκών υγιεινής στους αντίστοιχους χώρους εργασίας.

δ) Τα μέτρα που λαμβάνονται με βάση τα αποτελέσματα των εξετάσεων και μετρήσεων των παραπάνω εδαφίων, στα οποία μπορεί να περιλαμβάνονται η προσωρινή ή οριστική διακοπή της έκθεσης των εργαζομένων στους αντίστοιχους παράγοντες.

ε) οι φορείς ή τα πρόσωπα εκτέλεσης των ιατρικών ελέγχων και
εξετάσεων, σύμφωνα με τα παραπάνω εδάφια, ο τρόπος και η διαδικασία παραπομπής των εργαζομένων, καθώς και τα σχετικά με την κάλυψη των απαιτούμενων γι' αυτές δαπανών, οι οποίες σε καμία περίπτωση δεν επιβαρύνουν τους εργαζομένους.

3. Με όμοια προεδρικά διατάγματα καθορίζεται ο τρόπος τήρησης και ενημέρωσης:

α) καταλόγων των εργαζομένων που εκτίθενται στους παράγοντες,

β) βιβλίου αναγραφής των αποτελεσμάτων των ελέγχων,

γ) ιατρικού φακέλου των εργαζομένων. Με όμοια προεδρικά διατάγματα καθορίζεται ο τρόπος με τον οποίο γίνονται οι απαραίτητες γνωστοποιήσεις από τον εργοδότη στην επιθεώρηση εργασίας των στοιχείων των σχετικών με τον αριθμό των εργαζομένων, τις μεθόδους παραγωγής και κάθε άλλη λεπτομέρεια.

4. Τα προβλεπόμενα από τον παρόντα νόμο προεδρικά διατάγματα θα εκδοθούν εντός 6μήνου από τη δημοσίευση αυτού με δυνατότητα αναθεώρησης στη συνέχεια, σε κάθε αναγκαία περίπτωση

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ'

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

'Αρθρο 30.

'Όργανα ελέγχου.

1. Ο έλεγχος εφαρμογής των διατάξεων του νόμου αυτού και των πράξεων που εκδίδονται σε εκτέλεση του ανατίθεται στα αρμόδια όργανα του Υπουργείου Εργασίας.

2. Για το σκοπό αυτόν τα παραπάνω όργανα συνεργάζονται με άλλες δημόσιες υπηρεσίες και μπορούν να λαμβάνουν γνώση των στοιχείων ή πληροφοριών των σχετικών με την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων που υπάρχουν στις υπηρεσίες τους.

3. 'Όταν οι διατάξεις του νόμου αυτού και των πράξεων που εκδίδονται σε εκτέλεσή του αφορούν εργαζόμενους που απασχολούνται σε τομείς ή κλάδους ή επιχειρήσεις που εποπτεύονται από άλλους φορείς εκτός από το Υπουργείο Εργασίας, η αρμοδιότητα ελέγχου για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών μπορεί να ανατίθεται στους φορείς αυτούς. Η ανάθεση αυτή γίνεται με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εργασίας και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού, μετά γνώμη του Συμβουλίου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας.







'Αρθρο 31.

Παροχή στοιχείων - Εχεμύθεια οργάνων.

1. Οι επιχειρήσεις υποχρεούνται να παρέχουν, αν τους ζητηθούν, όλα τα στοιχεία και πληροφορίες για την παραγωγική διαδικασία και τις χρησιμοποιούμενες ύλες που έχουν σχέση με την υγιεινή εργασίας και την ασφάλεια των εργαζομένων, στα αρμόδια, σύμφωνα με το άρθρο 30 του νόμου αυτού, όργανα ελέγχου και στο γιατρό τον αρμόδιο για την επίβλεψη της υγείας των εργαζομένων.

Η επιχείρηση κατά την παροχή των στοιχείων και πληροφοριών οφείλει να διευκρινίζει ποιά απ' αυτά αποτελούν απόρρητο της επιχείρησης.

2. Τα αρμόδια όργανα ελέγχου, για την εφαρμογή των διατάξεων του νόμου αυτού και των πράξεων που εκδίδονται σε εκτέλεση του, είναι
υποχρεωμένα να τηρούν εχεμύθεια για τα επαγγελματικά απόρρητα των επιχειρήσεων ή εκμεταλλεύσεων που περιέρχονται σε γνώση τους κατά τον έλεγχο.

3. Η υποχρέωση τήρησης του απορρήτου παύει να υπάρχει στο μέτρο που εμποδίζει την αποτελεσματικότητα του διενεργούμενου ελέγχου και ιδιαίτερα τον εντοπισμό των κινδύνων για την ασφάλεια και υγεία των εργαζομένων, την ανάλυση και ερμηνεία των αποτελεσμάτων των μετρήσεων και την εξαγωγή ορθών συμπερασμάτων.

4. Την υποχρέωση της παραγράφου 2 έχουν και όσοι χειρίζονται τα
θέματα αυτά στις αρμόδιες υπηρεσίες.





'Αρθρο 32.

Γενικές υποχρεώσεις εργοδοτών - εργαζομένων.

Α. Ο εργοδότης έχει υποχρέωση:

1. Να λαμβάνει κάθε μέτρο που απαιτείται, ώστε να εξασφαλίζονται οι εργαζόμενοι και ο τρίτοι που παραβρίσκονται στους τόπους εργασίας από κάθε κίνδυνο που μπορεί να απειλήσει την υγεία ή τη σωματική τους ακεραιότητα.

2. Να εφαρμόζει κάθε υπόδειξη των τεχνικών και υγειονομικών
επιθεωρητών εργασίας και γενικά να διευκολύνει το έργο τους μέσα στην επιχείρηση.

3. Να επιβλέπει την ορθή εφαρμογή των μέτρων υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας.

4. Να λαμβάνει συλλογικά μέτρα προστασίας των εργαζομένων.

5. Να γνωστοποιεί στους εργαζομένους τον επαγγελματικό κίνδυνο από την εργασία τους.

6. Να ενθαρρύνει την εκπαίδευση των εργαζομένων σε θέματα υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας.

7. Να ενημερώνει τους εργαζομένους για τη νομοθεσία που ισχύει
σχετικά με την υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας και για τον τρόπο
εφαρμογής της από την επιχείρηση.

8. Να καταρτίζει πρόγραμμα προληπτικής δράσης και βελτίωσης των συνθηκών εργασίας στην επιχείρηση.

9. Να τηρεί ειδικό βιβλίο ατυχημάτων στο οποίο να αναγράφονται τα αίτια και η περιγραφή του ατυχήματος.

Β. Οι εργαζόμενοι έχουν υποχρέωση:

1 . Να εφαρμόζουν τους κανόνες υγιεινής και ασφάλειας.

2. Να χρησιμοποιούν τα ατομικά μέσα προστασίας.

3. Να διατηρούν τις διατάξεις και τους μηχανισμούς ασφάλειας.

4. Να παρακολουθούν τα σχετικά σεμινάρια σε θέματα υγιεινής και
ασφάλειας.







Αρθρο 33.
Καταργήθηκε από την παρ.1 του άρθρου 27 του Ν.2224/1994 (Α 112).







'Αρθρο 34.

Καταργήθηκε από την παρ.1 του άρθρου 27 του Ν.2224/1994 (Α 112).







'Αρθρο 35.

Καταργήθηκε από την παρ.1 του άρθρου 27 του Ν.2224/1994 (Α 112).





'Αρθρο 36.

Εξουσιοδοτική διάταξη.

Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Εργασίας και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού, ύστερα απο γνώμη του Συμβουλίου Υγιεινής και Ασφάλειας της εργασίας, καθορίζονται τα μέτρα υγιεινής, ασφάλειας και προστασίας της υγείας των εργαζομένων, που πρέπει να λαμβάνονται για την αποτροπή του επαγγελματικού κινδύνου κατά ειδικές εργασίες, είδη εργασιών ή δραστηριότητες για την εφαρμογή του νόμου αυτού.

Τα προεδρικά διατάγματα αυτά μπορεί να προβλέπουν και σταδιακή
εφαρμογή των μέτρων που καθορίζουν.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Με την παρ.4 άρθρ.9 Ν.3144/2003 ορίζεται ότι:
"4. Οι διατάξεις του Ν. 1568/1985 και των κατ' εξουσιοδότησή του προεδρικών διαταγμάτων ως και το άρθρο 39 του Ν. 1836/1989 για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων εφαρμόζονται και στο ένστολο προσωπικό των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας με εξαίρεση ορισμένες δραστηριότητες του προσωπικού αυτού που παρουσιάζουν εγγενείς ιδιαιτερότητες. Στην περίπτωση αυτή: α) για το ένστολο προσωπικό των ενόπλων δυνάμεων θα πρέπει να εξασφαλίζεται κατά το δυνατόν η υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων στα πλαίσια των προαναφερόμενων διατάξεων και β) για το ένστολο προσωπικό των σωμάτων ασφαλείας έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 36 του Ν. 1568/1985".






'Αρθρο 37.

Καταργούμενες διατάξεις.

Από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού καταργείται κάθε αντίθετη σ' αυτόν διάταξη.






'Αρθρο 38.

1. Στο άρθρο 2 του ν. 1387/1983 " 'Έλεγχος ομαδικών απολύσεων και άλλες διατάξεις" προστίθεται παράγραφος 3 που έχει ως εξής:

"3. Για τους εργαζομένους που απολύονται από εργοληπτικές
επιχειρήσεις λόγω διακοπής ή αναστολής των εργασιών από αιτίες που οφείλονται αποδεδειγμένα στον κύριο του έργου, όταν αυτός είναι το Δημόσιο ή ν.π.δ.δ.. εφαρμόζονται οι διαδικασίες που ορίζονται από τα άρθρα 3, 4 και 5 παρ. 1 και 2 του παρόντος νόμου".

2. Στην παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου η περίπτωση δ' αυτού
καταργείται. Η περίπτωση ε' αριθμείται σαν δ'.





'Αρθρο 39.



Κύρωση απόφασης.

Κυρώνεται από τότε που εκδόθηκε η απόφαση αριθ. 40161/16.5.1984 των Υπουργών Δικαιοσύνης και Εργασίας "Ταχύρρυθμη επαγγελματική κατάρτιση κρατουμένων", που δημοσιεύθηκε στο Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως αριθμός 307 τ. Β ' της 16.5.1984 και της οποίας το κείμενο έχει ως εξής:

"ΑΠΟΦΑΣΗ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

'Εχοντας υπόψη:

α) Τις διατάξεις του ν.δ. 212/1969 "περί οργανώσεως και διοικήσεως του Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού".

β) τις διατάξεις του ν. 709/1977 "περί καθιερώσεως κινήτρων
επαγγελματικής καταρτίσεως Εργατικού Δυναμικού και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων".

γ) Τις διατάξεις του ν.δ. 1104/1972 "Περί θεμάτων τινών ασφαλίσεως και εκπαιδεύσεως των επαγγελματικώς καταρτιζομένων".

δ) Την ανάγκη επαγγελματικής κατάρτισης των κρατουμένων στις
αγροτικές φυλακές για να αποκτήσουν τα απαραίτητα εφόδια και τη
δυνατότητα επαγγελματικής αποκαταστάσεως μετά την αποφυλάκισή τους.

ε) Τις σχετικές προτάσεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης (έγραφο αριθ. 36295/2.5.84) κα,του Ο.Α.Ε.Δ. (Απόφαση Δ.Σ. 3977/3.4.1984. έγγραφο 79490/8.5.1984).

Αποφασίζουμε

1. Εγκρίνουμε τη λειτουργία στο ΚΕ.Τ.Ε.Κ. Αργολίδας του Ο.Α.Ε.Δ. δύο τμημάτων ταχύρυθμης επαγγελματικής κατάρτισης στις ειδικότητες του μηχανικού αυτοκινήτων και του ηλεκτροτεχνίτη εγκαταστάτη για την επαγγελματική κατάρτιση 40 κρατουμένων των Αγροτικών Φυλακών Τίρυνθας, με τους εξής όρους:

α. Τα προγράμματα που θα εφαρμοσθούν είναι τα εγκεκριμένα για την επαγγελματική κατάρτιση ανέργων στις αντίστοιχες ειδικότητες.

β. Για την εφαρμογή των προγραμμάτων θα διατεθούν δυο μόνιμοι
εκπαιδευτικοί, που θα συνεπικουρούνται απο δύο ωρομίσθιους
εκπαιδευτικούς, ένα για κάθε τμήμα ειδικότητας.

γ. Η επιλογή των κρατουμένων που θα καταρτισθούν θα γίνει από το Υπουργείο Δικαιοσύνης με κριτήρια, που θα εγγυώνται την επιτυχία εφαρμογής των προγραμμάτων (χρόνος αποφυλάκισης, συμπεριφορά, ενδιαφέρον, γραμματικές γνώσεις, ηλικία κλπ.).

δ. Σε όσους απο τους εκπαιδευομένους διακρίνονται για το ενδιαφέρον και την απόδοσή τους στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα θα καταβάλλεται από τον Ο.Α.Ε.Δ. εκπαιδευτικό επίδομα εκατό (100) δρχ. ημερησίως με παράλληλη ασφαλιστική κάλυψη.

ε. Σε όσους παρακολουθήσουν με επιτυχία τα σχετικά προγράμματα θα χορηγηθούν τίτλοι ταχύρυθμης επαγγελματικής κατάρτισης..
στ. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης αναλαμβάνει τη νόμιμη υποχρέωση για τη φύλαξη των κρατουμένων και την προστασία του εκπαιδευτικού κλπ. προσωπικού κατά τη διάρκεια της κατάρτισης.

2. Οι σχετικοί όροι και ο τρόπος εφαρμογής των παραπάνω προγραμμάτων θα ρυθμιστούν με σχετική σύμβαση, που θα υπογραφτεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 50 του ν. 1404/1983, μεταξύ του Υπουργείου Δικαιοσύνης και του Ο.Α.Ε.Δ.

Η απόφαση αυτή, που θα κυρωθεί με το νόμο, να δημοσιευθεί στην
Εφημερίδα της Κυβερνήσεως".





'Αρθρο 40.

'Εναρξη ισχύος.

Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει απο τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις.

Διαβάστε περισσότερα...

Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2007

Ν. 1264/1982

1
ΝΟΜΟΣ 1264/1982
ΦΕΚ: Α 79 19820701 01.07.1982
Αρθρο: 1 ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ-ΣΥΝΔΙΚΑΤΑ
Εκταση εφαρμογής Ν. 1264/1982, Συνδικαλιστικές οργανώσεις, Δημοσιογραφικές
επαγγελματικές οργανώσεις, Ναυτεργατικές οργανώσεις, Επαγγελματικές οργανώσεις με χαρακτήρα
ΝΠΔΔ, Συνδικαλιστικά σωματεία, Τοπικά παραρτήματα συνδικαλιστικών οργανώσεων,
Συνδικαλιστικές ενώσεις προσώπων, Συνδικαλιστικές ομοσπονδίες, Εργατικά κέντρα, Συνδικαλιστικές
συνομοσπονδίες
Κείμενο Αρθρου
1. Με την επιφύλαξη της ισχύος των Διεθνών Συμβάσεων Εργασίας που έχουν κυρωθεί, ο νόμος
αυτός κατοχυρώνει τα συνδικαλιστικά δικαιώματα των εργαζομένων και ρυθμίζει την ίδρυση,
οργάνωση, λειτουργία και δράση των συνδικαλιστικών οργανώσεών τους. Για την εφαρμογή αυτού
του νόμου εργαζομένοι είναι όσοι απασχολούνται με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου
(μισθωτοί), στους οποίους περιλαμβάνονται και οι εργαζόμενοι στο δημόσιο ή ΝΠΔΔ ή ΟΤΑ. Ειδικά
για τις οργανώσεις του νόμου αυτού οι διατάξεις του Α.Κ. και του Εισ.Ν.Α.Κ. ισχύουν όπως
τροποποιούνται ή συμπληρώνονται μέ αυτόν. 2. Δεν εφαρμόζεται ο νόμος αυτός: α) Για τις
δημοσιογραφικές οργανώσεις, εκτός από τις διατάξεις των άρθρ. 12, 14, 15, 19, 20 με εξαίρεση το
εδαφ. γ' της παρ. 1, 21, 22, 23 και 26. β) Για τις ναυτεργατικές οργανώσεις. Γι' αυτές μέχρις ότου
ψηφιστεί και δημοσιευθεί ειδικός νόμος, θα εξακολουθήσει να εφαρμόζεται το ισχύον σήμερα νομικό
καθεστώς. Δεν υπάγονται στις διατάξεις του νόμου αυτού επαγγελματικές οργανώσεις που
συνιστώνται με νόμο ως νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου. 3. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις
διακρίνονται σε πρωτοβάθμιες, δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες. α)Πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές
οργανώσεις είναι: αα)τα σωματεία, ββ) τα τοπικά παραρτήματα συνδικαλιστικών οργανώσεων
ευρύτερης περιφέρειας ή πανελλαδικής έκτασης, που προβλέπονται από τα καταστατικά τους και
μόνο για το δικαίωμα να γίνουν μέλη του αντίστοιχου εργατικού κέντρου. γγ) Οι ενώσεις προσώπων,
μία για κάθε εκμετάλλευση, επιχείρηση, δημόσια υπηρεσία, ΝΠΔΔ ή ΟΤΑ, που συνιστούν δέκα (10)
τουλάχιστον εργαζόμενοι με ιδρυτική πράξη την οποία καταθέτουν στό γραμματέα του αρμόδιου
Ειρηνοδικείου και κοινοποιούν στον έργοδότη, εφόσον ο συνολικός αριθμός των εργαζομένων δεν
υπερβαίνει τους σαράντα (40) και δεν υπάρχει σωματείο με τους μισούς τουλάχιστον ως μέλη του.
Εάν, μετά την τυχόν σύσταση της ένωσης προσώπων, πάψει να συντρέχει μία από τις πιό πάνω
προϋποθέσεις, η ένωση προσώπων διαλύεται, χωρίς άλλη διατύπωση. Η ιδρυτική πράξη της ένωσης
προσώπων πρέπει να αναφέρει απαραίτητα το σκοπό της, δύο εκπροσώπους της και τη διάρκειά της
που δεν υπερβαίνει το εξάμηνο. Για τις ενώσεις προσώπων εκτός από το άρθρ. 20 παρ. 1 εδαφ. γ'
εφαρμόζονται ανάλογα και οι διάταξεις για τα σωματεία των άρθρ. 3 παρ. 1α, 7 παρ. 1, 5, 6, 7 και 8
του νόμου αυτού. Για την εκλογή των εκπροσώπων της ένωσης προσώπων επιμελείται τριμελής
εφορευτική έπιτροπή. β) Δευτεροβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις είναι οι Ομοσπονδίες και τα
Εργατικά Κέντρα. Οι Ομοσπονδίες είναι ενώσεις δύο (2) τουλάχιστον σωματείων του ίδιου ή συναφών
2
κλάδων οικονομικής δραστηριότητας ή του ίδιου ή συναφών επαγγελμάτων. Τα Εργατικά Κέντρα είναι
ενώσεις δύο (2) τουλάχιστον σωματείων και τοπικών παραρτημάτων που έχουν την έδρα τους μέσα
στην περιφέρεια του αντίστοιχου Εργατικού Κέντρου ανεξάρτητα από τον τόπο απασχόλησης των
μελών τους. γ) Τριτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις (συνομοσπονδίες) είναι ενώσεις
Ομοσπονδιών και Εργατικών Κέντρων.
Αρθρο: 2 ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ
Κείμενο Αρθρου
1. Σε κάθε Πρωτοδικείο τηρείται ειδικό βιβλίο συνδικαλιστικών οργανώσεων στο οποίο καταχωρίζονται
στα στοιχεία του άρθρ. 81 Α.Κ., ο αριθμός της δικαστικής απόφασης που εγκρίνει ή τροποποιεί το
καταστατικό της οργάνωσης και σημειώνεται η ενδεχόμενη διάλυσή της. Μετά την εγγραφή στο
παραπάνω βιβλίο επέρχονται τα αποτελέσματα του άρθρ. 83 Α.Κ. 2. Σε κάθε Πρωτοδικείο τηρείται
φάκελλος που περιέχει το καταστατικό κάθε συνδικαλιστικής οργάνωσης και τις τροποποιήσεις του
καθώς και τα έγγραφα που αναφέρονται στο άρθρ. 13 παρ.2 του νόμου αυτού. 3. Αντίγραφα των
παραπάνω εγγράφων και βεβαιώσεις για στοιχεία που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου αυτού
χορηγούνται από τον Γραμματέα του Πρωτοδικείου σε όποιον έχει έννομο συμφέρον.
Αρθρο: 3 ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ-ΣΥΝΔΙΚΑΤΑ
Κείμενο Αρθρου
1. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις τηρούν τα ακόλουθα βιβλία, που αριθμούνται και θεωρούνται από το
Γραμματέα του Πρωτοδικείου της έδρας τους πρίν αρχίσουν να χρησιμοποιούνται: α) Μητρώου
μελών, όπου αναγράφονται αριθμημένα το ονοματεπώνυμο, το επάγγελμα, η διεύθυνση κατοικίας, ο
αριθμός του δελτίου ταυτότητας, ο αριθμός του εκλογικού συνδικαλιστικού βιβλιαρίου και μέχρι την
έκδοσή του ο αριθμός του ασφαλιστικού βιβλιαρίου υγείας, το Ταμείο ασφάλισης και οι χρονολογίες
εγγραφής και διαγραφής κάθε μέλους. Προκειμένου για νομικά πρόσωπα αναγράφονται η επωνυμία,
η έδρα, οι αριθμοί και οι χρονολογίες των δικαστικών αποφάσεων έγκρισης ή τροποποίησης των
καταστατικών τους, οι χρονολογίες εγγραφής και διαγραφής τους, ο αριθμός των γραμμένων μελών
τους και αυτών που πήραν μέρος στις τελευταίες εκλογές. β) Πρακτικών συνεδριάσεων Γενικών
Συνελεύσεων των μελών. γ) Πρακτικών συνεδριάσεων διοίκησης. δ) Ταμείου, όπου καταχωρίζονται
κατά χρονολογική σειρά όλες οι εισπράξεις και πληρωμές. ε) Περιουσίας, όπου καταγράφονται όλα τα
κινητά και ακίνητα περιουσιακά στοιχεία της οργάνωσης. 2. Γραμμάτια εισπράξεων αριθμούνται και
θεωρούνται από την Ελεγκτική Επιτροπή, πριν από τη χρησιμοποίησή τους. 3. Τα μέλη της
οργάνωσης και όποιος άλλος έχει έννομο συμφέρον έχουν το δικαίωμα να πληροφορούνται τα
παραπάνω στοιχεία.
3
Αρθρο: 4 ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ-ΣΥΝΔΙΚΑΤΑ
Κείμενο Αρθρου
1. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν σκοπό τη διαφύλαξη και προαγωγή των έργασιακών,
οικονομικών, ασφαλιστικών, κοινωνικών και συνδικαλιστικών συμφερόντων των εργαζομένων. 2. Οι
συνδικαλιστικές οργανώσεις απαγορεύεται ν' ασκούν κερδοσκοπική δραστηριότητα, μπορούν όμως
χωρίς επιδίωξη κέρδους να συνιστούν καταναλωτικούς ή πιστωτικούς συνεταιρισμούς ή να διατηρούν
εντευκτήρια και βιβλιοθήκες και να παρέχουν μαθήματα επιμόρφωσης των μελών τους. Μπορούν
επίσης να δημιουργούν ειδικά κεφάλαια για την εξυπηρέτηση ορισμένων έκτακτων σκοπών
αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας των μελών τους. 3. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις για την
πραγματοποίηση των σκοπών τους δικαιούνται μεταξύ άλλων: α) Ν' αναφέρονται στις διοικητικές και
άλλες αρχές για κάθε ζήτημα που αφορά τους σκοπούς τους, τα μέλη τους, τις εργασιακές και
γενικότερα επαγγελματικές σχέσεις και τα συμφέροντα των μελών τους. β) Να καταγγέλλουν και να
εγκαλούν στις διοικητικές και δικαστικές αρχές τις παραβιάσεις της εργατικής και ασφαλιστικής
νομοθεσίας και των κανονισμών ή οργανισμών που αφορούν τις ίδιες ή τα μέλη τους.
Αρθρο: 5 ΠΟΡΟΙ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ
Κείμενο Αρθρου
1. Πόροι των συνδικαλιστικών οργανώσεων είναι: α) Τα δικαιώματα εγγραφής, οι συνδρομές και οι
εθελοντικές εισφορές των μελών. β) Τα εισοδήματα από την αξιοποίηση της περιουσίας της
οργάνωσης. γ) Τα έσοδα δωρεών, κληρονομιών, κληροδοσιών ως και διαφόρων εκδηλώσεων και
εορτών. 2. Ο τρόπος καθορισμού και το ύψος του δικαιώματος εγγραφής και των συνδρομών
ορίζονται από το καταστατικό της οργάνωσης. 3. Οι δωρεές και οι επιχορηγήσεις προς
συνδικαλιστικές οργανώσεις γίνονται πάντοτε επώνυμα. 4. Απαγορεύεται να δέχονται οι
συνδικαλιστικές οργανώσεις εισφορές και ενισχύσεις, από εργοδότες ή οργανώσεις τους, καθώς και
από κομματικούς οργανισμούς ή άλλες πολιτικές οργανώσεις. Από την παραπάνω απαγόρευση
εξαιρούνται παροχές του εργοδότη για την εξυπηρέτηση κοινωφελών σκοπών της μοναδικής
πρωτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης, στην οποία ανήκουν οι εργαζόμενοι σ' αυτόν, ή, εφόσον
υπάρχουν περισσότερες, ισομερώς σε όλες. 5. Η περιουσία του σωματείου, που χρειάζεται για τη
στοιχειώδη λειτουργία του, είναι ακατάσχετη.
Αρθρο: 6 ΠΟΡΟΙ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ
Κείμενο Αρθρου
1. Οι πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν δικαίωμα να εισπράττουν τα δικαιώματα
εγγραφής, τις συνδρομές και γενικά τις εισφορές των μελών τους και μέσα στο χώρο εργασίας, εκτός
χρόνου απασχόλησης. Ο χρόνος αυτός είναι εκείνος που στη διάρκειά του ο εργαζόμενος δεν οφείλει
4
να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον εργοδότη. 2. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν δικαίωμα να
εισπράττουν τις συνδρομές των μελών τους με σύστημα παρακράτησης και απόδοσης από τον
εργοδότη, του οποίου οι λεπτομέρειες καθορίζονται με Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας ή
όμοιας έκτασης απόφαση διαιτησίας. "Η καθοριζόμενη να παρακρατείται συνδρομή καθώς και ο
τρόπος κατανομής της μεταξύ των συνδικαλιστικών οργανώσεων, όλων των βαθμών, καθορίζεται από
τις οικείες γενικές συνελεύσεις ή τα διοικητικά συμβούλια, κατά τους ορισμούς των καταστατικών. Για
την παρακράτηση της συνδρομής απαιτείται η κατάθεση έγγραφης, θετικής δηλώσεως του μισθωτού
στον εργοδότη, ελεύθερα ανακαλουμένης. Η αποδόση των παρακρατούμενων από τον εργοδότη
συνδρομών θα γίνεται στο πρωτοβάθμιο επιχειρησιακό σωματείο, που θα έχει και την ευθύνη της
κατανομής τους". 3. (Αν μέσα σε 3 μήνες από την ισχύ του νόμου αυτού δεν υπογραφεί σχετική
Εθνική Γενική Συλογική Σύμβαση Εργασίας ή δεν εκδοθεί όμοιας έκτασης απόφαση της διαιτησίας, με
Π.Δ. που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εργασίας ύστερα από γνώμη εκπροσωπευτικών
οργανώσεων εργαζομένων και εργοδοτών, ρυθμίζεται προσωρινά το σύστημα της είσπραξης και
απόδοσης των πιό πάνω εισφορών από τους εργοδότες μέχρι τη σύναψη της σχετικής ΕΓΣΣΕ ή την
έκδοση απόφασης διαιτησίας).
Αρθρο: 7 ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ - ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ
Κείμενο Αρθρου
1. Κάθε εργαζόμενος, που έχει συμπληρώσει ένα δίμηνο μέσα στον τελευταίο χρόνο στην επιχείρηση
ή εκμετάλλευση ή τον κλάδο απασχόλησής του, έχει δικαίωμα να γίνει μέλος μιάς οργάνωσης της
επιχείρησης ή εκμετάλλευσης και μιάς του επαγγελματικού κλάδου απασχόλησής του, εφόσον έχει τις
νόμιμες προϋποθέσεις των καταστατικών τους. Ανήλικοι και αλλοδαποί, εργαζόμενοι νόμιμα μπορούν
να είναι μέλη συνδικαλιστικών οργανώσεων. Αν δεν ορίζει διαφορετικά το καταστατικό, διαγράφεται το
μέλος της συνδικαλιστικής οργάνωσης: 1) πού, χωρίς να συντρέχει ανώτερη βία, δεν πήρε μέρος στις
δύο τελευταίες εκλογές για τη διοίκηση, 2) πού πριν έξι (6) μήνες έχει πάψει με τη θέλησή του να
απασχολείται στην επιχείρηση ή στον επαγγελματικό κλάδο απασχόλησής του, εκτός εάν τούτο
οφείλεται στην εκλογή του στο Κοινοβούλιο ή την Τοπική Αυτοδιοίκηση. 2. Κάθε σωματείο έχει το
δικαίωμα να γίνει μέλος της αντίστοιχης Ομοσπονδίας και του αντίστοιχου Εργατικού Κέντρου. Κάθε
τοπικό παράρτημα σωματείου ευρύτερης περιφέρειας ή πανελλαδικής έκτασης μπορεί να γίνει μέλος
του αντίστοιχου Εργατικού Κέντρου, ύστερα από απόφαση της διοίκησης του σωματείου. Κάθε
σωματείο ευρύτερης περιφέρειας ή πανελλαδικής έκτασης που ανήκει στο Εργατικό Κέντρο της
περιφέρειας στην οποία βρίσκεται η έδρα του εκπροσωπείται στη συνέλευση του Εργατικού Κέντρου
για το σύνολο των μελών του, αφού αφαιρεθούν μέλη τοπικών παραρτημάτων, που τυχόν υπάρχουν
και έχουν εγγραφεί σε άλλα Εργατικά Κέντρα. 3. Κάθε Ομοσπονδία και κάθε Εργατικό Κέντρο έχει το
δικαίωμα να γίνει μέλος μιας συνομοσπονδίας. 4. Διάταξη καταστατικού συνδικαλιστικής οργάνωσης
που απαγορεύει τη συμμετοχή μελών της σε άλλη οργάνωση είναι ισχυρή. 5. Εργαζόμενος ή
πρωτοβάθμια ή δευτεροβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση εγγράφεται στην αντίστοιχη οργάνωση μετά
από αίτηση που υποβάλλει στο αρμόδιο ν' αποφασίσει όργανο. Το όργανο τουτο αποφασίζει στην
5
πρώτη μετά την υποβολή της αίτησης συνεδρίασή του. 6. Εάν το αρμόδιο να αποφασίσει την εγγραφή
όργανο της συνδικαλιστικής οργάνωσης απορρίψει την αίτηση ή μέσα σε ένα μήνα από την ύποβολή
της για πρωτοβάθμια οργάνωση και Εργατικό Κέντρο και δε δύο μήνες για Ομοσπονδία και
τριτοβάθμια οργάνωση δεν έχει γνωστοποιηθεί απόφαση του οργάνου για αποδοχή ή απόρριψη της
αίτησης στον αιτούντα, αυτός έχει δικαίωμα να προσφύγει στο αρμόδιο Ειρηνοδικείο και να ζητήσει την
εγγραφή, κατά τη διαδικασία των άρθρ. 663 και επ. του ΚΠολΔ. Ο εργαζόμενος ή η Οργάνωση, από
την κοινοποίηση της απόφασης του Ειρηνοδικείου που διατάζει την εγγραφή, γίνεται χωρίς άλλη
διατύπωση μέλος της αντίστοιχης οργάνωσης. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει ως ασφαλιστικό
μέτρο την προσωρινή εγγραφή του αιτούντα, ύστερα από αίτησή του. 7. Υστερα από αίτηση μελών της
συνδικαλιστικής οργάνωσης ή υπερκειμένης της και εφόσον το αρμόδιο για την εγγραφή νέων μελών
όργανο εντελώς αδικαιολόγητα και κατά παράβαση των αρχών της καλής πίστης αρνείται την εγγραφή
νέων μελών, το Ειρηνοδικείο με τη διαδικασία των άρθρ. 663 και επ. του ΚΠολΔ κηρύσσει έκπτωτη τη
διοίκηση της οργάνωσης. Στην περίπτωση αυτή το αρμόδιο δικαστήριο διορίζει κατά το άρθρ. 69 του
ΑΚ προσωρινή διοίκηση στην οποία αναθέτει το έργο της εγγραφής νέων μελών και της διενέργειας
εκλογών για ανάδειξη νέας διοίκησης της οργάνωσης μέσα σε δύο μήνες από το διορισμό της για τις
πρωτοβάθμιες και τέσσερις μήνες για τις λοιπές οργανώσεις.
Αρθρο: 8 ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ
Σχόλια: Μετά το άρθρο 8 Ν. 2145/1993 αρμόδιο να εκδικάζει αιτήσεις αναγνώρισης ακυρότητας
αποφάσεων Γ.Σ. συνδικαλιστικών οργανώσεων είναι πλέον το Μον. Πρωτοδικείο.
Κείμενο Αρθρου
1. Η Συνέλευση των μελών της συνδικαλιστικής οργάνωση συγκαλείται κατά τους όρους των άρθρ. 95
και 96 του Α.Κ. και απφασίζει για όλα τα θέματα που αφορούν την οργάνωση εκτός άν κατά το
καταστατικό υπάγονται στην αρμοδιότητα άλλου οργάνου της. 2. Με την επιφύλαξη των άρθρων 99
και 100 Α.Κ. όπως και κάθε άλλης διάταξης με την οποία προβλέπεται ειδική απαρτία και εφόσον το
καταστατικό δεν ορίζει διαφορετικά, για να γίνει συζήτηση, και για να ληφθεί απόφαση, κατά τις
Συνελεύσεις, απαιτείται η παρουσία τουλάχιστο του ενός τρίτου (1/3) των οικονομικά τακτοποιημένων
μελών. Αν δεν υπάρχει απαρτία κατά την πρώτη συζήτηση συγκαλείται νέα συνέλευση μέσα σε δύο
(2) μέχρι δεκαπέντε (15) μέρες κατά την οποία απαιτείται η παρουσία τουλάχιστον του ενός τετάρτου
(1/4) των οικονομικά τακτοποιημένων μελών. Εαν δεν υπάρξει απαρτία κατά τη δεύτερη συνέλευση,
συγκαλείται μέσα σε δύο (2) μέχρι δεκαπέντε (15) μέρες τρίτη κατά την οποία είναι αρκετή η παρουσία
του ενός πέμπτου (1/5) των οικονομικά τακτοποιημένων μελών. Απαγορεύεται η συμμετοχή στις
Συνελεύσεις και στις ψηφοφορίες με οποιουδήποτε είδους εξουσιοδότηση. 3. Η Γενική Συνέλευση
αποφασίζει πάντοτε με ψηφοφορία, ποτέ όμως διά βοής. Είναι μυστική κάθε ψηφοφορία που
αναφέρεται σε εκλογές διοικητικού συμβουλίου, ελεγκτικής και εφορευτικής επιτροπής και
αντιπροσώπων σε δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια οργάνωση, επιλογή δευτεροβάθμιας οργάνωσης
για αντιπροσώπευση στην τριτοβάθμια, θέματα εμπιστοσύνης προς τη διοίκηση, έγκριση λογοδοσίας,
προσωπικά ζητήματα και κήρυξη απεργίας. Οι αποφάσεις της Συνέλευσης, άν δεν ορίζεται
6
διαφορετικά στο καταστατικό, λαμβάνονται με σχετική πλειοωηφία των παρόντων. Σε κάθε περίπτωση
μυστικής ψηφοφορίας, άν για την απαρτία της Συνέλευσης είναι αρκετή η παρουσία ως και του ενός
τετάρτου (1/4) των μελών, είναι δε παρόντα τόσα μέλη όσα να καλύπτουν τον ελάχιστο αυτόν αριθμό,
απαιτείται πλειοψηφία των τριών τετάρτων (3/4) των παρόντων. Απόφαση Συνέλευσης μπορεί να
ακυρωθεί αν στη Συνέλευση παραβρέθηκαν πρόσωπα που δεν ήταν μέλη της συνδικαλιστικής
οργάνωσης και η παρουσία τους μπορούσε να επηρεάσει το αποτέλεσμα. Σε περίπτωση που με
απόφαση της διοίκησης συνδικαλιστικής οργάνωσης ή μετά από αίτηση του 1/10 των οικονομικά
τακτοποιημένων μελών της συγκληθεί Γενική Συνέλευση για να αποφασίσει την ενοποίησή της με
άλλη ομοιοεπαγγελματική οργάνωση, ισχύουν χωρίς την επιφύλαξη των άρθρ. 99 και 100 Α.Κ. όσα
καθορίζονται παραπάνω στις παρ. 2 και 3 του άρθρου αυτού. Η Συνέλευση αυτή αποφασίζει και για
την εκχώρηση των περιουσιακών στοιχείων στην ενιαία οργάνωση που θα προκύψει από την
ενοποίηση. 4. Αίτηση για την αναγνώριση ακυρότητας απόφασης Συνέλευσης υποβάλλεται μέσα σε
αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από τη λήξη της Συνέλευσης στο Ειρηνοδικείο της
περιφέρειας που εδρεύει η συνδικαλιστική οργάνωση. Η σχετική αίτηση πρέπει να υποβάλλεται για τις
πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις από το 1/50 τουλάχιστον των οικονομικά τακτοποιημένων
μελών και για τις λοιπές, αποκλειστικά από οποιαδήποτε συνδικαλιστική οργάνωση που μετέχει,
οικονομικά τακτοποιημένη, κατά τη συζήτηση της αίτησης. Η απόφαση του Ειρηνοδικείου είναι δυνατό
να εκκληθεί στο Μονομελές Πρωτοδικείο μέσα σε δέκα μέρες από την επίδοσή της.
Αρθρο: 9 ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ ΕΚΛΟΓΕΣ
ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ
Κείμενο Αρθρου
1. Η διοίκηση της συνδικαλιστικής οργάνωσης συγκροτείται όπως ορίζει το καταστατικό. Οι ιδιότητες
του Προέδρου, Αντιπροέδρου, Γεν. Γραμματέα ή Ταμία δεν επιτρέπεται να συμπίπτουν στο ίδιο
πρόσωπο. Η θητεία των διοικητικών οργάνων δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από 3 χρόνια. 2. Σε
κάθε συνδικαλιστική οργάνωση εκλέγεται απ' τη Γενική Συνέλευση των μελών της ελεγκτική επιτροπή,
κατά το καταστατικό της. Ο αριθμός των μελών της και ο τρόπος λειτουργίας της ορίζονται απ' το
καταστατικό της οργάνωσης. Η διάρκεια της θητείας των ελεγκτικών επιτροπών ακολουθεί πάντοτε τη
θητεία του διοικητικού συμβουλίου. Οι εκλογές για διοικητικό συμβούλιο και ελεγκτική επιτροπή
γίνονται ταυτόχρονα. Αρμοδιότητα της ελεγκτικής επιτροπής είναι η παρακολούθηση και ο έλεγχος του
διοικητικού συμβουλίου ως προς την οικονομική διαχείριση της οργάνωσης. 3. Η Συνέλευση των
μελών κάθε πρωτοβάθμιας οργάνωσης εκλέγει τους αντιπροσώπους της για την Ομοσπονδία και το
Εργατικό Κέντρο στα οποία συμμετέχει. Η Συνέλευση κάθε Ομοσπονδίας και κάθε Εργατικού Κέντρου
εκλέγει τους αντιπροσώπους της για τη Συνομοσπονδία στην οποία συμμετέχει. Ο αριθμός των
αντιπροσώπων σε κάθε δευτεροβάθμια ή τριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση ορίζεται με το ίδιο
μέτρο για όλες τις οργανώσεις, που συμμετέχουν στην δευτεροβάθμια ή τριτοβάθμια οργάνωση. Ο
σχετικός υπολογισμός γίνεται με βάση τον αριθμό των μελών που ψήφισαν για την ανάδειξη των
αντιπροσώπων στην πρωτοβάθμια οργάνωση. Σε περίπτωση που προκύπτει κλάσμα μεγαλύτερο
από το μισό του αριθμού που αποτελεί το μέτρο, προστίθεται ένας ακόμη αντιπρόσωπος. Δεν
7
αντιπροσωπεύεται ή οργάνωση που δεν καλύπτει τουλάχιστο το μισό του μέτρου. Σωματεία των
οποίων η αριθμητική δύναμη λόγω της ιδιομορφίας τους καθορίζεται από ειδικό νόμο ή ειδική
επιτροπή που είναι ΝΠΔΔ, μπορούν να αντιπροσωπεύονται στις δευτεροβάθμιες οργανώσεις
ανεξάρτητα εάν τα μέλη τους είναι λιγότερα από το μισό του μέτρου που προβλέπει το καταστατικό της
δευτεροβάθμιας οργάνωσης.
Αρθρο: 10 ΕΚΛΟΓΕΣ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ (ΑΤΟΜΙΚΑ
ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ)
Κείμενο Αρθρου
1. α) Οι εργαζόμενοι, μέλη των πρωτοβαθμίων συνδικαλιστικών οργανώσεων, εκλέγουν τα διοικητικά
συμβούλια και τις ελεγκτικές επιτροπές και αντιπροσώπους στις δευτεροβάθμιες οργανώσεις και
εκλέγονται επίσης εφόσον έχουν εκπληρώσει τις οικονομικές υποχρεώσεις, που προβλέπονται από τα
καταστατικά τους. β) Τα μέλη των πρωτοβαθμίων συνδικαλιστικών οργανώσεων δικαιούνται να
ψηφίσουν αντιπροσώπους, μόνο για μιά Ομοσπονδία και ένα Εργατικό Κέντρο. Αν ανήκουν σε δύο
οργανώσεις επιλέγουν τη μιά απ' αυτές, για ν' ασκήσουν το δικαιωμά τους αυτό, με δήλωσή τους προς
τον πρόεδρο της εφορευτικής επιτροπής των εκλογών. Η δήλωση αυτή δεσμεύει τον εργαζόμενο για
όλο το χρόνο της θητείας των αντιπροσώπων που ψήφισε και της θητείας των οργάνων που ψήφισαν
οι αντιπρόσωποι της οργάνωσης του. 2. α) Κάθε πρωτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση συμμετέχει
με τους αντιπροσώπους της στην εκλογή των οργάνων της διοίκησης της Ομοσπονδίας και του
Εργατικού Κέντρου, που ανήκει, και εφόσον έχει εκπληρώσει τις οικονομικές υποχρεώσεις, που
προβλέπονται απο τα καταστατικά τους β) Οι πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις
αντιπροσωπεύονται στην τριτοβάθμια διά μέσου μιάς μόνο δευτροβάθμιας οργάνωσης. Η Γενική
Συνέλευση των μελών κάθε πρωτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης αποφασίζει αν η
αντιπροσώπευσή της στην τριτοβάθμια θα γίνει δια μέσου του Εργατικού Κέντρου ή διά μέσου της
Ομοσπονδίας, που τυχόν ανήκει. Για την απόφαση της Γενικής Συνέλευσης αρκεί η σχετική
πλειοψηφία των παρόντων μελών και η σχετική μυστική ψηφοφορία γίνεται στην ίδια συνεδρίαση της
Γενικής Συνέλευσης και αμέσως μετά τη εκλογή της εφορευτικής επιτροπής, για την εκλογή
αντιπροσώπων. Την απόφαση αυτή και πίνακα των αντιπροσώπων ανακοινώνει με έγγραφό του ο
Πρόεδρος της εφορευτικής επιτροπής και στις δύο δευτεροβάθμιες οργανώσεις, που τυχόν μετέχει η
οργάνωση, καθώς επίσης στην αντίστοιχη τριτοβάθμια. Ταυτόχρονα στις ίδιες υπερκείμενες
οργανώσεις αποστέλλει ο δικαστικός αντιπρόσωπος αντίγραφο του μητρώου, που αναφέρεται στην
παρ. 2 του άρθρ. 6 του Ν.Δ. 4361/1964, με τα πρόσθετα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρ. 3 παρ.
1 έδαφ. α' του παρόντος νόμου. Η παραπάνω δέσμευση της συνδικαλιστικής οργάνωσης ισχύει για
όλο το χρόνο της θητείας των αντιπροσώπων που ψήφισαν οι αντιπρόσωποι της στη δευτεροβάθμια
οργάνωση που επέλεξε. 3. Κάθε δευτεροβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση εκλέγει αντιπροσώπους
μόνο για μία τριτοβάθμια. 4. Οι αντιπρόσωποι στις δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες οργανώσεις έχουν
δικαίωμα να εκλέγονται σε όλα τα όργανα διοίκησης, όπως επίσης και στα όργανα που υποκαθιστούν
τις συνελεύσεις των οργανώσεων αυτών.
8
Αρθρο: 11 ΕΚΛΟΓΕΣ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ
Κείμενο Αρθρου
1. Οι εκλογές για τα όργανα των συνδικαλιστικών οργανώσεων διεξάγονται από εφορευτική επιτροπή,
που ο αριθμός των μελών της και η διαδικασία εκλογής τους ορίζεται από το καταστατικό και
προεδρεύεται από τον δικαστικό αντιπρόσωπο. Σε όλη τη διάρκεια της διεξαγωγής των εκλογών μέχρι
και την ανακήρυξη των επιτυχόντων μπορεί να παραβρίσκεται ανά ένας αντιπρόσωπος κάθε
συνδυασμού. 2. Οι διατάξεις των παρ. 2 - 5 του άρθρ. 6 του Ν.Δ. 4361/1964 εφαρμόζονται και για τις
συνδικαλιστικές οργανώσεις του νόμου αυτού. 3. Δικαστικός αντιπρόσωπος ορίζεται Πρωτοδίκης ή
Ειρηνοδίκης εφόσον πρόκειται για δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις. Ο
δικαστικός αντιπρόσωπος ορίζεται, με αίτηση της οργάνωσης, από τον Πρόεδρο του Πρωτοδικείου
της έδρας της από πίνακα όλων των Πρωτοδικών ή Ειρηνοδικών με αλφαβητική σειρά. Υπέρβαση της
σειράς επιτρέπεται μόνο για λόγους ανώτερης βίας, που βεβαιώνονται από τον Πρόεδρο Πρωτοδικών
στην έγγραφη εντολή του στον επόμενο στη σειρά Πρωτοδίκη ή Ειρηνοδίκη και για όσο χρόνο διαρκεί
η ανώτερη βία. 4. Δικαστικός αντιπρόσωπος ορίζεται Πρωτοδίκης ή Ειρηνοδίκης εφόσον πρόκειται για
σωματεία, που έχουν την έδρα τους σε τόπους που εδρεύει Πρωτοδικείο. Τα εδαφ. β' και γ' της παρ. 3
εφαρμόζονται ανάλογα. 5. Δικαστικός αντιπρόσωπος στα άλλα σωματεία είναι ο Ειρηνοδίκης της
περιφέρειας όπου βρίσκεται η έδρα του σωματείου, στον οποίο κατατίθεται και η σχετική αίτηση. 6.
Δεν απαιτείται η παρουσία δικαστικού αντιπροσώπου σε εκλογές σωματείων που έχουν την έδρα τους
εκτός της έδρας του Ειρηνοδικείου και ο αριθμός των μελών τους δεν υπερβαίνει τους (50) πενήντα.
Αρθρο: 12 ΕΚΛΟΓΕΣ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ
Κείμενο Αρθρου
1. Η εκλογή των οργάνων της συνδικαλιστικής οργάνωσης γίνεται με το σύστημα της απλής
αναλογικής. ("Για την εκλογή του Προέδρου, των Α και Β Αντιπροέδρων, του Γενικού Γραμματέα και
του Ταμία, στη συνδικαλιστική οργάνωση των συντακτών ημερησίων εφημερίδων Αθηνών, ισχύει το
εκλογικό σύστημα που ορίζει το καταστατικό τους. Για την εκλογή των λοιπών μελών του Διοικητικού
Συμβουλίου, ισχύει το σύστημα της απλής αναλογικής, που ορίζει το παρόν άρθρο".) 2. Οι έδρες του
διοικητικού συμβουλίου, της ελεγκτικής επιτροπής και ο αριθμός των αντιπροσώπων κατανέμονται
μεταξύ των συνδυασμών και των χωριστών υποψηφίων ανάλογα με την εκλογική τους δύναμη. Το
σύνολο των έγκυρων ψηφοδελτίων διαιρείται με τον αριθμό των εδρών του διοικητικού συμβουλίου ή
της ελεγκτικής επιτροπής, ή με τον αριθμό των αντιπροσώπων που εκλέγονται. Το πηλίκον αυτής, της
διαίρεσης, παραλειπομένου του κλάσματος, αποτελεί το εκλογικό μέτρο. Κάθε συνδυασμός
καταλαμβάνει τόσες έδρες στο διοικητικό συμβούλιο ή την ελεγκτική επιτροπή και εκλέγει τόσους
αντιπροσώπους όσες φορές χωρεί το εκλογικό μέτρο στον αριθμό των έγκυρων ψηφοδελτίων που
έλαβε. 3. Χωριστός υποψήφιος που έλαβε το ίδιο ή μεγαλύτερο αριθμό ψήφων από το εκλογικό μέτρο
καταλαμβάνει μία έδρα στο όργανο για το οποίο είχε θέσει υποψηφιότητα ή εκλέγεται αντιπρόσωπος
9
εφόσον ήταν υποψήφιος για τη θέση αυτή. 4. Συνδυασμός που περιλαμβάνει υποψήφιους λιγότερους
από τις έδρες που του ανήκουν, καταλαμβάνει τόσες μόνο έδρες ή εκλέγει τόσους μόνο
αντιπροσώπους, όσοι είναι και οι υποψήφιοί του. 5. Οι έδρες που μένουν αδιάθετες και ο αριθμός των
αντιπροσώπων που δεν καλύπτεται σύμφωνα με τις διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων
κατανέμονται από μία στους συνδυασμούς εκείνους που έχουν καταλάβει τουλάχιστο μία έδρα ή έχουν
εκλέξει ένα αντιπρόσωπο και οι οποίοι συγκεντρώνουν υπόλοιπο ψηφοδελτίων μεγαλύτερο από το 1/3
του εκλογικού μέτρου και που πλησιάζουν περισσότερο το εκλογικό μέτρο. 6. Οι έδρες που μένουν
αδιάθετες ή ο αριθμός των αντιπροσώπων που δεν καλύπτεται και μετά την εφαρμογή των διατάξεων
της προηγουμένης παραγράφου κατανέμονται μεταξύ των συνδυασμών που έχουν το μεγαλύτερο
υπόλοιπο ψηφοδελτίων απο μία έδρα ή από έναν αντιπρόσωπο. Σε περίπτωση ισοδυναμίας γίνεται
κλήρωση.
Αρθρο: 13 ΕΚΛΟΓΕΣ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ
Κείμενο Αρθρου
1. Η ψηφοφορία γίνεται πάντοτε με την επίδειξη της αστυνομικής ταυτότητας ή άλλου δημόσιου
εγγράφου και του εκλογικού συνδικαλιστικού βιβλιαρίου. Στο βιβλιάριο σημειώνεται από το δικαστικό
αντιπρόσωπο η χρονολογία άσκησης του εκλογικού δικαιώματος του μέλους, η διάρκεια της θητείας
των αντιπροσώπων που ψήφισε, καθώς και η διάρκεια της θητείας των οργάνων που θα ψηφίσουν οι
αντιπρόσωποί του. Το γνήσιο των εγγραφών αυτών βεβαιώνει ο δικαστικός αντιπρόσωπος με την
υπογραφή του και τη σφραγίδα της οργάνωσης. 2. Με την επιφύλαξη της παρ. 2 του άρθρ. 11 τα
πρακτικά διαλογής των ψηφοδελτίων και ανακηρύξεως των επιτυχόντων, καθώς και το πρωτόκολλο
της ψηφοφορίας ως και αποσπάσματα πρακτικών για την κατά το άρθρ. 10 παρ. 2β απόφαση της
Γενικής Συνέλευσης παραδίνονται την επόμενη μέρα μετά το τέλος της εκλογής από το δικαστικό
αντιπρόσωπο στο γραμματέα του αρμόδιου Πρωτοδικείου και φυλάσσονται στο φάκελλο της οικείας
συνδικαλιστικής οργάνωσης.
Αρθρο: 14 ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΕΙΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΠΟ ΑΠΟΛΥΣΗ
Κείμενο Αρθρου
1. Τα όργανα του Κράτους έχουν την υποχρέωση να εφαρμόζουν τα απαραίτητα μέτρα για τη
διασφάλιση της ανεμπόδιστης άσκησης του δικαιώματος για την ίδρυση και αυτόνομη λειτουργία των
συνδικαλιστικών οργανώσεων. 2. Απαγορεύεται στους εργοδότες, σε πρόσωπα που ενεργούν για
λογαριασμό τους και σε οποιοδήποτε τρίτο, να προβαίνουν σε οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη που
κατατείνει στην παρακώλυση της άσκησης των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων των εργαζομένων και
ιδιαίτερα: α) ν' ασκούν επιρροή στους εργαζομένους, για την ίδρυση ή μη ίδρυση συνδικαλιστικής
οργάνωσης. β) να επιβάλλουν ή να παρεμποδίζουν με οποιοδήποτε τρόπο ή μέσο την προσχώρηση
εργαζομένων σε ορισμένη συνδικαλιστική οργάνωση. γ) ν' απαιτούν από τους εργαζομένους δήλωση
10
συμμετοχής, μη συμμετοχής ή αποχώρησης από συνδικαλιστική οργάνωση, δ) να υποστηρίζουν
ορισμένη συνδικαλιστική οργάνωση ή με οικονομικά ή με άλλα μέσα, ε) να επεμβαίνουν με
οποιοδήποτε τρόπο στη διοίκηση, στη λειτουργία και στη δράση των συνδικαλιστικών οργανώσεων.
στ) να μεταχειρίζονται με ευμένεια ή δυσμένεια τους εργαζομένους, ανάλογα με τη συμμετοχή τους σε
ορισμένη συνδικαλιστική οργάνωση. 3. Δεν επιτρέπεται να συμμετέχουν σε συνδικαλιστική οργάνωση
εργαζομένων εργοδότες. 4. Είναι άκυρη η καταγγελία της σχέσης εργασίας για νόμιμη συνδικαλιστική
δράση. 5. Είναι άκυρη η καταγγελία της σχέσης εργασίας: α) των μελών της διοίκησης, σύμφωνα με το
άρθρ. 92 Α.Κ., της συνδικαλιστικής οργάνωσης. β) των μελών της προσωρινής, σύμφωνα με το άρθρ.
79 Α.Κ., διοίκησης συνδικαλιστικής οργάνωσης που διορίζει το δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρ. 69
του Αστικού Κώδικα και γ) των μελών της διοίκησης που εκλέγονται προσωρινά κατά την ίδρυση
συνδικαλιστικής οργάνωσης. Η απαγόρευση ισχύει κατά τη διάρκεια της θητείας και ένα χρόνο μετά τη
λήξη της, εκτός αν συντρέχει ένας από τους λόγους της παρ. 10 και διαπιστωθεί κατά την διαδικασία
του άρθρου 15. 6. Η παραπάνω προστασία παρέχεται στην ακόλουθη έκταση: α) Εαν η οργάνωση
έχει ως 200 μέλη προστατεύονται επτά μέλη της διοίκησης. β) εάν η οργάνωση έχει ως 1000 μέλη
προστατεύονται εννέα μέλη και γ) εάν η οργάνωση έχει περισσότερα από 1000 μέλη προστατεύονται
ένδεκα. 7. Τη σειρά των μελών που προστατεύονται ορίζει το καταστατικό. Εάν το καταστατικό δεν
προβλέπει, προστατεύονται κατά σειρά ο Πρόεδρος, Αναπλ. Πρόεδρος ή Αντιπρόεδρος, Γενικός
Γραμματέας, Αναπλ. Γενικός Γραμματέας, Ταμίας και οι λοιποί κατά την τάξη της εκλογής. 8.
Προστατεύονται επίσης: Τα πρώτα 21 ιδρυτικά μέλη της πρώτης υπό σύσταση συνδικαλιστικής
οργάνωσης της επιχείρησης ή εκμετάλευσης ή του επαγγελματικού κλάδου απασχόλησης εφόσον η
επιχείρηση στην οποία εργάζονται απασχολεί από 80 μέχρι 150 εργαζόμενους, 25 μέλη αν απασχολεί
πάνω από 150, 30 μέλη αν απασχολεί πάνω από 300 και 40 μέλη εάν απασχολεί πάνω από 500.
Εφόσον οι εργαζόμενοι είναι πάνω από 40 και μέχρι 80, προστατεύονται μέχρι 7 ιδρυτικά μέλη κατά
την τάξη υπογραφής της ιδρυτικής πράξης. Η προστασία αυτή ισχύει για ένα χρόνο από την ημέρα της
υπογραφής της ιδρυτικής πράξης. Εάν η υπό σύσταση οργάνωση δεν συσταθεί πραγματικά μέσα σε 6
μήνες από την υπογραφή της ιδρυτικής πράξης, η προστασία των ιδρυτικών μελών παύει και ισχύει
για τα μέλη της επόμενης υπό σύσταση οργάνωσης. 9. Με την επιφύλαξη του άρθρ. 11 παρ. 3 του Ν.
1256/1982 "για την πολυθεσία, την πολυαπασχόληση και την καθιέρωση ανωτάτου ορίου απολαβών
στο δημόσιο τομέα καθώς και για το Ελεγκτικό Συνέδριο, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους και άλλες
διατάξεις" δεν επιτρέπεται μετάθεση των εργαζομένων που αναφέρονται στις παρ. 5, 6, 7 και 8 χωρίς
τη συγκατάθεση της αντίστοιχης συνδικαλιστικής οργάνωσης. Ο εργοδότης έχει δικαίωμα να
προσφύγει στην επιτροπή του άρθρου 15 που αποφασίζει για την αναγκαιότητα της μετάθεσης. 10. Η
καταγγελία της σχέσης εργασίας των προσώπων, που προστατεύονται σύμφωνα με όσα αναφέρονται
στο άρθρο αυτό, επιτρέπεται μόνον: α) Οταν κατά τη σύναψη της σύμβασης εργασίας με τον εργοδότη
ο εργαζόμενος τον εξαπάτησε παρουσιάζοντας ψεύτικα πιστοποιητικά ή βιβλιάρια για να προσληφθεί
ή να λάβει μεγαλύτερη αμοιβή. β) Οταν ο εργαζόμενος απεκάλυψε βιομηχανικά ή εμπορικά μυστικά ή
ζήτησε ή δέχτηκε αθέμιτα πλεονεκτήματα, κυρίως προμήθειες από τρίτους. γ) Οταν ο εργαζόμενος
προκάλεσε σωματικές βλάβες ή εξύβρισε σοβαρά ή απείλησε τον εργοδότη ή τον εκπρόσωπό του. δ)
Οταν ο εργαζόμενος επίμονα και αδικαιολόγητα αρνήθηκε να εκτελέσει την εργασία για την οποία έχει
προσληφθεί. "ε. Οταν ο εργαζόμενος δεν προσέρχεται αδικαιολόγητα στην εργασία του για
11
περισσότερο από 7 ημέρες διάστημα". Η συνδρομή κάποιου από τους παραπάνω σπουδαίους λόγους
δεν απαλλάσσει τον εργοδότη από τις υποχρεώσεις που έχει σύμφωνα με τις διατάξεις του Αστικού
Κώδικα και της εργατικής νομοθεσίας σχετικά με την καταγγελία της σχέσης εργασίας. "11. Για την
προστασία των συνδικαλιστικών στελεχών που συμμετέχουν στην Εκτελεστική Επιτροπή και στη
Γραμματεία της Συνομοσπονδίας Ευρωπαϊκών Συνδικάτων έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις των
προηγούμενων παραγράφων."
Αρθρο: 15 ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΠΟ ΑΠΟΛΥΣΗ
Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 25 Ν. 1545/1985 (ΦΕΚ Α'
91). Σύμφωνα με το άρθρο 1 Ν. 2224/1994 (ΦΕΚ Α' 112), καταργήθηκε η παρ. 2 άρθρου 1 Ν.
1915/1990 (ΦΕΚ Α' 186), η οποία είχε τροποποιήσει τα εδάφια τρίτο και τέταρτο της παρ. 5 του
παρόντος άρθρου, και τα εδάφια αυτά επανήλθαν σε ισχύ ως είχαν, σύμφωνα με την αντικατάσταση
του παρόντος άρθρου με το άρθρο 25 Ν. 1545/1985.
Κείμενο Αρθρου
1. Για την ύπαρξη ενός από τους λόγους του άρθρου 14 παρ. 10 πριν από την καταγγελία της σχέσης
εργασίας αποφασίζει, κατά πλειοψηφία, επιτροπή, της οποίας η απόφαση υπόκειται σε έφεση και η
οποία αποτελείται: α) Από τον πρόεδρο πρωτοδικών της περιφέρειας που παρέχει την εργασία του ο
εργαζόμενος, εφόσον στο Πρωτοδίκειο υπηρετούν δυο τουλάχιστον πρόεδροι, ή άλλως από
πρωτοδίκη που ορίζεται από τον πρόεδρο με τη σειρά του άρθρου 11 παρ. 3 εδάφ. β' του νόμου
αυτού και για ένα χρόνο. β) Από τον αντιπρόσωπο του εμποροβιομηχανικού επιμελητηρίου της
περιφέρειας και αν δεν λειτουργεί επιμελητήριο του εμπορικού συλλόγου. Οταν εκδικάζεται υπόθεση
που αφορά μισθωτό βιομηχανίας, ο σύνδεσμος βιομηχάνων, όπου υπάρχει, υποδείχνει εναν
εκπρόσωπό του που συμμετέχει στην Επιτροπή αντί του εκπροσώπου του επιμελητηρίου. γ) Από
έναν εκπρόσωπο των εργαζομένων που υποδείχνει η πιο αντιπροσωπευτική τριτοβάθμια οργάνωση.
2. Η έφεση απευθύνεται σε δευτεροβάθμια επιτροπή που είναι και αυτή τριμελής και αποτελείται: α)
Από τον αρχαιότερο πρόεδρο πρωτοδικών, αναπληρούμενο από άλλον Πρόεδρο, σε περίπτωση
απουσίας, ελλείψεως ή κωλύματός του και μόνο σε περίπτωση που δεν υπηρετεί άλλος Πρόεδρος
προεδρεύει ο αρχαιότερος πρωτοδίκης, που δεν συμμετέσχε στην πρωτοβάθμια επιτροπή, όταν αυτή
έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση. β) Από έναν αντιπρόσωπο του εμποροβιομηχανικού
επιμελητηρίου με τις πιο πάνω διακρίσεις, υποδεικνυόμενο όπως και στην παρ. 1 εδάφ. β' του άρθρου
αυτού. γ) Από έναν εκπρόσωπο των εργαζομένων, υποδεικνυόμενο όπως και στην παρ. 1 εδάφ. γ'
του άρθρου αυτού. 3. Τακτικά ή αναπληρωματικά μέλη της πρωτοβάθμιας επιτροπής δεν μπορούν,
για τον ίδιο χρόνο, να ορίζονται ή να συμμετέχουν στη δευτεροβάθμια επιτροπή. Κατά τα λοιπά και για
τις δύο επιτροπές εφαρμόζεται το άρθρο 11 παρ. 3 εδάφ. β' του νόμου αυτού, και στην πρώτη
εφαρμογή της διάταξης αυτής, η θητεία και των δευτεροβαθμίων επιτροπών λήγει ταυτόχρονα με τις
πρωτοβάθμιες. Η απαρτία και στις δύο επιτροπές σχηματίζεται από τον Πρόεδρό της και ένα
τουλάχιστο μέλος της επιτροπής. 4. Η δευτεροβάθμια επιτροπή επιλαμβάνεται ύστερα από έφεση
διαδίκου, που ασκείται μέσα σε πέντε εργάσιμες μέρες από την κοινοποίηση σ' αυτόν της
12
πρωτοβάθμιας απόφασης. 5. Το πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιανουαρίου, κάθε χρόνο, ο πρόεδρος
κάθε πρωτοδικείου που θ' αναλάβει τη δευτεροβάθμια επιτροπή καλεί τις παραπάνω οργανώσεις να
υποδείξουν μέσα στον Ιανουάριο έναν τακτικό και έναν αναπληρωματικό εκπρόσωπο για το ερχόμενο
ημερολογιακό έτος και για κάθε μια επιτροπή. Εαν οι παραπάνω οργανώσεις δεν υποδείξουν
εκπροσώπους, ο πρόεδρος ορίζει μέσα στο πρώτο 10ήμερο του Φεβρουαρίου έναν εργοδότη και έναν
αναπληρωματικό του καθώς και έναν εργαζόμενο και έναν αναπληρωματικό του και με απόφασή του
συγκροτεί και τις δύο Επιτροπές Προστασίας Συνδικαλιστικών Στελεχών της περιφερείας του. Ενας
από τους υπαλλήλους της δικαστικής γραμματείας ορίζεται γραμματέας για κάθε επιτροπή. Η κάθε
επιτροπή συγκαλείται από τον Πρόεδρό της, ύστερα από αίτηση του εργοδότη ή έφεση του
ενδιαφερόμενου που κατατίθεται στη γραμματεία της, μέσα σε οκτώ (8) μέρες από την υποβολή της
αίτησης ή της έφεσης και συζητεί την υπόθεση, εφαρμόζοντας ανάλογα τις διατάξεις των άρθρων 739
έως 759 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Οι επιτροπές έχουν υποχρέωση να εκδώσουν την
απόφασή τους μέσα σε δέκα (10) μέρες από τη μέρα της συζήτησης της υπόθεσης.
Αρθρο: 16 ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ
Κείμενο Αρθρου
1. Η εργασία αποτελεί δικαίωμα και προστατεύεται από το Κράτος. Οι εργαζόμενοι και οι
συνδικαλιστικές τους οργανώσεις προστατεύονται κατά την άσκηση κάθε συνδικαλιστικού δικαιώματος
και στον τόπο εργασίας. 2. Τα σωματεία δικαιούνται να έχουν πίνακες ανακοινώσεων για τους
σκοπούς τους στους τόπους εργασίας και σε χώρους που συμφωνούν ο κάθε εργοδότης και η
διοίκηση του σωματείου. 3. Οι τακτικές ή έκτακτες συνελεύσεις της πιό αντιπροσωπευτικής
συνδικαλιστικής οργάνωσης συνέρχονται εκτός χρόνου απασχόλησης όπως ανάφερεται στην παρ. 1
του άρθρου 6 σε κατάλληλο χώρο του τόπου εργασίας, εκτός των χώρων παραγωγής, που είναι
υποχρεωμένος να διαθέτει ο εργοδότης, εφόσον υπάρχει η δυνατότητα αυτή και εφόσον η
εκμετάλλευση απασχολεί τουλάχιστο ογδόντα εργαζομένους. Ο εργοδότης που έχει την παραπάνω
υποχρεώση μπορεί εναλλακτικά να παραχωρήσει ή να μισθώσει κατάλληλο χώρο σε ακτίνα μέχρι
1.000 μέτρα από τον τόπο εργασίας. 4. Ο εργοδότης ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπός του έχει την
υποχρέωση να συναντάται με τους εκπροσώπους των συνδικαλιστικών οργανώσεων μετά από αίτησή
τους τουλάχιστο μιά φορά το μήνα και να μεριμνά για την επίλυση των θεμάτων που απασχολούν τους
εργαζομένους ή την οργάνωσή τους. 5. Ο εργοδότης του οποίου η εκμετάλλευση απασχολεί
περισσότερους από εκατό (100) εργαζομένους έχει υποχρέωση να διαθέτει κατάλληλο χώρο για
γραφείο στον τόπο εργασίας στη συνδικαλιστική οργάνωση της επιχείρησης που έχει τα περισσότερα
μέλη για την εξυπηρέτηση των συνδικαλιστικών σκοπών της εφόσον ζητηθεί και σύμφωνα με τις
δυνατότητές του. 6. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις κάθε βαθμού έχουν δικαίωμα να διανέμουν
ανακοινώσεις τους μέσα στο χώρο εργασίας εκτός χρόνου απασχόλησης, όπως αναφέρεται στην παρ.
1 του άρθρου 6. 7. Εκπρόσωποι του διοικητικού συμβουλίου του σωματείου της επιχείρησης και, αν
δεν υπάρχει σωματείο, του εργατικού κέντρου της περιοχής, δικαιούνται να παρευρίσκονται κατά την
επιθεώρηση που ενεργούν τα αρμόδια όργανα του Υπουργείου Εργασίας και να υποβάλλουν τις
13
παρατηρήσεις τους. 8. Ο αρμόδιος επιθεωρητής εργασίας αποφαίνεται, αν προκύψει διαφωνία στις
περιπτ. 2,3,5 και 7 του άρθρου αυτού, με αιτιολογημένη απόφασή του μέσα σε δέκα (10) μέρες από
την προσφυγή σ' αυτόν του εργοδότη ή της συνδικαλιστικής οργάνωσης. Εάν ο εργοδότης δεν
συμμορφώνεται με την απόφαση του επιθεωρητή, αυτός του επιβάλλει για κάθε παράβαση των
διατάξεων του άρθρου αυτού και για κάθε άρνηση συμμόρφωσης του εργοδότη πρόστιμο από δρχ.
5.000 μέχρις 100.000 υπέρ της Εργατικής Εστίας που εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του
ΚΕΔΕ. 9. Ο εργοδότης έχει δικαίωμα ν' ασκήσει ανακοπή στο Ειρηνοδικείο του τόπου της εργασίας
κατά της απόφασης επιβολής προστίμου από τον επιθεωρητή εργασίας. Το Ειρηνοδικείο δικάζει με τη
διαδικασία των άρθρ. 663 και επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Αρθρο: 17 ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΑΔΕΙΕΣ
Κείμενο Αρθρου
1. Ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να διευκολύνει τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων, των
ελεγκτικών επιτροπών και τους αντιπροσώπους των πρωτοβαθμίων στις δευτεροβάθμιες
συνδικαλιστικές οργανώσεις κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Την ίδια υποχρέωση έχει για τα
διοικητικά συμβούλια, τις ελεγκτικές επιτροπές και τους αντιπροσώπους των δευτεροβαθμίων στις
τριτοβάθμιες, όπως και για τα διοικητικά συμβούλια και τις ελεγκτικές επιτροπές των τριτοβαθμίων
οργανώσεων. 2. Ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να παρέχει: α) Στα μέλη της Εκτελεστικής
Επιτροπής της πιό αντιπροσωπευτικής τριτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης άδεια απουσίας όσο
χρόνο διαρκεί η θητεία τους. β) Στα μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων των πιό αντιπροσωπευτικών
δευτεροβαθμίων οργανώσεων άδεια απουσίας έως 9 μέρες το μήνα και έως 15 για τον Πρόεδρο,
Αντιπρόεδρο, Γεν. Γραμματέα και Ταμία. γ) Στους Πρόεδρο, Αντιπρόεδρο, Γενικό Γραμματέα των
πρωτοβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων άδεια απουσίας έως 5 μέρες το μήνα άν τα μέλη τους
είναι 500 και πάνω, και ως τρείς μέρες αν είναι λιγότερα. δ) Στους αντιπροσώπους στις
δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες οργανώσεις άδεια απουσίας για όλη τη διάρκεια συνεδρίων που
συμμετέχουν. 3. Οι αναφερόμενες στην παρ. 2 άδειες απουσίας περιορίζονται σε τριάντα (30) μέρες το
χρόνο για τα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής, αλλιώς του Προεδρείου των μη αντιπροσωπευτικών
τριτοβάθμιων οργανώσεων και στο 1/3 του αναφερόμενου στα εδάφ. β' και γ' χρόνου προκειμένου για
την αμέσως επόμενη, της πιο αντιπροσωπευτικής, οργάνωση. 4. Ο χρόνος απουσίας των
εργαζομένων κατά τις διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου θεωρείται χρόνος πραγματικής
εργασίας για όλα τα δικαιώματα που απορρέουν από την εργασιακή και ασφαλιστική σχέση εκτός από
το δικαίωμα λήψεως αποδοχών για τον αντίστοιχο χρόνο. Οι ασφαλιστικές εισφορές συνδικαλιστικών
στελεχών για το χρόνο της συνδικαλιστικής αδειάς τους καταβάλλονται από την οργάνωσή τους. 5. Για
κάθε διαφωνία σχετική με την εφαρμογή των διατάξεων αυτού του άρθρου αποφασίζει, ύστερα από
αίτηση της μιάς ή της άλλης πλευράς, η Επιτροπή του άρθρου 15 αυτού του νόμου.
14
Αρθρο: 18 ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ - ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ
Κείμενο Αρθρου
1. Οι διατάξεις των άρθρ. 14, 15, 16, 17 αποτελούν ελάχιστα συνδικαλιστικά δικαιώματα. 2. Ρυθμίσεις
ευνοϊκότερες για την άσκηση των δικαιωμάτων αυτών που έχουν ήδη αποκτηθεί ή θα αποκτηθούν με
συμφωνία μισθωτών και εργοδοτών ή με Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας ή Διαιτητικές Αποφάσεις
υπερισχύουν.
Αρθρο: 19 ΑΠΕΡΓΙΑ
Σχόλια: Η περίπτ. ζ της παρ. 2 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε και η περίπτ. θ της παρ. 2
προστέθηκε με τις παρ. 1 και 2, αντίστοιχα, άρθρου 3 Ν. 1915/1990 (ΦΕΚ Α' 186). Σύμφωνα με την
παρ. 6 άρθρου 3 Ν. 2224/1994 (ΦΕΚ Α' 112), η προσφυγή ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων για
θέματα σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος άρθρου και των άρθρων 20, 21 και 22 του παρόντος
νόμου, όπως τροποποιούνται από τις διατάξεις του Ν. 2224/1994, και σχετικά με την εφαρμογή του
άρθρου 3 Ν. 2224/1994, δεν μπορεί να ασκηθεί κατά το χρόνο διεξαγωγής του δημόσιου διαλόγου.
Κείμενο Αρθρου
1. Η απεργία αποτελεί δικαίωμα των εργαζομένων που ασκείται από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις
α) ως μέσο για τη διαφύλαξη και προαγωγή των οικονομικών, εργασιακών, συνδικαλιστικών και
ασφαλιστικών συμφερόντων των εργαζομένων και ως εκδήλωση αλληλεγγύης για τους αυτούς
σκοπούς και β) ως εκδήλωση αλληλεγγύης εργαζόμενων επιχειρήσεων ή εκμεταλλεύσεων που
εξαρτώνται από πολυεθνικές εταιρείες προς εργαζομένους σε επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις ή στην
έδρα της ίδιας πολυεθνικής εταιρείας και εφόσον η έκβαση της απεργίας των τελευταίων θα έχει
άμεσες επιπτώσεις στα οικονομικά ή εργασιακά συμφέροντα των πρώτων. Η απεργία στην περίπτ. β'
κηρύσσεται μόνο από την πιό αντιπροσωπευτική τριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση. Για την
άσκηση του δικαιώματος της απεργίας απαιτείται προειδοποίηση του εργοδότη ή της συνδικαλιστικής
του οργάνωσης 24 τουλάχιστον ώρες πριν από την πραγματοποίησή της. 2. Η απεργία των
εργαζομένων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου στο δημόσιο, στους οργανισμούς τοπικής
αυτοδιοίκησης, στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, στις επιχειρήσεις δημόσιου χαρακτήρα ή
κοινής ωφέλειας, η λειτουργία των οποίων έχει ζωτική σημασία για την εξυπηρέτηση, βασικών
αναγκών του κοινωνικού συνόλου, επιτρέπεται μετά από την τήρηση της διαδικασίας των άρθρων 20
παρ. 2 και 21 του παρόντος. Επιχειρήσεις δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας, η λειτουργία των
οποίων έχει ζωτική σημασία για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου,
χαρακτηρίζονται οι επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις: α) Παροχής υγειονομικών υπηρεσιών από
νοσηλευτικά εν γένει ιδρύματα. β) Διύλισης και διανομής ύδατος γ) Παραγωγής και διανομής
ηλεκτρικού ρεύματος ή καυσίμου αερίου. δ) Παραγωγής ή διύλισης ακάθαρτου πετρελαίου. ε)
Μεταφοράς προσώπων και αγαθών από την ξηρά, τη θάλασσα και τον αέρα. στ) Τηλεπικοινωνιών και
ταχυδρομείων, Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης. "ζ) Αποχέτευσης και απαγωγής ακαθάρτων υδάτων και
15
λυμάτων και αποκομιδής και εναπόθεσης απορριμάτων". η) Φορτεκφόρτωσης και αποθήκευσης
εμπορευμάτων στα λιμάνια. "θ) Τραπέζης της Ελλάδος, Πολιτικής Αεροπορίας και κάθε είδους
υπηρεσίες ή τμήματα υπηρεσιών που απασχολούνται με την εκκαθάριση και πληρωμή των μισθών
του προσωπικού του κατά το άρθρο 51 του Ν. 1892/1990 δημοσίου τομέα".
Αρθρο: 20 ΑΙΤΗΜΑΤΑ
Σχόλια: Οι παρ. 3 και 4, οι οποίες είχαν προστεθεί με το άρθρο 2 Ν. 1915/1990 (ΦΕΚ Α' 186),
καταργήθηκαν από 06.07.1994 μετά από την κατάργηση του άρθρου 2 Ν. 1915/1990 με την παρ. 1
άρθρου 10 Ν. 2224/1994 (ΦΕΚ Α' 112). Σύμφωνα με την παρ. 6 άρθρου 3 Ν. 2224/1994, η προσφυγή
ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων για θέματα σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος άρθρου και
των άρθρων 19, 21 και 22 του παρόντος νόμου, όπως τροποποιούνται από τις διατάξεις του Ν.
2224/1994, και σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 3 Ν. 2224/1994, δεν μπορεί να ασκηθεί κατά το
χρόνο διεξαγωγής του δημόσιου διαλόγου.
Κείμενο Αρθρου
1. Η απεργία στις πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις κηρύσσεται με απόφαση της Γενικής
Συνέλευσης. Για ολιγόωρες στάσεις εφόσον δεν πραγματοποιούνται την ίδια μέρα ή μέσα στην ίδια
εβδομάδα αρκεί απόφαση του διοικητικού συμβουλίου εκτός αν το καταστατικό ορίζει διαφορετικά. Η
απεργία στις πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις ευρύτερης περιφέρειας ή πανελλαδικής
έκτασης κηρύσσεται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, εκτός αν το καταστατικό ορίζει
διαφορετικά. Η απεργία στις δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις κηρύσσεται
με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου εκτός εάν το καταστατικό τους ορίζει διαφορετικά. Ενώσεις
προσώπων, κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 3 περίπτωση α' υποπερίπτωση γγ, μπορούν
να ασκήσουν το δικαίωμα απεργίας ύστερα από απόφαση, με μυστική ψηφοφορία, της πλειοψηφίας
των εργαζομένων σε εκμετάλλευση, επιχείρηση, δημόσια υπηρεσία, ΝΠΔΔ ή ΟΤΑ. Για τους
εργαζομένους σε εκμετάλλευση, επιχείρηση, δημόσια υπηρεσία, ΝΠΔΔ ή ΟΤΑ, εάν δεν υπάρχει
ένωση προσώπων ή επιχειρησιακό σωματείο ή κλαδικό σωματείο με μέλη τους περισσότερους από
αυτούς, την απόφαση για απεργία μπορεί να πάρει το πιό αντιπροσωπευτικό Εργατικό Κέντρο της
περιοχής που εργάζονται. Εργαζόμενοι του κλάδου ή της επιχείρησης που δεν είναι μέλη της
συνδικαλιστικής οργάνωσης που κήρυξε απεργία μπορούν να λάβουν μέρος σ' αυτή. 2. Προκειμένου
για εργαζόμενους του άρθρου 19 παρ. 2 κήρυξη απεργίας δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί πριν
περάσουν τέσσερις (4) πλήρεις ημέρες απ' τη γνωστοποίηση των αιτημάτων και των λόγων που τα
θεμελιώνουν με έγγραφο που κοινοποιείται με δικαστικό επιμελητή στον εργοδότη ή στους εργοδότες,
στο Υπουργείο το οποίο ασκεί τη σχετική εποπτεία και στο Υπουργείο Εργασίας. Η απεργία δεν
μπορεί ν' αφορά αιτήματα διάφορα από εκείνα που γνωστοποιήθηκαν. 3. (Παραλείπεται ως μη
ισχύουσα). 4. (Παραλείπεται ως μη ισχύουσα).
16
Αρθρο: 21 ΑΠΕΡΓΙΑ
Σχόλια: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 άρθρου 2 Ν. 2224/1994 (ΦΕΚ
Α' 112). Σύμφωνα με την παρ. 2 άρθρου 2 Ν. 2224/1994, η πρώτη εφαρμογή της διαδικασίας των
παρ. 5, 6 και 7 του παρόντος άρθρου για την κατάρτιση ειδικής συμφωνίας για το προσωπικό των
παρ. 1 και 2 αρχίζει από 01.10.1994. Σύμφωνα με την παρ. 6 άρθρου 3 Ν. 2224/1994, η προσφυγή
ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων για θέματα σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος άρθρου και
των άρθρων 19, 20 και 22 του παρόντος νόμου, όπως τροποποιούνται από τις διατάξεις του Ν.
2224/1994, και σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 3 Ν. 2224/1994, δεν μπορεί να ασκηθεί κατά το
χρόνο διεξαγωγής του δημόσιου διαλόγου.
Κείμενο Αρθρου
1. Κατά τη διάρκεια της απεργίας η συνδικαλιστική οργάνωση, η οποία την κηρύσσει, έχει υποχρέωση
να διαθέτει το αναγκαίο προσωπικό για την ασφάλεια των εγκαταστάσεων της επιχείρησης και την
πρόληψη καταστροφών και ατυχημάτων. 2. Στις υπηρεσίες, οργανισμούς και επιχειρήσεις που
αναφέρονται στο άρθρο 19 παρ. 2 του ν. 1264/1982, όπως συμπληρώθηκε με τις παραγράφους 1 και
2 του άρθρου 3 και του άρθρου 4 παρ. 1 του ν. 1915/1990 των οποίων η λειτουργία έχει ζωτική
σημασία για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου, πέραν του προσωπικού
ασφαλείας της προηγούμενης παραγράφου διατίθεται και προσωπικό για την αντιμετώπιση
στοιχειωδών αναγκών του κοινωνικού συνόλου κατά τη διάρκεια της απεργίας. 3. Το διατιθέμενο
προσωπικό των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού παρέχει τις υπηρεσίες του κάτω από τις
οδηγίες του εργοδότη, προς εκπλήρωση των σκοπών για τους οποίους διατίθεται. 4. Το προσωπικό
των παραγράφων 1 και 2 αυτού του άρθρου καθορίζεται με ειδική συμφωνία μεταξύ της
αντιπροσωπευτικής συνδικαλιστικής οργάνωσης στην επιχείρηση και της διοίκησης της επιχείρησης.
Η πλέον αντιπροσωπευτική είναι η συνδικαλιστική οργάνωση, η οποία έχει ως μέλη τους
εργαζόμενους, που προέρχονται από όλους τους κλάδους της επιχείρησης. Αν στην επιχείρηση
υπάρχουν περισσότερες συνδικαλιστικές οργανώσεις, αντιπροσωπευτικότερη είναι εκείνη που
συγκεντρώνει το μεγαλύτερο αριθμό μελών, που ψήφισαν κατά τις τελευταίες εκλογές για την ανάδειξη
διοίκησης, ανεξάρτητα από τις ειδικότητες των εργαζομένων που είναι μέλη της. Οι λοιπές
συνδικαλιστικές οργανώσεις δικαιούνται να παρέμβουν στις διαπραγματεύσεις και τις λοιπές
διαδικασίες. 5. Για τις επιχειρήσεις δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας πέραν του προσωπικού
της παρ. 2 με την ίδια συμφωνία είναι δυνατόν να καθορίζονται οι συγκεκριμένες ανάγκες του
κοινωνικού συνόλου, τις οποίες πρέπει να καλύπτει η επιχείρηση σε περίπτωση απεργίας και οι
συνέπειες για την παραβίαση της συμφωνίας. Κριτήρια για τα θέματα αυτά αποτελούν το είδος και η
κοινωνική κρισιμότητα των υπηρεσιών και αγαθών, που παρέχει η επιχείρηση και η ανάγκη
διασφάλισης της άσκησης του δικαιώματος της απεργίας. 6. Η συμφωνία καταρτίζεται με απευθείας
διαπραγματεύσεις μεταξύ των μερών. Εως την 5η Νοεμβρίου κάθε ημερολογιακού έτους ένα από τα
ενδιαφερόμενα μέρη καλεί το άλλο σε διαπραγμάτευση με εξώδικη κλήση, στην οποία περιέχεται
υποχρεωτικά η πρόταση για καθορισμό του προσωπικού των παραγράφων 1 και 2 αυτού του άρθρου.
Η κλήση επιδίδεται με δικαστικό επιμελητή και κατά τον ίδιο τρόπο κοινοποιείται στο Υπουργείο
17
Εργασίας. 7. Η συμφωνία καταρτίζεται το αργότερο έως τις 25 Νοεμβρίου κάθε ημερολογιακού έτους
και κατατίθεται στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας, μέσα σε πέντε (5) ημέρες από την
υπογραφή της. Η συμφωνία αυτή ισχύει ολόκληρο το ημερολογιακό έτος που ακολουθεί. 8. Εάν δεν
τηρηθεί η διαδικασία της παρ. 5 αυτού του άρθρου ή αν η συμφωνία δεν καταρτισθεί έως την 25η
Νοεμβρίου ή δεν κατατεθεί στο Υπουργείο Εργασίας μέσα στην προθεσμία που ορίζεται στην παρ. 5
του άρθρου αυτού τα μέρη υποχρεούνται να προσφύγουν στη διαδικασία της μεσολάβησης σύμφωνα
με τις διατάξεις του άρθρου 15 του ν. 1876/1990 (ΦΕΚ 27 Α'). Η μεσολάβηση πρέπει να ολοκληρωθεί
μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την ανάληψη των καθηκόντων του μεσολαβητή. Εάν η
μεσολάβηση δεν καταλήξει σε συμφωνία κάθε ενδιαφερόμενη πλευρά έχει δικαίωμα να παραπέμψει
το θέμα στην επιτροπή του άρθρου 15 του ν. 1264/1982, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 25 του
ν. 1545/1985. 9. Ολα τα ζητήματα των παραγράφων 1, 2, 3 και 4 αυτού του άρθρου μπορούν να
ρυθμίζονται και με συλλογικές συμβάσεις εργασίας για όλες τις επιχειρήσεις ανεξάρτητα από το
δημόσιο ή μη χαρακτήρα τους και την υπαγωγή τους ή μη στην κοινή ωφέλεια.
Αρθρο: 22 ΑΝΤΑΠΕΡΓΙΑ ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΑΠΕΡΓΙΑ
Σχόλια: Η εντός " " φράση στο πρώτο εδάφιο της παρ. 4 τέθηκε σε αντικατάσταση της φράσης "το
μονομελές πρωτοδικείο" με το άρθρο 5 Ν. 1915/1990 (ΦΕΚ Α' 186. Η εντός " " προθεσμία του
δευτέρου εδαφίου της παρ. 4 (που ήταν 5 ημέρες) έγινε 3 ημέρες με το άρθρο 5 Ν. 1915/1990. Το
εντός ( ) τρίτο εδάφιο της παρ. 4 προστέθηκε με το άρθρο 5 του Ν. 1915/1990. Πλήν όμως, οι
τροποποιήσεις αυτές του παρόντος άρθρου καταργήθηκαν από 06.07.1994 μετά από την κατάργηση
του άρθρου 5 Ν. 1915/1990 με την παρ. 1 άρθρου 10 Ν. 2224/1994 (ΦΕΚ Α' 112). Σύμφωνα με την
παρ. 6 άρθρου 3 Ν. 2224/1994, η προσφυγή ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων για θέματα σχετικά
με την εφαρμογή του παρόντος άρθρου και των άρθρων 19, 20 και 21 του παρόντος νόμου, όπως
τροποποιούνται από τις διατάξεις του Ν. 2224/1994, και σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 3 Ν.
2224/1994, δεν μπορεί να ασκηθεί κατά το χρόνο διεξαγωγής του δημόσιου διαλόγου.
Κείμενο Αρθρου
1. Απαγορεύεται κατά τη διάρκεια νόμιμης απεργίας η πρόσληψη απεργοσπαστών. 2. Απαγορεύεται η
ανταπεργία (λόκ-άουτ). 3. Δεν επιτρέπεται η δικαστική απαγόρευση απεργίας με ασφαλιστικά μέτρα.
4. Για διαφορές που προκύπτουν από την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρ. 19-22 αποφασίζει "ο
πρόεδρος πρωτοδικών" της έδρας της συνδικαλιστικής οργάνωσης που έχει κηρύξει την απεργία,
κατά τη διαδικασία των άρθρων 663 έως 676 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Σε επείγουσες
περιπτώσεις οι πρόεδροι των αρμοδίων πρωτοβαθμίων και δευτεροβαθμίων δικαστηρίων
προσδιορίζουν σύντομη δικάσιμη και συντέμνουν τις προθεσμίες επίδοσης των δικόγραφων, ώστε η
συζήτηση να πραγματοποιηθεί μέσα σε "τρείς (3)" ημέρες από την κατάθεσή τους, ανεξάρτητα από
τον αριθμό των υποθέσεων που εκκρεμούν. (Για την έφεση αποφασίζει ο πρόεδρος εφετών κατά τα
οριζόμενα στο άρθρ. 674 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας). Η προθεσμία της έφεσης είναι τρείς (3)
ημέρες.
18
Αρθρο: 23 ΑΠΟΛΥΣΗ ΛΟΓΩ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΔΡΑΣΗΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗΣ
ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ
Κείμενο Αρθρου
1. Ο εργοδότης και οι εκπρόσωποί του, ως και οποιοσδήποτε τρίτος, που παραβαίνει τις διατάξεις του
άρθρου 4 παρ. 2 και 3 του νόμου αυτού, τιμωρούνται με φυλάκιση ή και με χρηματική ποινή μέχρι
5.000.000 δραχμών και εφόσον δεν προβλέπεται βαρύτερη ποινή από άλλη διάταξη. 2. Ο εργοδότης
και οι εκπρόσωποί του, που παραβαίνουν τις διατάξεις του άρθρ. 14 παρ. 5, 8 και 9 ή που αρνούνται
την πραγματική απασχόληση εργαζομένου που η απόλυσή του έχει κριθεί άκυρη με δικαστική
απόφαση ή που αρνούνται την επαναπρόσληψη και πραγματική απασχόληση των εργαζομένων που
αναφέρονται στο άρθρ. 24, τιμωρούνται με φυλάκιση ή και με χρηματική ποινή μέχρις 1.000.000 δρχ.
για κάθε παράβαση ή άρνηση. 3. Οποιοσδήποτε παραποιεί ή νοθεύει το αποτέλεσμα εκλογών για την
ανάδειξη συλλογικών οργάνων ή αντιπροσώπων οποιασδήποτε συνδικαλιστικής οργάνωσης
τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστο τριών μηνών και εάν πρόκειται για μέλος εφορευτικής επιτροπής με
φυλάκιση τουλάχιστο έξη μηνών. 4. Οποιος χρησιμοποιεί την επωνυμία ή αντιποιείται την
εκπροσώπηση συνδικαλιστικής οργάνωσης χωρίς δικαίωμα, για δικό του όφελος, τιμωρείται με
φυλάκιση μέχρις ενός έτους, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη. 5. Οποιος
εμποδίζει με σωματική ή ψυχολογική βία τις συνεδριάσεις της διοίκησης ή τις συνελεύσεις μελών
συνδικαλιστικών οργανώσεων τιμωρείται με φυλάκιση μέχρις ενός έτους, αν η πράξη δεν τιμωρείται
βαρύτερα από άλλη διάταξη.
Αρθρο: 24 ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΠΟ ΑΠΟΛΥΣΗ ΑΠΟΛΥΣΗ ΛΟΓΩ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΔΡΑΣΗΣ
Κείμενο Αρθρου
1. Μέλη διοικήσεων ως και ιδρυτικά μέλη συνδικαλιστικών οργανώσεων μέσα στα όρια των παρ. 6 και
8 του άρθρ. 14 που έχουν απολυθεί μετά την ισχύ του νόμου 330/1976 επαναπροσλαμβάνονται στην
επιχείρηση, η οποία έχει καταγγείλει τη σύμβαση εργασίας τους, χωρίς άλλη διατύπωση. Η διάταξη
του εδαφ. α' δεν εφαρμόζεται εάν η καταγγελία της σύμβασης έγινε για παράβαση ποινικού νόμου,
εκτός των διατάξεων του νόμου 330/1976 και του άρθρου 332 Π.Κ., για την οποία έχει εκδοθεί
δικαστική απόφαση. 2. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 εφαρμόζεται και για τους εργαζόμενους των
οποίων οι συμβάσεις εργασίας έχουν καταγγελθεί κατά τις διατάξεις του άρθρου 38 του Ν. 330/1976
εφόσον ήσαν άνεργοι κατά την 1.4.1982 και εξακολουθούν ή κατέστησαν άνεργοι μέχρι τη δημοσίευση
αυτού του νόμου, χωρίς υπαιτιότητά τους ή η εργασία τους μειονεκτεί σοβαρά σε σχέση με εκείνη από
την οποία απολύθηκαν. 3. Εργαζόμενοι, των οποίων οι συμβάσεις εργασίας έχουν καταγγελθεί μετά
την ισχύ του νόμου 330/1976, ένα μήνα πριν κηρυχθεί η απεργία, κατά τη διάρκειά της και μέσα σε
δύο μήνες μετά από τη λήξη της απεργίας στην οποία έλαβαν μέρος στην Επιχείρηση ή τον κλάδο
απασχόλησής τους επαναπροσλαμβάνονται στην επιχείρηση, η οποία έχει καταγγείλει τη σύμβαση
εργασίας τους, χωρίς άλλη διατύπωση, εφόσον ήσαν άνεργοι κατά την 1.4.1982 και εξακολουθούν ή
19
κατέστησαν άνεργοι μετά τη δημοσίευση αυτού του νόμου χωρίς υπαιτιότητά τους ή η εργασία τους
μειονεκτεί σοβαρά σε σχέση με εκείνη από την οποία απολύθηκαν. Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται
εάν έχει κριθεί με δικαστική απόφαση ότι η απόλυση δεν έγινε για συνδικαλιστικούς λόγους ή αν
πρόκειται για εποχιακά απασχολούμενους, όπως αυτό προκύπτει από τη φύση της παραγωγικής
λειτουργίας της επιχείρησης. Η διάταξη του εδάφ. β' της παρ. 1 ισχύει και στις περιπτώσεις της
παραγράφου αυτής. 4. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται οι παρ. 1, 2 και 3 εδάφ. γ' αν έχει εκδοθεί
αμετάκλητη δικαστική απόφαση σε βάρος του εργαζομένου η επαναπρόσληψη έχει την έννοια
αναγκαστικής σύναψης νέας σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου. 5. Ο εργοδότης έχει την
υποχρέωση να επαναπροσλάβει τον εργαζόμενο που έχει απολυθεί κατά τις παρ. 1, 2 και 3 και
εφόσον ο εργαζόμενος του κοινοποιήσει σχετική έγγραφη δήλωση με δικαστικό επιμελητή μέσα σε
ανατρεπτική προθεσμία 60 ημερών από τη δημοσίευση του νόμου αυτού. Η προθεσμία αυτή αρχίζει
μετά το τέλος της εκκρεμούς ποινικής δίκης για τις περιπτώσεις των παρ. 1 εδάφ. β' και 3 εδάφ. γ' του
άρθρου αυτού. 6. Αν οι εργαζόμενοι που θα υποβάλλουν τη δήλωση επαναπρόσληψης της παρ. 4
υπερβαίνουν το 5% αλλά όχι το 10% των απασχολουμένων στην επιχείρηση, ο εργοδότης έχει την
υποχρέωση να τους επαναπροσλάβει ισομερώς κατά μήνα μέσα σ' ένα εξάμηνο από το τέλος της
προθεσμίας υποβολής της παραπάνω δήλωσης. Αν υπερβαίνουν το 10% και για το ποσοστό πέραν
του 10% και μέχρι 20% προσλαμβάνονται ισομερώς κατά μήνα μέσα στον επομένο χρόνο. Η
πρόσληψη γίνεται με τη σειρά υποβολής της παραπάνω δήλωσης και με προτίμηση των εργαζομένων
της παρ. 1, στη συνέχεια της παρ. 2 και τέλος της παρ. 3, και μέσα σε κάθε ομάδα με προτίμηση όσων
είχαν μεγαλύτερη προϋπηρεσία στην επιχείρηση. Εκείνοι που δεν καλύπτονται από τα παραπάνω
ποσοστά έχουν δικαίωμα προτίμησης σε μελλοντικές τυχόν προσλήψεις. Αποζημιώσεις που έχουν
τυχόν καταβληθεί δεν επιστρέφονται από τους επαναπροσλαμβανόμενους. 7. Για διαφορές που
προκύπτουν σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού, αποφασίζει το Μονομελές
Πρωτοδικείο είτε του τόπου της έδρας της επιχείρησης είτε του τόπου παροχής της εργασίας με τη
διαδικασία των άρθρων 663 - 676 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Οι διατάξεις του δεύτερου
εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 22 εφαρμόζονται ανάλογα. 8. Στις περιπτώσεις της παρ. 6 αν η
επιχείρηση που υποχρεώνεται στην επαναπρόσληψη βρίσκεται σε προφανή οικονομική αδυναμία ν'
αντιμετωπίσει τις πρόσθετες δαπάνες από τις επαναπροσλήψεις μπορεί να υπαχθεί με απόφαση του
Υπουργού Εργασίας στα προγράμματα του ΟΑΕΔ για την επιδότηση δημιουργίας νέων θέσεων
απασχόλησης, με βάση τους όρους και ύστερα από τη διαδικασία που ορίζει το κάθε πρόγραμμα.
Αρθρο: 25 ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ-ΣΥΝΔΙΚΑΤΑ
Κείμενο Αρθρου
1. Επί ένα χρόνο από τη δημοσίευση αυτού του νόμου εάν το όργανο που είναι αρμόδιο κατά το
καταστατικό της ή με εξουσιοδότηση του οργάνου αυτού το Προεδρείο της ν' αποφασίσει την εγγραφή
μελών σε οποιαδήποτε οργάνωση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 δεν δεχτεί την αίτηση του
εργαζομένου ή της οργάνωσης που θέλει να εγγραφεί ή μέσα σε 10 μέρες από την υποβολή της για
πρωτοβάθμια οργάνωση και 20 μέρες για δευτεροβάθμια ή τριτοβάθμια δεν έχει γνωστοποιηθεί η
20
απόφαση για την αποδοχή ή απόρριψη της αίτησης στον αιτούντα, αυτός έχει δικαίωμα να προσφύγει
στο αρμόδιο Ειρηνοδικείο και να ζητήσει την εγγραφή κατά τη διαδικασία των άρθρων 663 και επ. του
Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Οι λοιπές διατάξεις της παρ. 6 και η παρ. 7 του άρθρ. 7 εφαρμόζονται
ανάλογα. Η προθεσμία της παρ. 7 του άρθρου 7 ορίζεται σε 45 μέρες για τις πρωτοβάθμιες και 75
μέρες για τις λοιπές οργανώσεις. Οι διατάξεις του άρθρου 22 παρ. 4 εφαρμόζονται ανάλογα. 2. Ενα
τουλάχιστο μήνα πριν από την πρώτη μετά την έναρξη εφαρμογής αυτού του νόμου συνέλευση κάθε
συνδικαλιστικής οργάνωσης, η διοίκηση της οφείλει να προβεί στην εκκαθάριση του μητρώου των
μελών της σύμφωνα με όσα ορίζονται στις παρ. 1 και 2 του άρθρ. 7 και 2 και 3 του άρθρου 28 του
νόμου αυτού. Για την περίπτωση μη συμμόρφωσης της διοίκησης ως και για διαφορές που μπορεί να
προκύψουν αποφασίζει το αρμόδιο Ειρηνοδικείο και εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των άρθρων 7
παρ. 7 και 22 παρ. 4 του νόμου αυτού.
Αρθρο: 26 ΕΚΛΟΓΕΣ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΤΙΚΟΤΗΤΑ
ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ
Κείμενο Αρθρου
1. Η Συνέλευση των μελών κάθε συνδικαλιστικής οργάνωσης μπορεί να αποφασίσει την άμεση
εφαρμογή των σχετικών με τις εκλογές διατάξεων του νόμου αυτού. Η συνέλευση, που θα αποφασίσει
σχετικά και σε καταφατική περίπτωση θα προχωρήσει στην εκλογή εφορευτικής επιτροπής και στη
συνέχεια στην εκλογή του διοικητικού συμβουλίου, της ελεγκτικής επιτροπής και αντιπροσώπων,
συγκαλείται ύστερα από έγγραφη αίτηση του 1/10 των μελών της προς το αρμόδιο για τη σύγκλησή
της όργανο σύμφωνα με το καταστατικό της οργάνωσης. Αν σε 15 μέρες δεν γνωστοποιηθεί στον
πρώτο από τους αιτούντες με έγγραφο του αρμοδίου οργάνου η αποδοχή της αίτησης ή δεν
κοινοποιηθεί και δημοσιευθεί, όπως ορίζεται στην παρ. 4 αυτού του άρθρου, η πρόσκληση για
συνέλευση, το Μονομελές Πρωτοδικείο της έδρας της οργάνωσης εξουσιοδοτεί τους αιτούντες ή
ορισμένους από αυτούς και ύστερα από αίτησή τους που συζητείται με τη διαδικασία των άρθρων 739
και επ. του ΚΠολΔ να συγκαλέσουν αυτοί τη Γενική Συνέλευση και ρυθμίζει την προεδρία της. Η
Συνέλευση αποφασίζει με σχετική πλειοψηφία των παρόντων μελών της και με τις απαρτίες που
προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου 8 του νόμου αυτού χωρίς την επιφύλαξη της διάταξης του
άρθρ. 99 του Αστικού Κώδικα. 2. Αν η Συνελεύση αποφασίσει αρνητικά συνεχίζεται κανονικά η θητεία
των οργάνων με την επιφύλαξη του άρθρου 9 παράγραφος 1 εδάφιο β'. Αν πρόκειται για συνέλευση
πρωτοβάθμιας οργάνωσης, στην περίπτωση αυτή, αμέσως μετά την ανακοίνωση της αρνητικής της
απόφασης καλείται από τον πρόεδρό της ν' αποφασίσει εάν θ' αντιπροσωπευθεί στην τριτοβάθμια
οργάνωση διά μέσου του Εργατικού Κέντρου ή της Ομοσπονδίας που τυχόν ανήκει. Η παρ. 2β του
άρθρου 10 εφαρμόζεται κατά τα λοιπά αναλόγως. Σε περίπτωση που δεν πραγματοποιηθεί η
Συνέλευση των μελών σύμφωνα με τη διαδικασία της παρ. 1, η διοίκηση της πρωτοβάθμιας
συνδικαλιστικής οργάνωσης συγκαλεί τη Συνέλευση, η οποία αποφασίζει εάν θα αντιπροσωπευθεί
στην τριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση διά μέσου του Εργατικού Κέντρου ή της Ομοσπονδίας. Η
παρ. 2β του άρθρου 10 εφαρμόζεται και στις περιπτώσεις της παραγράφου αυτής. 3. Οι διατάξεις της
21
παρ. 1 εφαρμόζεται για τις πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις μετά τέσσερις μήνες, για τις
δευτεροβάθμιες μετά επτά μήνες και για τις τριτοβάθμιες μετά εννέα μήνες από τη δημοσίευση του
νόμου. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και αν συντρέχουν σπουδαίοι λόγοι μπορεί να
καθορίζεται χρόνος έναρξης των παραπάνω προθεσμιών έξη μηνών αντί τεσσάρων για τις
πρωτοβάθμιες οργανώσεις, εννέα μηνών αντί επτά για τις δευτεροβάθμιες οργανώσεις και δώδεκα
μηνών αντί εννέα για τις τριτοβάθμιες οργανώσεις ή ορισμένες εξ αυτών. 4. Προκειμένου για
πρωτοβάθμιες οργανώσεις με περισσότερα από 200 μέλη και επί ένα χρόνο από τη δημοσίευση του
νόμου αυτού, οι υπεύθυνοι για την σύγκληση συνελέυσεων οφείλουν, εκτός από άλλη τυχόν
πρόβλεψη του καταστατικού και πριν από 20 τουλάχιστο μέρες, να δημοσιεύσουν σε μιά ημερήσια και
αν δεν υπάρχει σε μια εβδομαδιαία εφημερίδα του τόπου της έδρας της οργάνωσης και να
κοινοποιήσουν με δικαστικό επιμελητή στις υπερκείμενες οργανώσεις πρόσκληση προς τα μέλη τους
για τη συνέλευση, που θα πραγματοποιηθεί με σημείωση για τον ακριβή τόπο και χρόνο και το σκοπό
της. Αν δεν γίνουν η δημοσίευση και οι κοινοποιήσεις της πρόσκλησης αυτής, η συνέλευση είναι
άκυρη. Στην περίπτωση αυτή, το Μονομελές Πρωτοδικείο με αίτηση του 1/20 των μελών της
οργάνωσης αποφασίζει όπως ορίζεται στην παρ. 1. 5. Για το πρώτο μετά την έναρξη ισχύος αυτού του
νόμου συνέδριο κάθε τριτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης, μπορεί η διοίκησή της να ζητήσει από
τις δευτεροβάθμιες οργανώσεις της δύναμής της να αντιπροσωπευτούν σ' αυτό με αντιπροσώπους
που η εκλογή τους θα έχει πραγματοποιηθεί το πολύ ενάμισυ χρόνο πριν από την ημέρα έναρξης του
συνεδρίου. Η απόφαση αυτή πρέπει να ανακοινωθεί στις δευτεροβάθμιες οργανώσεις το λιγότερο
τρεις μήνες πριν από την αποφασισμένη ημερομηνία του συνεδρίου.
Αρθρο: 27 ΠΟΡΟΙ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ
Κείμενο Αρθρου
1. Ο Οργανισμός Διαχειρίσεως Ειδικών Πόρων Εργασιακών Σωματείων (ΟΔΕΠΕΣ) καταργείται όπως
και το Ν.Δ. 891/1971 "περί οικονομικής υποβοηθήσεως εργασιακών σωματείων και ενώσεων". Η τύχη
της περιουσίας του καταργουμένου ΟΔΕΠΕΣ διέπεται αποκλειστικά από τις επόμενες διατάξεις. 2.
Από τη δημοσίευση αυτού του νόμου όλα τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του ΟΔΕΠΕΣ
αναλαμβάνονται από την Εργατική Εστία χωρίς άλλη διατύπωση. Η Εργατική Εστία εκπληρώνει τις
υποχρεώσεις του ΟΔΕΠΕΣ προς τις συνδικαλιστικές οργανώσεις με τη διαδικασία και τους όρους του
Π.Δ/τος 901/1976 "περί αντικαταστάσεως των διατάξεων του Π.Δ. 189/1975 και περί της οικονομικής
ενισχύσεως των επί τη βάσει του Νόμου 89/1975 ανασυσταθέντων εργατοϋπαλληλικών
επαγγελματικών σωματείων και ενώσεων" που εξακολουθεί να ισχύει μέχρι και τρείς (3) μήνες από την
κατάρτιση της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας ή την έκδοση της όμοιας έκτασης
απόφασης διαιτησίας ή του Π.Δ/τος που αναφέρονται στο άρθρο 6 του νόμου αυτού. Για το σκοπό
αυτό το προσωπικό του ΟΔΕΠΕΣ συνεχίζει να παρέχει τις υπηρεσίες του στην Εργατική Εστία μέχρι
την ολοκλήρωση των διαδικασιών και των ρυθμίσεων της παρ. 3. Ειδικά για τις οικονομικές ενισχύσεις
του έτους 1982 οι προθεσμίες της παρ. 1 περίπτ. δ' του άρθρ. 1 του Π.Δ/τος 901/1976 παρατείνονται
μέχρι 31.8.1982. 3. Ολοι οι εργαζόμενοι, μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού, στον ΟΔΕΠΕΣ,
22
μπορεί να ενταχθούν, ύστερα από αίτησή τους και απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της
Εργατικής Εστίας που εγκρίνεται από τον Υπουργό Εργασίας, ανεξάρτητα από το όριο ηλικίας τους,
σε αντίστοιχες προσωρινές θέσεις που θα συσταθούν στην Εργατική Εστία, ανάλογα με τις ανάγκες
της. Με Π.Δ/γμα, που θα εκδοθεί με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης,
Οικονομικών και Εργασίας, θα καθορισθούν οι λεπτομέρειες της ένταξης, οι κλάδοι και οι βαθμοί των
θέσεων που θα συσταθούν καθώς και τα τυπικά προσόντα διορισμού του προσωπικού που θα
ενταχθεί. Ειδικά για το προσωπικό του ΟΔΕΠΕΣ, ως προϋπηρεσία για την ένταξη αναγνωρίζεται και
αυτή που διανύθηκε στον ΟΔΕΠΕΣ. Κανένας από τους παραπάνω εργαζόμενους, που εντάσσεται
στην Εργατική Εστία σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού, δεν λαμβάνει συνολικά αποδοχές
λιγότερες από εκείνες που ελάμβανε πριν από την ένταξή του. Σε περίπτωση επί πλέον διαφοράς,
αυτή διατηρείται σαν προσωρινό επίδομα μέχρι την κάλυψή του. Οι εργαζόμενοι στον ΟΔΕΠΕΣ, που
για οποιοδήποτε λόγο δεν θα ενταχθούν ως μόνιμοι, σύμφωνα με τα παραπάνω είναι δυνατόν ύστερα
από αίτησή τους με απόφαση του Δ.Σ. της Εργατικής Εστίας που εγκρίνεται από τον Υπουργό
Εργασίας να συνεχίσουν την απασχόλησή τους στην Εργατική Εστία με τη σχέση και τους όρους που
εργάζονται σ' αυτόν. Στους υπόλοιπους η Εργατική Εστία οφείλει τις νόμιμες αποζημιώσεις σαν να
είχε καταγγελθεί η σύμβαση εργασίας τους και είχαν απολυθεί κατά τη δημοσίευση του παραπάνω
Π.Δ/τος.
Αρθρο: 28
Ημ/νία: 01.07.1982
Ημ/νία Ισχύος: 01.07.1982
Περιγραφή όρου θησαυρού: ΕΚΛΟΓΕΣ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΠΟΛΛΑΠΛΟΤΗΤΑ
ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ
Τίτλος Αρθρου: Λοιπές μεταβατικές διατάξεις.
Λήμματα: Μεταβατικές διατάξεις, Εκλογικό συνδικαλιστικό βιβλιάριο, Μέλη
συνδικαλιστικών οργανώσεων, Διαγραφή ποινών από ποινικά
μητρώα
Κείμενο Αρθρου
1. Μέχρις εκδόσεως του κατά την παρ. 2 του άρθρου 29 εκλογικού συνδικαλιστικού βιβλιαρίου ο
εργαζόμενος μέλος συνδικαλιστικής οργάνωσης χρησιμοποιεί το ασφαλιστικό βιβλιάριο υγείας όπου
γίνονται όλες οι εγγραφές που καθορίζει το άρθρο 13 παρ.1. 2. Εργαζόμενος που είναι μέλος σε
περισσότερα από δύο σωματεία κατά τη διάκριση της παρ. 1 του άρθρου 7 υποχρεούται μέσα σε 2
μήνες από τη δημοσίευση του νόμου αυτού να επιλέξει τις οργανώσεις στις οποίες θα είναι μέλος και
να ζητήσει τη διαγραφή του από τις λοιπές, Μετά την παραπάνω προθεσμία αν υπάρχουν πολλές
εγγραφές είναι έγκυρες μόνο οι δύο πρώτες κατά σειρά εγγραφής και με την διάκριση της παρ. 1 του
άρθρου 7. Τυχόν ωφελήματα από ασφαλιστική ή υγειονομική κάλυψη που απολαμβάνουν μέλη
σωματείου, από τη δύναμη του οποίου είτε διαγράφονται είτε αποχωρούν ύστερα από την παραπάνω
ρύθμιση, δε θίγονται. 3. Οσα αναφέρονται στην παρ. 2 του άρθρου αυτού ισχύουν ανάλογα για τις
πρωτοβάθμιες και δευτεροβάθμιες οργανώσεις, σε σχέση με όσα αναφέρονται στις παρ. 2 και 3 του
άρθρου 7. 4. Ποινές που έχουν επιβληθεί για πράξεις που πρόβλεπε και τιμωρούσε ο Ν. 330/1976 και
που δεν θεωρούνται αξιόποινες με το νόμο αυτό διαγράφονται από τα ποινικά μητρώα με φροντίδα
του αρμόδιου Εισαγγελέα.
23
Αρθρο: 29
Ημ/νία: 01.07.1982
Ημ/νία Ισχύος: 01.07.1982
Περιγραφή όρου θησαυρού: ΕΚΛΟΓΕΣ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ
Λήμματα: Εξουσιοδοτικές διατάξεις, Βιβλίο συνδικαλιστικών οργανώσεων,
Φάκελλος συνδικαλιστικών οργανώσεων, Βιβλία συνδικαλιστικών
οργανώσεων, Εκλογικό συνδικαλιστικό βιβλιάριο, Αμοιβή
δικαστικών αντιπροσώπων
Κείμενο Αρθρου
1. Με Π.Δ/τα που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Εργασίας και Δικαιοσύνης ρυθμίζονται οι
λεπτομέρειες α) της τήρησης του ειδικού βιβλίου και του φακέλλου συνδικαλιστικών οργανώσεων ως
και της χορήγησης αντιγράφων των εγγράφων και των βεβαιώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 2,
β) της τήρησης των βιβλίων των συνδικαλιστικών οργανώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 3. 2. Με
απόφαση του Υπουργού Εργασίας, μετά γνώμη της πιό αντιπροσωπευτικής τριτοβάθμιας οργάνωσης
της χώρας, καθορίζεται η διαδικασία εκδόσεως, το σχήμα και τα λοιπά στοιχεία του συνδικαλιστικού
εκλογικού βιβλιαρίου καθώς και οι εγγραφές που γίνονται σ' αυτό. 3. Με απόφαση του Υπουργού
Εργασίας ρυθμίζεται ο τρόπος και το ύψος της αμοιβής των δικαστικών αντιπροσώπων.
Αρθρο: 30
Ημ/νία: 09.09.1999
Ημ/νία Ισχύος: 01.07.1982
Περιγραφή όρου θησαυρού: ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ
Τίτλος Αρθρου: Συνδικαλιστικές ελευθερίες και δικαιώματα δημοσίων υπαλλήλων.
Λήμματα: Συνδικαλιστικά δικαιώματα δημοσίων υπαλλήλων, Συνδικαλιστικές
οργανώσεις δημοσίων υπαλλήλων, Μέλη συνδικαλιστικών
οργανώσεων δημοσίων υπαλλήλων, Διαγραφή μέλους
συνδικαλιστικής οργάνωσης δημοσίων υπαλλήλων, Συνδικαλιστικά
στελέχη δημόσιοι υπάλληλοι, Προστασία από μετάθεση, Επιτροπή
προστασίας συνδικαλιστικων στελεχών, Απεργία δημοσίων
υπαλλήλων, Διαδικασία κήρυξης απεργίας, Γνωστοποίηση
απεργιακών αιτημάτων, Απαγόρευση πρόσληψης απεργοσπαστών,
Συμμετοχή συνταξιούχων σε συνδικαλιστικές οργανώσεις
Σχόλια: Η φράση εντός εισαγ. της παρ. 1 προστέθηκε με τη παρ. 2 άρθρ. 27
Ν. 2738/1999 (ΦΕΚ Α 180), της οποίας φράσης η ισχύς αρχίζει από
9.9.1999.
Κείμενο Αρθρου
1. Ο νόμος αυτός, όπως είναι, εκτός από τις διατάξεις των άρθρων 14 παρ. 3-10, 16 παρ. 7-9, 22 παρ.
1 και 2, 24 και 27, εφαρμόζεται με τις ειδικές ρυθμίσεις που προβλέπονται παρακάτω ανάλογα και
στους έμμισθους πολιτικούς υπαλλήλους του Δημοσίου "με εξαίρεση τους υπαλλήλους της Εθνικής
Υπηρεσίας Πληροφοριών (Ε.Υ.Π.)", όπως και στους μόνιμους ή με θητεία υπαλλήλους των
Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, των εκκλησιαστικών
Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και λοιπών Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, ακόμη δε
και στους υπαλλήλους με σχέση ιδιωτικού δικαίου που κατέχουν οργανικές θέσεις, σύμφωνα με το
άρθρο 103 παρ. 3 του Συντάγματος. 2. Για την επέκταση της κατά την προηγούμενη παράγραφο
εφαρμογής, ως εργαζόμενοι λογίζονται και οι δημόσιοι υπάλληλοι. Οπου στον παρόντα νόμο
24
αναφέρονται οι λέξεις εργοδότης, επιχείρηση, εκμετάλλευση, με τον όρο αυτό νοούνται και το Δημόσιο
και τα πιο πάνω νομικά πρόσωπα με τις αρμόδιες υπηρεσίες τους. Οπου γίνεται λόγος για Εργατικό
Κέντρο, η μνεία δεν αφορά τους δημοσίους υπαλλήλους. 3. Δευτεροβάθμιες συνδικαλιστικές
οργανώσεις των δημοσίων υπαλλήλων είναι: α) Οι ομοσπονδίες των κατά κλάδους ή ειδικότητες
σωματείων, που τα μέλη τους υπάγονται οργανικά σε ένα ή και σε περισσότερα Υπουργεία ή τα
Ν.Π.Δ.Δ. της παρ. 1 του παρόντος και β) οι ομοσπονδίες σωματείων που τα μέλη τους υπάγονται
οργανικά στο ίδιο Υπουργείο ή στα κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου Ν.Π.Δ.Δ. ή ομάδα
Ν.Π.Δ.Δ. που τελεί υπό την εποπτεία του ίδιου Υπουργείου. Οπου υπάλληλοι ενός Υπουργείου
ανήκουν σε μία και ενιαία συνδικαλιστική οργάνωση του Υπουργείου αυτού, με περισσότερους
κλάδους, η οργάνωσή τους θεωρείται, για το λόγο αυτό, και σαν δευτεροβάθμια. Κάθε πρωτοβάθμια
οργάνωση μπορεί να γίνει μέλος σε μία μόνο δευτεροβάθμια, εφόσον δεν υπαρχει άλλη οργάνωση. Σε
περίπτωση που πρωτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση ανήκει σε περισσότερες από μία
δευτεροβάθμια οργανώσεις υποχρεούται, στην πρώτη γενική συνέλευση των μελών της, που θα
συγκληθεί μετά την ισχύ του νόμου αυτού, να αποφασίσει, σε ποιά δευτεροβάθμια (ομοσπονδία) θα
παραμείνει ως μέλος της. 4. Κάθε υπάλληλος, από το διορισμό του, μπορεί να γίνει μέλος μόνο μιάς
συνδικαλιστικής οργάνωσης των κατά κλάδους ή ειδικότητες διαρθρωμένων και μιας οργάνωσης του
χώρου εργασίας, αφού καταβάλει την ορισμένη από το καταστατικό συνδρομή. Εκτός των άλλων
περιπτώσεων που τυχόν ορίζει το καταστατικό της οργάνωσής του, ο υπάλληλος διαγράφεται από
μέλος αυτής, από το χρονικό σημείο της λύσης της υπαλληλικής σχέσης, καθως και αν δεν πήρε
μέρος στις δύο τελευταίες εκλογές, για την ανάδειξη της διοίκησης. 5. Με την επιφύλαξη του άρθρου
11 του Ν. 1256/1982 "για την πολυθεσία, την πολυαπασχόληση και την καθιέρωση ανωτάτου ορίου
απολαβών στο δημόσιο τομέα καθώς και για το Ελεγκτικό Συνέδριο, το Νομικό Συμβούλιο του
Κράτους και άλλες διατάξεις", δεν επιτρέπεται η μετάθεση των κατά την παράγραφο 1 του παρόντος
άρθρου δημοσίων υπαλλήλων, που είναι μέλη διοικητικών συμβουλίων ή προσωρινών διοικήσεων
πρωτοβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων, εφ' όσον αυτές ανήκουν σε δευτεροβάθμιες μέλη
τριτοβάθμιων οργανώσεων, χωρίς την έγγραφη συγκατάθεση των ίδιων των υπαλλήλων και της
συνδικαλιστικής τους οργάνωσης. Κατά τον ίδιο τρόπο προστατεύονται και τα μέλη των διοικήσεων
των δευτεροβάθμιων και των τριτοβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων. 6. Η επιτροπή του άρθρου
15 του νόμου αυτού όταν πρόκειται για δημοσίους υπαλλήλους αποτελείται: α) Από τον Πρόεδρο
Πρωτοδικών της περιφέρειας όπου παρέχει τις υπηρεσίες του ο υπάλληλος ή Πρωτοδίκη ή Ειρηνοδίκη
που ορίζεται απ' αυτόν, με την αναφερόμενη στο άρθρο 11 σειρά, για ετήσια θητεία. β) Από έναν
υπάλληλο, που ορίζει ο Υπουργός Προεδρίας Κυβερνήσεως, ύστερα από συνεννόηση με τον κατά
περίπτωση αρμόδιο Υπουργό. γ) Από έναν εκπρόσωπο των υπαλλήλων, που υποδεικνύει η πιο
αντιπροσωπευτική τριτοβάθμια οργάνωση της χώρας. 7. Η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 19 του
νόμου αυτού εφαρμόζεται και για το δικαίωμα απεργίας των δημοσίων υπαλλήλων. Ο χρόνος της
απεργίας των δημοσίων υπαλλήλων θεωρείται ως χρόνος πραγματικής δημοσίας υπηρεσίας, χωρίς
όμως να καταβάλλονται οι αποδοχές του χρόνου απεργίας. 8. α) Προκειμένου για δημοσίους
υπαλλήλους της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, κήρυξη της απεργίας δεν μπορεί να
πραγματοποιηθεί πριν περάσουν τέσσερις (4) πλήρεις μέρες, από τη γνωστοποίηση των αιτημάτων
και των λόγων που τα θεμελιώνουν, με έγγραφο που κοινοποιείται, με δικαστικό επιμελητή, στο
25
Υπουργείο Προεδρίας Κυβερνήσεως, στο Υπουργείο Οικονομικών, στο Υπουργείο που υπάγονται οι
υπάλληλοι αυτοί, καθώς επίσης και στις διοικήσεις των φορέων που εποπτεύονται απ' αυτό, όταν
πρόκειται για απεργία υπαλλήλων τους. β) Η απεργία κηρύσσεται από δευτεροβάθμιες ή τριτοβάθμιες
οργανώσεις μετά από απόφαση της Γενικής Συνέλευσης. 9. Κατά τη διάρκεια απεργίας των δημοσίων
υπαλλήλων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δεν επιτρέπεται η πρόσληψη έκτακτων
υπαλλήλων. 10. Στις πρωτοβάθμιες, δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις
των δημοσίων υπαλλήλων της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου δεν μπορούν να είναι μέλη
συνταξιούχοι ή συνδικαλιστικές οργανώσεις συνταξιούχων.
Αρθρο: 30Α
Ημ/νία: 30.04.1999
Ημ/νία Ισχύος: 05.12.1994
Περιγραφή όρου θησαυρού: ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΙ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ
ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ
Σχόλια: Το παρόν άρθρο προστέθηκε με το άρθρο 1 Ν. 2265/1994. Το εντός
" " τελευταίο εδάφιο της παρ. 8 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την
παρ. 4 άρθρου 12 Ν. 2713/1999 (ΦΕΚ Α' 89).- Σύμφωνα με την
παρ. 7 του άρθρου 12 του πδ 100/2003 (Α΄94/22.4.2003) περί
τοποθετήσεων, μεταθέσεων, αποσπάσεων και λοιπών
μετακινήσεων αστυνομικού προσωπικού, για τους Προέδρους, τους
Γενικούς Γραμματείς και τους αντιπροσώπους των Συνδικαλιστικών
Ενώσεων, μέχρι του βαθμού του Αστυν. Υποδιευθυντή
εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 8 του παρόντος
άρθρου, όπως προστέθηκε με το άρθρο 1 του Ν. 2265/1994
(Α'/209) και αντικαταστάθηκε με τη παράγραφο 4 του άρθρου 12
του Ν. 2713/1999 (Α'/89).
Κείμενο Αρθρου
"1. Ο νόμος αυτός, όπως ισχύει σήμερα, εκτός από τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 3, 7 παρ. 1 και 3,
11 παρ. 1 εδάφ. 2, 12, 14 παρ. 3-10, 15, 16 παρ. 5 και 7-9, 17, 18 παρ. 1, 19-22, 23 παρ. 1 και 2, 24,
26, 27 και 30, εφαρμόζεται ανάλογα, με τις ειδικές ρυθμίσεις που προβλέπονται στις επόμενες
παραγράφους του άρθρου αυτού και στους εν ενεργεία αστυνομικούς υπαλλήλους κάθε βαθμού της
Ελληνικής Αστυνομίας. 2. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, όπου στο νόμο
αυτόν χρησιμοποιούνται οι όροι "εργοδότης", "επιχείρηση" ή "εκμετάλλευση" νοείται το Δημόσιο και
όπου χρησιμοποιείται ο όρος "εργαζόμενοι" νοούνται οι υπάλληλοι της προηγούμενης παραγράφου.
Ομοίως, όπου γίνεται λόγος για "Εργατικό Κέντρο", η μνεία δεν αφορά τους υπαλλήλους της
προηγούμενης παραγράφου. 3. Με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 281 του Αστικού Κώδικα,
η άσκηση των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων των αστυνομικών υπαλλήλων δεν επιτρέπεται να
υπερβαίνει τα όρια που προσδιορίζονται από τις ιδιομορφίες, την αποστολή και ιδιαίτερα τον εθνικό,
κοινωνικό και υπερκομματικό χαρακτήρα της Ελληνικής Αστυνομίας. 4. Οι εν ενεργεία αστυνομικοί
υπάλληλοι επιτρέπεται να συστήσουν: α. Σε κάθε νομό μία ένωση αστυνομικών υπαλλήλων μέχρι και
το βαθμό του ανθυπαστυνόμου και σε κάθε διοικητική περιφέρεια μία ένωση αξιωματικών ως
πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις. Μέλη των οργανώσεων αυτών μπορούν να είναι μόνο
όσοι υπηρετούν στα όρια του νομού ή της διοικητικής περιφέρειας, αντίστοιχα. Οι αξιωματικοί
δύνανται, αντί της ένωσης αξιωματικών, να γίνονται μέλη της ένωσης αστυνομικών υπαλλήλων. Οι
26
ανθυπαστυνόμοι δύνανται αντί της ένωσης αστυνομικών υπαλλήλων να γίνονται μέλη της ένωσης
αξιωματικών. β. Μία ομοσπονδία των πρωτοβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων αστυνομικών
υπαλλήλων και μία ομοσπονδία των πρωτοβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων αξιωματικών, ως
δευτεροβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις. γ. Μία τριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση
(συνομοσπονδία), την οποία απαρτίζουν οι δύο παραπάνω ομοσπονδίες και στην οποία
εκπροσωπούνται με αριθμό αντιπροσώπων, που καθορίζεται με το καταστατικό της. Η διάταξη του
τρίτου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 9 του παρόντος νόμου δεν έχει εφαρμογή για την
εκπροσώπηση των ανωτέρω ομοσπονδιών στην τριτοβάθμια οργάνωση. 5. Κάθε αστυνομικός
υπάλληλος δικαιούται να είναι μέλος μόνο της πρωτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης του νομού
ή της διοικητικής περιφέρειας όπου υπηρετεί. Σε περίπτωση μετάθεσής του σε άλλο νομό ή σε άλλη
περιφέρεια διαγράφεται υποχρεωτικά από τη συνδικαλιστική οργάνωση, της οποίας ήταν μέλος και
δικαιούται να εγγραφεί στη συνδικαλιστική οργάνωση του νομού ή της διοικητικής περιφέρειας στην
οποία μετατίθεται. 6. Οι εισφορές των μελών παρακρατούνται από τη διαχείριση χρηματικού της
υπηρεσίας από την οποία πληρώνονται και αποδίδονται στις συνδικαλιστικές οργανώσεις του
παρόντος άρθρου, σύμφωνα με τις καταστάσεις μελών που υποβάλλονται από αυτές. 7. Από την
παρούσα δύναμη κάθε υπηρεσίας δεν επιτρέπεται να απουσιάζει, για συμμετοχή σε συνελεύσεις των
συνδικαλιστικών οργανώσεών τους, ποσοστό μεγαλύτερο του 1/3 των αξιωματικών και του 1/4 των
κατώτερων υπαλλήλων και με την προϋπόθεση ότι το επιτρέπουν οι ανάγκες της υπηρεσίας, κατά την
αιτιολογημένη κρίση του διοικητή της μονάδας. Αν τα μέλη που επιθυμούν να συμμετάσχουν σε
συνέλευση ξεπερνούν τα παραπάνω ποσοστά, διενεργείται κλήρωση μεταξύ τους με τρόπο που
ορίζεται στο καταστατικό της οικείας συνδικαλιστικής οργάνωσης. 8. Στον πρόεδρο και στο γενικό
γραμματέα κάθε συνδικαλιστικής οργάνωσης των αστυνομικών υπαλλήλων παρέχονται, για την
εκπλήρωση των συνδικαλιστικών τους υποχρεώσεων, ειδικές άδειες απουσίας έως τέσσερις (4)
ημέρες το μήνα κατ' ανώτατο όριο. Στους αντιπροσώπους της ομοσπονδίας παρέχεται άδεια
απουσίας καθόλη τη διάρκεια των συνεδρίων στα οποία μετέχουν, η οποία όμως δεν δύναται να
υπερβαίνει τις τέσσερις (4) ημέρες κατ' έτος. Οι δικαιούμενοι άδειας υποχρεούνται να ενημερώνουν για
τη χρήση της το διοικητή της υπηρεσίας τους, πριν δύο (2) τουλάχιστον ημέρες. "Τα παραπάνω
πρόσωπα με βαθμό μέχρι και Αστυνομικού Υποδιευθυντή δεν μετατίθενται, όσο διαρκεί η θητεία τους,
εκτός της περιοχής μετάθεσης, στην οποία υπηρετούν, αν δεν το ζητήσουν οι ίδιοι ή δεν κριθεί τούτο
αναγκαίο λόγω προαγωγής, άσκησης πειθαρχικής δίωξης για πειθαρχικό παράπτωμα, για το οποίο
προβλέπεται από τις οικείες διατάξεις ανώτερη πειθαρχική ποινή ή θέσης τους σε κατάσταση
διαθεσιμότητας για λόγους πειθαρχίας". 9. Η εκλογή των οργάνων και αντιπροσώπων των
συνδικαλιστικών οργανώσεων γίνεται από ενιαίο ψηφοδέλτιο, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται όλοι οι
υποψήφιοι. Κάθε εκλογέας μπορεί να θέσει αριθμό σταυρών ίσο με το 1/3 του αριθμού των εδρών του
διοικητικού συμβουλίου ή της ελεγκτικής επιτροπής ή των αντιπροσώπων. Σε περίπτωση κλάσματος,
ο επιτρεπόμενος αριθμός σταυρών στρογγυλοποιείται στον αμέσως προηγούμενο ακέραιο.
Εκλέγονται κατά σειρά οι υποψήφιοι που συγκέντρωσαν τους περισσότερους σταυρούς προτίμησης,
έως ότου συμπληρωθεί ο αριθμός των εδρών του διοικητικού συμβουλίου ή της ελεγκτικής επιτροπής
ή των αντιπροσώπων. 10. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των αστυνομικών υπαλλήλων, καθώς και τα
μέλη τους, δεν επιτρέπεται ιδίως: α. Να συμμετέχουν σε απεργίες, καθώς και σε κάθε είδους
27
εκδηλώσεις πολιτικών ή συνδικαλιστικών φορέων ή πολιτικών προσώπων ή να ασκούν προπαγάνδα
υπέρ ή κατά αυτών. Εξαιρούνται τα συνέδρια και οι πολιτιστικές εκδηλώσεις των συνδικαλιστικών
φορέων. β. Να προσχωρούν ή να γίνονται μέλη άλλων επαγγελματικών συνδικαλιστικών
οργανώσεων, εκτός των Διεθνών Αστυνομικών Συνδικαλιστικών Οργανώσεων, ή να εκπροσωπούν
άλλους εργαζόμενους. γ. Να αναμειγνύονται με οποιονδήποτε τρόπο σε θέματα διοίκησης των
Υπηρεσιών. 11. Οργανώσεις αστυνομικών υπαλλήλων της Ελληνικής Αστυνομίας, που έχουν ήδη
συσταθεί, οφείλουν να προσαρμόσουν τα καταστατικά τους στις ρυθμίσεις των παραπάνω διατάξεων
και να ζητήσουν την έγκριση αυτών από τα αρμόδια δικαστήρια μέσα σε δύο (2) μήνες από την έναρξη
ισχύος του νόμου αυτού. Οι οργανώσεις αυτές, καθώς και όσες ιδρυθούν βάσει του νόμου αυτού,
οφείλουν να προκηρύξουν εκλογές για την ανάδειξη των οργάνων τους όχι νωρίτερα από τέσσερις (4)
μήνες και όχι αργότερα από έξι (6) μήνες από την έγκριση του καταστατικού τους. Μόνο οι ενώσεις
αστυνομικών, που συνιστώνται και λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου,
εκπροσωπούν τα συμφέροντα των αστυνομικών. 12. Αστυνομικοί, που ως μέλη διοικητικού
συμβουλίου αστυνομικών οργανώσεων, τιμωρήθηκαν πειθαρχικά για παραπτώματα που είχαν άμεση
σχέση με τη συνδικαλιστική τους δράση, δικαιούνται, εφόσον είναι στην ενέργεια, να ζητήσουν την
επανένταξη των πειθαρχικών τους υποθέσεων, υποβάλλοντας σχετική αίτηση στην Υπηρεσία τους
εντός ανατρεπτικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος. Οι αιτήσεις
εξετάζονται από τα αρμόδια όργανα, τα οποία επέβαλαν τις πειθαρχικές ποινές".
Αρθρο: 30Β
Ημ/νία: 09.09.1999
Ημ/νία Ισχύος: 09.09.1999
Περιγραφή όρου θησαυρού: ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΕΥΠ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ
ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ
Τίτλος Αρθρου: Συνδικαλιστικά δικαιώματα πολιτικού προσωπικού Ε.Υ.Π.
Λήμματα: ΕΥΠ, Πολιτικό προσωπικό, Συνδικαλιστικά δικαιώματα
Σχόλια: Το παρόν άρθρο προστέθηκε με το άρθρο 27 παρ. 1 Ν. 2738/1999
(ΦΕΚ Α 180).
Κείμενο Αρθρου
"1. Ο νόμος αυτός, όπως ισχύει σήμερα, εκτός από ης διατάξεις των άρθρων 2, 3, 11 παρ.1 περίοδος
δεύτερη και παρ. 2, 12, 13 παρ. 2, 14 παρ. 3 έως και 10, 15.16 παρ. 7 έως και 9, 18, 19 έως και 22,
23 παρ. 1 και 2, 24, 26, 27 και 30 παρ. 1, 3, 5, 7, 8 και 9, εφαρμόζεται ανάλογα με τις ειδικές ρυθμίσεις
που προβλέπονται στις επόμενες παραγράφους του παρόντος όρθρου, στο μόνιμο πολιτικό
προσωπικό και στο ειδικό επιστημονικό προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου της Εθνικής
Υπηρεσίας Πληροφοριών (Ε.Υ.Π.). 2. Με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 281 του Αστικού
Κώδικα, η άσκηση των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων των υπαλλήλων της παρ. 1 δεν επιτρέπεται να
υπερβαίνει τα όρια που προσδιορίζονται από τις ιδιομορφίες, την αποστολή και ιδιαίτερα τον εθνικό,
κοινωνικό και υπερκομματικό χαρακτήρα της Ε.Υ.Π.. 3. Οι υπάλληλοι της παρ. 1 του παρόντος δεν
επιτρέπεται να είναι μέλη πρωτοβάθμιας οργάνωσης, της οποίας μέλη της υπάγονται οργανικά σε
άλλη υπηρεσία του Δημοσίου ή ν.π.δ.δ.. Δευτεροβάθμια συνδικαλιστική οργάνωσή τους επιτρέπεται
να είναι μόνον η ομοσπονδία των σωματείων που όλα τα μέλη τους υπάγονται οργανικά στην Ε.Υ.Π..
28
4. Η εκλογή των οργάνων στις πρωτοβάθμιες και τη δευτεροβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση γίνεται
από ενιαίο ψηφοδέλτιο, στο οποίο περιλαμβάνονται όλοι οι υποψήφιοι. Κάθε εκλογέας μπορεί να θέσει
αριθμό σταυρών ίσο με τον αριθμό των εδρών του Διοικητικού Συμβουλίου ή της Ελεγκτικής
Επιτροπής. Εκλέγονται κατά σειρά οι υποψήφιοι που συγκέντρωσαν τους περισσότερους σταυρούς
προτίμησης, έως ότου συμπληρωθεί ο αριθμός των εδρών του Διοικητικού Συμβουλίου ή της
Ελεγκτικής Επιτροπής. 5. Οι αντιπρόσωποι της δευτεροβάθμιας οργάνωσης στην τριτοβάθμια
οργάνωση, έχουν δικαίωμα να εκλέγονται στα όργανα διοίκησης και στα όργανα που υποκαθιστούν τις
συνελεύσεις της τριτοβάθμιας οργάνωσης, μόνον εφόσον οι εκλογές έγιναν από ενιαίο ψηφοδέλτιο και
σύμφωνα με την ανωτέρω διαδικασία. 6. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας
Διοίκησης και Αποκέντρωσης, μετά από εισήγηση του Διοικητή της Ε.Υ.Π., καθορίζονται: α) Η Αρχή ή
η Δημόσια Υπηρεσία στην οποία καταχωρούνται και ο τρόπος καταχωρίσεως των στοιχείων του
άρθρου 2 του παρόντος, καθώς και οι έννομες συνέπειες των εγγραφών. β) Η Αρχή ή η Δημόσια
Υπηρεσία στην οποία τηρείται ο φάκελος της παρ. 2 του άρθρου 2 του παρόντος, τα στοιχεία που
περιέχονται σε αυτόν, καθώς και οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες χορηγούνται σε συγκεκριμένα
πρόσωπα αντίγραφα των εγγράφων και βεβαιώσεις για τα καταχωρηθέντα στοιχεία. γ) Τα τηρούμενα
από τις πρωτοβάθμιες και τη δευτεροβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση των υπαλλήλων της παρ.1
βιβλία, ο τρόπος θεώρησής τους, τα στοιχεία που εγγράφονται σε αυτά και οι προϋποθέσεις υπό τις
οποίες παρέχεται σε συγκεκριμένα πρόσωπα πληροφόρηση για τα στοιχεία των εγγραφών. δ) Η Αρχή
ή η Δημόσια Υπηρεσία στην οποίο κατατίθενται και ο τρόπος φυλάξεως από αυτήν, των
προβλεπόμενων από τις διατάξεις του άρθρου 13 παρ. 2 του παρόντος και των παραγράφων 2 έως
και 4 του άρθρου 6 του ν.δ. 6341/1964 στοιχείων. ε) Κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη ρύθμιση των
ανωτέρω θεμάτων. 7. Οι πρωτοβάθμιες και η δευτεροβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση του παρόντος
άρθρου, καθώς και τα μέλη τους απαγορεύεται: α) Να κηρύσσουν ή να συμμετέχουν σε απεργίες,
καθώς και σε κάθε είδους εκδηλώσεις πολιτικών ή συνδικαλιστικών φορέων ή πολιτικών προσώπων ή
να ασκούν προπαγάνδα υπέρ ή κατά αυτών. Εξαιρούνται τα συνέδρια και οι πολιτιστικές εκδηλώσεις
που οργανώνονται από τις ίδιες τις πρωτοβάθμιες ή τη δευτεροβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση. β)
Να αναμειγνύονται με οποιονδήποτε τρόπο σε θέματα διοίκησης της υπηρεσίας τους. 8. Η θητεία των
Διοικητικών Συμβουλίων, των Ελεγκτικών Επιτροπών και των αντιπροσώπων στις πρωτοβάθμιες και
στη δευτεροβάθμια οργάνωση των υπαλλήλων της παρ. 1 του παρόντος λήγουν αυτοδικαίως με την
πάροδο τεσσάρων (4) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου. Μέσα στην ανωτέρω
προθεσμία οι συνελεύσεις των μελών των πρωτοβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων των
υπαλλήλων της παρ 1 του παρόντος άρθρου οφείλουν να εκλέξουν εφορευτική επιτροπή και στη
συνέχεια να προχωρήσουν στην εκλογή Διοικητικών Συμβουλίων, Ελεγκτικών Επιτροπών και
Αντιπροσώπων, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στην παρ. 4 του παρόντος άρθρου. Μετά την
πάροδο της ανωτέρω προθεσμίας μόνον οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, των οποίων τα όργανα
εκλέχθηκαν σύμφωνα με την ανωτέρω διαδικασία, εκπροσωπούν τα συμφέροντα των υπαλλήλων της
Ε.Υ.Π.. 9. Υπάλληλοι της Ε.Υ.Π. οι οποίοι, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου, έχουν
εκλεγεί στα όργανα διοίκησης ή στα όργανα που υποκαθιστούν τις συνελεύσεις τριτοβάθμιας
οργάνωσης χωρίς τη διαδικασία της παρ. 4 του παρόντος, μετατάσσονται υποχρεωτικώς σε
υπηρεσίες του Δημοσίου ή σε ν.π.δ.δ., με την ίδια σχέση εργασίας, εκτός και αν μέσα σε προθεσμία
29
δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου δηλώσουν με έγγραφό τους, που
επιδίδεται στην τριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση στην οποία έχουν εκλεγεί και κοινοποιείται στην
Ε.Υ.Π., ότι παραιτούνται από τη θέση στην οποία έχουν εκλεγεί. Η μετάταξη διενεργείται με κοινή
απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και του αρμόδιου
Υπουργού, εφαρμοζομένης αναλόγως της παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 1645/1986."
Αρθρο: 31
Ημ/νία: 01.07.1982
Ημ/νία Ισχύος: 01.07.1982
Περιγραφή όρου θησαυρού: ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΙ-ΣΥΝΤΑΚΤΕΣ ΛΥΣΗ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΣΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΕΦΗΜΕΡΙΔΩΝ
ΧΡΟΝΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Λήμματα: Εργαζόμενοι στον τύπο, Λύση εργασιακής σχέσης εργαζομένων
στον τύπο, Δικαίωμα εργασίας στον τύπο, Προσθήκη διάταξης
στον Α.Ν. 99/1967 άρθρο 4, Αληθής έννοια Ν. 1186/1981 άρθρο 9
παραγρ. 4, Υπολογισμός χρόνου υπηρεσίας τεχνικών τύπου,
Αποζημίωση απόλυσης τεχνικών τύπου
Σχόλια: Το άρθρο 4, όπως και τα άρθρα 1 έως 3 του Α.Ν. 99/1967 έπαυσαν
να ισχύουν μετά το άρθρο 9 Ν. 1387/1983.
Κείμενο Αρθρου
1. Η εργασιακή σχέση των απασχολούμενων στον Τύπο και η λύση της διέπεται από τις ισχύουσες
γενικές διατάξεις του Εργατικού Δικαίου καταργούμενης κάθε αντίθεσης ρύθμισης. 2. Κάθε διάταξη
νόμου που κατοχυρώνει, περιορίζει ή εξαρτά το δικαίωμα της εργασίας στον Τύπο και την παροχή
στους εργαζομένους σ' αυτόν παρεπόμενων της εργασίας τους δικαιώματων από τη συμμετοχή τους ή
μη σε συγκεκριμένη επαγγελματική οργάνωση ή από την υπαγωγή τους στο Ν. 1186/1981 ή σε
ορισμένο ασφαλιστικό φορέα, καταργείται. 3. Η ικανοποίηση των παρεπόμενων της εργασίας
δικαιωμάτων προϋποθέτει του λοιπού μόνο την απόδειξη ύπαρξης σύμβασης εργασίας με τον Τύπο.
4. Στο άρθρο 4 του Α.Ν. 99/1967 προστίθεται τέταρτη περίπτωση που έχει ως εξής: "δ) Επί
απολύσεων τεχνικών, απασχολουμένων εις τας Ημερησίας Εφημερίδας Αθηνών και Θεσσαλονίκης".
5. Η αληθινή έννοια της παρ. 4 του άρθρου 9 του Ν. 1186/1981 είναι ότι ο υπολογισμός του χρόνου
υπηρεσίας των Τεχνικών Τύπου στους οποίους αναφέρεται η διάταξη γίνεται κατά τις κείμενες
νομοθετικές διατάξεις ή Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας εφόσον ειδικά ρυθμίζουν το θέμα. 6. Η
αποζημίωση που προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις για την περίπτωση της οικειοθελούς
αποχωρήσεως λόγω συνταξιοδοτήσεως ή της απολύσεως των Τεχνικών Τύπου που συνδέονται με
σύμβαση εργασίας στις εφημερίδες Αθηνών και Θεσσαλονίκης, των οποίων η στοιχειοθεσία γίνεται εν
όλω ή εν μέρει σε λινοτυπικές μηχανές και η εκτύπωση σε κυλινδρικά πιεστήρια, ορίζεται στο ήμισυ.
Αρθρο: 32
Ημ/νία: 01.07.1982
Ημ/νία Ισχύος: 01.07.1982
Περιγραφή όρου θησαυρού: ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ-ΣΥΝΔΙΚΑΤΑ
Λήμματα: Κατάργηση Ν. 330/1976, Κατάργηση διατάξεων Α.Ν. 620/1945,
Κατάργηση Α.Ν. 1803/1951, Κατάργηση Ν. 643/1977, Κατάργηση
αντιθέτων διατάξεων
30
Κείμενο Αρθρου
Καταργούνται, με την επιφύλαξη της παρ. 2 εδάφ. β του άρθρου 1: 1. Ο Ν. 330/1976 "περί
επαγγελματικών σωματείων και ενώσεων και διασφαλίσεως της συνδικαλιστικής ελευθερίας". 2. Η
παρ. 2 του άρθρου μόνου του Α.Ν. 620/1945 "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των νόμων
148 του 1945, 274 του 1945 και 581 του ιδίου έτους". 3. Ο Α.Ν. 1803/1951 "περί προστασίας των
συνδικαλιστικών στελεχών". 4. Οι διατάξεις νόμων, βασιλικών δ/γμάτων, αναγκ. νόμων και ν.δ/των,
που είχαν καταργηθεί με το άρθρο 41 παρ. 1 του Ν. 330/1976 θεωρούνται επίσης καταργημένες. 5. Ο
Ν. 643/1977 "περί διασφαλίσεως της συνδικαλιστικής ελευθερίας των δημοσίων υπαλλήλων και περί
του δικαιώματος της απεργίας αυτών". 6. Οσες διατάξεις νόμων, δ/των και υπουργικών αποφάσεων
είναι αντίθετες προς τις διατάξεις του παρόντος νόμου ή αναφέρονται σε θέματα ρυθμιζόμενα με
αυτόν.
Αρθρο: 33 ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ Ν. 1264/1982
Κείμενο Αρθρου
Η ισχύς αυτού του νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης. Αθήναι, 30
Ιουνίου 1982

Διαβάστε περισσότερα...
 

blogger templates | Make Money Online