Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2007

N. 3144/2003

ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ. 3144/2003 (ΦΕΚ Α 111)

Κοινωνικός διάλογος για την προώθηση της απασχόλησης και την κοινωνική προστασία και άλλες διατάξεις

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:



Άρθρο 1
Εθνική Επιτροπή Απασχόλησης

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α
ΠΡΟΑΓΩΓΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ

1. Στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων συνιστάται Εθνική Επιτροπή για την Απασχόληση. Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αποτελείται από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ως Πρόεδρο με αναπληρωτή του τον Υφυπουργό, τους Γενικούς Γραμματείς των Υπουργείων Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Ανάπτυξης, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, τους Γενικούς Γραμματείς Ισότητας, Νέας Γενιάς και της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδος (Ε.Σ.Υ.Ε.), τον Διοικητή του ο.Α.Ε.Δ., από έναν (1) εκπρόσωπο της Κεντρικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδος (ΚΕ.Δ'κ'Ε.) και της Ένωσης Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων Ελλάδος (Ε.Ν.Α.Ε.) , από τρεις(3) εκπροσώπους της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδος (Γ.Σ.Ε.Ε.), από έναν (1) εκπρόσωπο του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών (Σ.Ε.Β.), της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος(Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε.), της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου (Ε.Σ.Ε.Ε.) και της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Ενώσεως Γεωργικών Συνεταιρισμών (ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ.) και από έναν (1) εκπρόσωπο της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ατόμων με Αναπηρία (Ε.Σ.Α.Ε.Α.). Τα μέλη της Επιτροπής διορίζονται με διετή θητεία.

2. Οι φορείς που εκπροσωπούνται στην Επιτροπή υποχρεούνται να υποδείξουν τους εκπροσώπους τους μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών από τη σχετική έγγραφη πρόσκληση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Αν δεν υποδειχθούν μέσα στην προθεσμία αυτή, η Επιτροπή συγκροτείται και συνεδριάζει νομίμως με τα λοιπά μέλη μέχρι την υπόδειξη και το διορισμό εκπροσώπων. Στην Επιτροπή καλούνται και συμμετέχουν ως μέλη, εφόσον συζητούνται θέματα της αρμοδιότητάς τους, Γενικοί Γραμματείς άλλων Υπουργείων και των Περιφερειών της Χώρας.

3. Σκοπός της Επιτροπής είναι η προώθηση του Κοινωνικού Διαλόγου για τη διαμόρφωση πολιτικών που αποσκοπούν στην αύξηση της απασχόλησης και την αντιμετώπιση της ανεργίας, η γνωμοδότηση για τη διαμόρφωση, την παρακολούθηση και την αξιολόγηση του Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την Απασχόληση και γενικώς για τις πολιτικές σε εργασιακά θέματα και για θέματα εργατικού δικαίου.


Άρθρο 2
Εθνική Επιτροπή Κοινωνικής Προστασίας

1. Στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων συνιστάται Εθνική Επιτροπή για την Κοινωνική Προστασία. Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αποτελείται από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ως Πρόεδρο με αναπληρωτή του τον Υφυπουργό, τον Υφυπουργό Υγείας και Πρόνοιας, τους Γενικούς Γραμματείς των Υπουργείων Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Ανάπτυξης, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Υγείας και Πρόνοιας, τους Γενικούς Γραμματείς Ισότητας και της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδος (Ε.Σ.Υ.Ε.), από έναν (1) εκπρόσωπο της Κεντρικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδος (ΚΕ.Δ.Κ.Ε.), της Ένωσης Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων Ελλάδος (Ε.Ν.Α.Ε.), της Εκκλησίας της Ελλάδος, της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ατόμων με Αναπηρία (Ε.Σ.Α.Ε.Α.), από τρεις (3) εκπροσώπους της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδος(Γ.Σ.Ε.Ε.) και από έναν (1) εκπρόσωπο του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών (Σ.Ε.Β.), της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος(Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε.), της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Ενώσεως Γεωργικών Συνεταιρισμών (ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ.) και της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου (Ε.Σ.Ε.Ε.), καθώς και εκπροσώπους μη κυβερνητικών οργανώσεων. Τα μέλη της Επιτροπής διορίζονται με διετή θητεία.

2. Οι φορείς που εκπροσωπούνται στην Επιτροπή υποχρεούνται να υποδείξουν τους εκπροσώπους τους μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών από τη σχετική έγγραφη πρόσκληση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Αν δεν υποδειχθούν μέσα στην προθεσμία αυτή. η Επιτροπή συγκροτείται και συνεδριάζει νομίμως με τα λοιπά μέλη μέχρι την υπόδειξη και το διορισμό των εκπροσώπων. Στην Επιτροπή καλούνται και συμμετέχουν ως μέλη. εφόσον συζητούνται θέματα της αρμοδιότητάς τους. Γενικοί Γραμματείς άλλων Υπουργείων και των Περιφερειών της Χώρας.

3. Σκοπός της Επιτροπής είναι η προώθηση του Κοινωνικού Διαλόγου για την καταπολέμηση της φτώχειας και του Κοινωνικού Αποκλεισμού. την ανάπτυξη Δικτύου για την Κοινωνική Προστασία και την Κοινωνική Ενσωμάτωση και η γνωμοδότηση για τη διαμόρφωση. την παρακολούθηση και την αξιολόγηση του Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την Κοινωνική Ενσωμάτωση.


Άρθρο 3
Αναδιάρθρωση Διευθύνσεων του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων

1. Στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων συνιστάται και προστίθεται στον Οργανισμό του Υπουργείου:
Διεύθυνση Κοινωνικής Προστασίας. που υπάγεται στη Γενική Διεύθυνση Εργασίας. Η Διεύθυνση αποτελείται από τα παρακάτω Τμήματα:
α) Τμήμα Πολιτικών Κοινωνικής Προστασίας και Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την κοινωνική ενσωμάτωση.
β) Τμήμα για την κοινωνική προστασία και αποκατάσταση ατόμων ειδικών κατηγοριών και
γ) Τμήμα Ισότητας Ευκαιριών.
Στο Τμήμα Πολιτικών Κοινωνικής Προστασίας ανατίθεται η υπηρεσιακή και η διοικητική στήριξη της Εθνικής Επιτροπής για την Κοινωνική Προστασία.

2. Η Διεύθυνση Απασχόλησης του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων αναδιαρθρώνεται, με αντίστοιχη τροποποίηση του Οργανισμού του Υπουργείου και αποτελείται εφεξής από τα παρακάτω Τμήματα:
α) Τμήμα Πολιτικών Απασχόλησης και Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την Απασχόληση.
β) Τμήμα Υπηρεσιών Απασχόλησης και Προσωρινής Απασχόλησης και
γ) Τμήμα στήριξης εργαζομένων στην αλλοδαπή και απασχόλησης αλλοδαπών στην Ελλάδα.
Στο Τμήμα Πολιτικών Απασχόλησης ανατίθεται η υπηρεσιακή και η διοικητική στήριξη της Εθνικής Επιτροπής για την Απασχόληση.

3. Για τη στελέχωση των προαναφερόμενων Διευθύνσεων συνιστώνται στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων οι παρακάτω θέσεις μόνιμου προσωπικού:
α) είκοσι οκτώ (28) θέσεις του κλάδου ΠΕ Διοικητικού Οικονομικού, που κατανέμονται σε επί μέρους ειδικότητες του κλάδου αυτού ως εξής:
οκτώ (8) θέσεις ΠΕ Οικονομολόγων
οκτώ (8) θέσεις ΠΕ Κοινωνιολόγων
οκτώ (8) θέσεις ΠΕ Νομικών
δύο (2) θέσεις ΠΕ Στατιστικής
δύο (2) θέσεις ΠΕ Πολιτικών Επιστημόνων.
β) έξι (6) θέσεις του κλάδου ΤΕ Διοικητικού - Λογιστικού. Προσόντα διορισμού για την πλήρωση των θέσεων είναι τα προβλεπόμενα από το Π.Δ. 50/2001 (ΦΕΚ 39 Α), όπως ισχύει.
Των Διευθύνσεων και Τμημάτων προίστανται υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Διοικητικού - Οικονομικού.

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που εκδίδεται μέσα σε προθεσμία έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, καθορίζονται οι αρμοδιότητες των Τμημάτων των Διευθύνσεων Κοινωνικής Προστασίας και Απασχόλησης. Από την έναρξη ισχύος της ανωτέρω απόφασης οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Απασχόλησης. που προβλέπονται στο Π.Δ. 368/1989 (ΦΕΚ 163 Α), όπως ισχύει, ασκούνται σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της απόφασης.

4. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορεί για τη γραμματειακή υποστήριξη της Εθνικής Επιτροπής Απασχόλησης και της Εθνικής Επιτροπής Κοινωνικής Προστασίας να συγκροτείται γραμματεία από υπαλλήλους της Διεύθυνσης Απασχόλησης και της Διεύθυνσης Κοινωνικής Προστασίας αντιστοίχως.
Με όμοια απόφαση μπορεί να ορίζεται ως συντονιστής για κάθε γραμματεία ανώτερος υπάλληλος του Υπουργείου ή επιστήμονας με ειδίκευση σε θέματα Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας αντιστοίχως. μετά από διαβούλευση με εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων.

5. Για την επιστημονική υποστήριξη των Επιτροπών των άρθρων 1 και 2 μπορεί να γνωμοδοτεί το Συμβούλιο Εμπειρογνωμόνων Απασχόλησης και Κοινωνικής Ασφάλισης. Η εν γένει επιστημονική και τεχνική υποστήριξη των Επιτροπών αποτελεί έργο της Μονάδας Ανάλυσης και Τεκμηρίωσης, που συνεστήθη με την παρ. 4 του άρθρου 2 του Ν. 2874/2000.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων για την υποβοήθηση του έργου των Εθνικών Επιτροπών μπορεί να συνιστώνται επιτροπές ή ομάδες εργασίας ή έργου με πρόσωπα που ορίζονται από υπουργεία ή υπηρεσίες ή φορείς του Δημοσίου ή είναι επιστήμονες με ειδικευμένες γνώσεις ή εμπειρία. ανάλογα με το αντικείμενο του έργου.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορεί να ρυθμίζονται θέματα σχετικά με την οργάνωση και λειτουργία των Επιτροπών και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ορίζεται η αποζημίωση για τα μέλη των επιτροπών ή ομάδων εργασίας ή έργου σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.


Άρθρο 4
Προστασία εργαζόμενων ανηλίκων

1. Όσοι δεν έχουν συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους απαγορεύεται να απασχολούνται σε εργασίες, έργα ή δραστηριότητες οποιασδήποτε μορφής. που από τη φύση τους ή τις συνθήκες που εκτελούνται είναι πιθανό να βλάψουν την υγεία. την ασφάλεια ή να προσβάλλουν την ηθική τους. Οι εργασίες. τα έργα και οι δραστηριότητες αυτές καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 4 του Ν. 2918/2001 (ΦΕΚ 119Α) με τον οποίο κυρώθηκε η 182 Διεθνής Σύμβαση Εργασίας μετά από διάλογο με τις εργοδοτικές και εργατικές οργανώσεις και γνώμη του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας (Α.Σ.Ε.). αφού ληφθούν ιδιαιτέρως υπόψη και οι εξής συνθήκες:
α) το ανθυγιεινό περιβάλλον (όπως: επικίνδυνες ουσίες. παράγοντες και διαδικασίες. θερμοκρασία. θόρυβος και δονήσεις επιβλαβείς για την υγεία).
β) η πολύωρη απασχόληση ή η νυχτερινή απασχόληση ή η απασχόληση όπου ο ανήλικος είναι εκτεθειμένος σε φυσική, ψυχολογική ή σεξουαλική κακοποίηση ή εκμετάλλευση,
γ) η εργασία με τη χρήση επικίνδυνου εξοπλισμού, μηχανημάτων και εργαλείων ή εργασία που περιλαμβάνει χειρωνακτική διακίνηση ή μεταφορά βαρέων φορτίων,
δ) η εργασία που πραγματοποιείται κάτω από την επιφάνεια του εδάφους, του νερού, σε επικίνδυνα ύψη ή σε χώρους υπό περιορισμό.

2. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών, που εκδίδεται μετά από γνώμη του Α.Σ.Ε., καθορίζονται Προγράμματα Δράσης για την προστασία των εργαζόμενων ανηλίκων, σύμφωνα με το άρθρο 6 του Ν. 2918/2001. Οι σκοποί των προγραμμάτων αυτών πρέπει να είναι σύμφωνοι με τα όσα προβλέπονται στην 182 Διεθνή Σύμβαση Εργασίας για την απαγόρευση των χειρότερων μορφών εργασίας των παιδιών και άμεση δράση με σκοπό την εξάλειψή τους. Το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορεί να συνεργάζεται για το σκοπό αυτόν με άλλους συναρμόδιους φορείς, όργανα, αρχές και υπηρεσίες. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών καθορίζονται οι όροι, ο τρόπος, η διαδικασία και οι προϋποθέσεις για τις συνεργασίες αυτές.

3. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και των κατά περίπτωση συναρμόδιων Υπουργών καθορίζονται τα όργανα και οι κατάλληλοι μηχανισμοί για την ολοκληρωμένη και συστηματική επίβλεψη της εφαρμογής των διατάξεων του Ν. 2918/2001 και του παρόντος άρθρου. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται η οργάνωση του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.) για την ανάπτυξη στοχευμένης δράσης για την προστασία των ανηλίκων στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του.

4. Εργοδότης που παραβιάζει τις διατάξεις και απασχολεί ανηλίκους σε εργασίες, έργα ή δραστηριότητες κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο (2) ετών και με χρηματική ποινή. Με την ίδια ποινή τιμωρείται και όποιος έχει την επιμέλεια ανηλίκου που απασχολείται σε εργασία, έργο ή δραστηριότητες κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος. Ο εργοδότης τιμωρείται επιπλέον και με τις διοικητικές κυρώσεις των παρ. 1 έως 5 του άρθρου 16 του Ν. 2639/1998 όπως ισχύουν.


Άρθρο 5
Άδεια λειτουργίας Ιδιωτικών Γραφείων Συμβούλων Εργασίας (ΙΓ.Σ.Ε.) και Εταιρειών Προσωρινής Απασχόλησης (Ε.Π.Α.) - Κυρώσεις παράνομης λειτουργίας

1. Συνιστάται στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ειδική Επιτροπή, που απαρτίζεται από: α) τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου με αναπληρωτή τον Γενικό Διευθυντή Εργασίας, β) τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Απασχόλησης του Υπουργείου με αναπληρωτή του προϊστάμενο Τμήματος της ίδιας Διεύθυνσης, γ) τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Όρων Εργασίας με αναπληρωτή του προϊστάμενο Τμήματος της ίδιας Διεύθυνσης, δ) τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Απασχόλησης του ο.Α.Ε.Δ. με αναπληρωτή του προϊστάμενο Τμήματος της ίδιας Διεύθυνσης, ε) έναν (1) κοινό εκπρόσωπο των εργοδοτικών οργανώσεων με τον αναπληρωτή του και στ) έναν(1) εκπρόσωπο της Γ.Σ.Ε.Ε. με τον αναπληρωτή του.
Οι φορείς που εκπροσωπούνται στην Ειδική Επιτροπή υποχρεούνται να υποδείξουν τους εκπροσώπους τους, με τους αναπληρωτές τους, μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από τη σχετική έγγραφη πρόσκληση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Αν δεν προταθεί κοινός εκπρόσωπος από τις εργοδοτικές οργανώσεις, ο Υπουργός επιλέγει μεταξύ των προτεινομένων από κάθε εργοδοτική οργάνωση. Αν η προθεσμία των τριάντα (30) ημερών παρέλθει άπρακτη και δεν έχουν υποδειχθεί εκπρόσωποι των φορέων, η Επιτροπή συγκροτείται νομίμως από τα λοιπά μέλη.
Πρόεδρος της Επιτροπής είναι ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου ή σε περίπτωση απουσίας του ο αναπληρωτής του. Εισηγητής ορίζεται ο προϊστάμενος του αρμόδιου για το αντικείμενο Τμήματος της Διεύθυνσης Απασχόλησης του Υπουργείου με αναπληρωτή του υπάλληλο του ίδιου Τμήματος. Χρέη γραμματέα ασκεί υπάλληλος της Διεύθυνσης Απασχόλησης.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ορίζονται τα μέλη της Ειδικής Επιτροπής, ο γραμματέας και ο εισηγητής με τους αναπληρωτές τους.

2. Η Επιτροπή γνωμοδοτεί για την έκδοση της υπουργικής απόφασης χορήγησης άδειας για τη σύσταση και λειτουργία Ιδιωτικού Γραφείου Συμβούλων Εργασίας(ΙΓ.Σ.Ε.), που προβλέπεται στο άρθρο 5 του Ν. 2639/1998 (ΦΕΚ 205 Α'). όπως ισχύει, για την έκδοση της υπουργικής απόφασης χορήγησης ειδικής άδειας για σύσταση και λειτουργία Εταιρείας Προσωρινής Απασχόλησης(Ε.Π.Α.), που προβλέπεται στο άρθρο 21 του Ν. 2956/ 2001 (ΦΕΚ258 Α), όπως ισχύει, καθώς και για την έκδοση απόφασης ανάκλησης των χορηγηθεισών αδειών σύστασης και λειτουργίας ΙΓ.Σ.Ε. και Ε.Π.Α., εφόσον δεν τηρούνται οι οριζόμενες διατάξεις του άρθρου 7 του Π.Δ. 160/1999 και του άρθρου 7 της ΥΑ 30342/2002 του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Η Ειδική Επιτροπή γνωμοδοτεί προς τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, αφού λάβει υπόψη τις εκθέσεις ελέγχου και αξιολόγησης των επιτροπών επιτόπιου ελέγχου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 του Π.Δ. 160/1999 (ΦΕΚ 157 Α'), όπως ισχύει, και του άρθρου 5 της υπ. αριθμ. 30342/6.3.2002 (ΦΕΚ 337 Β) Απόφασης του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων όπως ισχύει, καθώς και τα στοιχεία του φακέλου που υποβάλλει ο αιτούμενος την άδεια. Η Ειδική Επιτροπή μπορεί οποτεδήποτε να διατάσσει επιτόπιους ελέγχους για τη διαπίστωση της σύννομης λειτουργίας των ΙΓ.Σ.Ε. και των Ε.Π.Α..
Η Ειδική Επιτροπή μπορεί να συνεδριάζει και εκτός ωραρίου εργασίας των δημόσιων υπηρεσιών. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται η αποζημίωση των μελών, του εισηγητή και του γραμματέα της Ειδικής Επιτροπής σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Η δαπάνη βαρύνει τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

3. Στο τέλος του άρθρου 5του Ν. 2639/1998, όπως τροποποιήθηκε με τις παραγράφους 4 και 5 του άρθρου 12 του Ν. 2874/2000 (ΦΕΚ 286 Α') προστίθεται τελευταία παράγραφος, που έχει ως εξής:

"Όποιος θέτει σε λειτουργία ή λειτουργεί Ιδιωτικό Γραφείο Συμβούλων Εργασίας (ΙΓ.Σ.Ε.) ή παράρτημά του χωρίς νόμιμη άδεια λειτουργίας τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο (2) ετών και με χρηματική ποινή."

4. Στο άρθρο 25 του Ν. 2956/2001 (ΦΕΚ 258 Α') προστίθενται εδάφια ως εξής:

"Η λειτουργία Εταιρείας Προσωρινής Απασχόλησης (Ε.Π.Α.) χωρίς την άδεια λειτουργίας του άρθρου 21 του παρόντος επιφέρει τη διοικητική κύρωση της σφράγισης και της οριστικής διακοπής λειτουργίας της, η οποία εκτελείται από την αρμόδια αστυνομική αρχή. Όποιος θέτει σε λειτουργία ή λειτουργεί Εταιρεία Προσωρινής Απασχόλησης χωρίς άδεια λειτουργίας τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο (2) ετών και με χρηματική ποινή."


Άρθρο 6
Ετήσια Κανονική Άδεια

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Ο εργαζόμενος δικαιούται κατά τον πρώτο χρόνο εργασίας του σε συγκεκριμένο εργοδότη να λάβει από την έναρξη της απασχόλησής του ποσοστό της ετήσιας κανονικής άδειας με αποδοχές, που προβλέπεται κατά τις κείμενες διατάξεις ότι δικαιούται μετά από συνεχή απασχόληση τουλάχιστον δώδεκα (12) μηνών σύμφωνα με το άρθρο 2 του α.ν. 539/1945, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του Ν. 1346/1983 και όπως εκάστοτε ισχύει, κατ' αναλογία με το χρόνο εργασίας, που έχει συμπληρώσει στον ίδιο εργοδότη.
Η ετήσια κανονική άδεια, η οποία θα χορηγείται σύμφωνα με τη διαδικασία του προηγούμενου εδαφίου, καθώς και το επίδομα αδείας, διέπονται κατά τα λοιπά από τις οικείες διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας.


Άρθρο 7
Κύρωση διατάξεων της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας

Κυρώνονται και αποκτούν ισχύ νόμου οι διατάξεις των άρθρων 4, 6 και 13 της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας της 15ης Απριλίου 2002, όπως το άρθρο6 ισχύει μετά την υπογραφείσα ερμηνευτική δήλωση, που κατατέθηκαν στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων με τους αριθμούς καταθέσεως αντιστοίχως19/29.4.2002 και 37/14.6.2002 ως εξής:
Α. Η αποζημίωση του Β.Δ. 16/18 Ιουλίου 1920, όπως διαμορφώθηκε με τις Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. του 1989 (άρθρο 7), του 1994 (άρθρο 4), του 1996 (άρθρο 6), του 1998-1999 (άρθρο 4) και του 2000-2001 (άρθρο 5), καθορίζεται, ανάλογα με το χρόνο υπηρεσίας του εργατοτεχνίτη, ως εξής:
Προϋπηρεσία: Αποζημίωση
Από 2 μήνες έως 1 έτος: 5 ημερομίσθια
Από 1 έτος συμπληρωμένο έως 2 έτη: 7 ημερομίσθια
Από 2 έτη συμπληρωμένα έως 5 έτη: 15 ημερομίσθια
Από 5 έτη συμπληρωμένα έως 10 έτη: 30 ημερομίσθια
Από 10 έτη συμπληρωμένα έως 15 έτη: 60 ημερομίσθια
Από 15 έτη συμπληρωμένα έως 20 έτη: 95 ημερομίσθια
Από 20 έτη συμπληρωμένα έως 25 έτη: 115 ημερομίσθια
Από 25 έτη συμπληρωμένα έως 30 έτη: 135 ημερομίσθια
Από 30 έτη συμπληρωμένα και άνω: 150 ημερομίσθια
Β.1. Οι εργαζόμενες μητέρες δικαιούνται, για χρονικό διάστημα τριάντα (30) μηνών από τον τοκετό, είτε να προσέρχονται αργότερα στην εργασία τους είτε να αποχωρούν νωρίτερα κατά μία ώρα κάθε ημέρα. Εναλλακτικά, εφόσον το ζητεί η μητέρα και συμφωνεί ο εργοδότης, το ημερήσιο ωράριο μπορεί να ορίζεται μειωμένο κατά δύο ώρες ημερησίως για τους πρώτους δώδεκα (12) μήνες και κατά μία ώρα για έξι (6) επιπλέον μήνες.
2. Την άδεια απουσίας για λόγους φροντίδας του τέκνου δικαιούται και ο πατέρας εφόσον δεν κάνει χρήση αυτής η εργαζόμενη μητέρα, αφού προσκομίσει στον εργοδότη του σχετική βεβαίωση του εργοδότη της μητέρας του τέκνου.
3. Το δικαίωμα καθυστερημένης προσέλευσης ή πρόωρης αποχώρησης της μητέρας ή του πατέρα για τη φροντίδα του τέκνου έχουν και οι θετοί γονείς από το χρόνο της υιοθεσίας τέκνου που δεν έχει υπερβεί το 60 έτος της ηλικίας του με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις.
4. Την άδεια φροντίδας τέκνου δικαιούνται και οι άγαμοι γονείς.
5. Η άδεια φροντίδας του τέκνου θεωρείται και αμείβεται ως χρόνος εργασίας και δεν επιτρέπεται να προκαλεί δυσμενέστερες συνθήκες στην απασχόληση και στις εργασιακές σχέσεις.

Γ. Αυξάνεται από 29.4.2002 η εισφορά που καταβάλλουν οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι υπέρ του Οργανισμού Εργατικής Εστίας κατά 0,05%. Από 1ης Ιανουαρίου 2003 η εισφορά αυξάνεται περαιτέρω κατά 0,05% και ανέρχεται τόσο για τους εργαζόμενους όσο και για τους εργοδότες σε 0,1 0% (εργοδοτική και εργατική εισφορά), έτσι ώστε το συνολικό ποσοστό εισφοράς υπέρ του Οργανισμού να ανέρχεται σε 0,35% συνολικά για το κάθε μέρος.


Άρθρο 8
Προστασία Ατομικών Δεδομένων των εργαζομένων

1. Απαγορεύεται η αναγραφή και επεξεργασία στο ατομικό βιβλιάριο επαγγελματικού κινδύνου του εργαζομένου, στοιχείων ή δεδομένων άλλων πέραν των αποτελεσμάτων των ιατρικών και εργαστηριακών εξετάσεων στις οποίες αυτός υποβάλλεται κάθε φορά, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 14 του άρθρου 4 του Π.Δ. 17/1996 (ΦΕΚ 11 Α).
Επιπλέον ιατρικά δεδομένα επιτρέπεται να συλλεγούν, με επιμέλεια του ίδιου του εργαζομένου προκειμένου να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας, μόνο εφόσον αυτό είναι απολύτως απαραίτητο: α) για την αξιολόγηση της καταλληλότητάς του για μια συγκεκριμένη θέση ή εργασία, β) για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων του εργοδότη για υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας και γ) για τη θεμελίωση δικαιωμάτων του εργαζομένου και αντίστοιχη απόδοση κοινωνικών παροχών.

2. Όσοι αναγράφουν ή συλλέγουν ή επεξεργάζονται στοιχεία ή δεδομένα κατά παράβαση της παραγράφου 1 τιμωρούνται με τις διοικητικές και ποινικές κυρώσεις που προβλέπονται στις διατάξεις των άρθρων 21 και 22του Ν. 2472/1997 (ΦΕΚ50 Κ) αντίστοιχα. Σε περίπτωση πρόκλησης περιουσιακής ή ηθικής βλάβης εφαρμόζεται το άρθρο 23 του Ν. 2472/1997.

3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Υγείας και Πρόνοιας ρυθμίζονται τα ειδικότερα θέματα που αφορούν την τήρηση και το περιεχόμενο του ατομικού βιβλιαρίου επαγγελματικού κινδύνου, τη συλλογή και επεξεργασία επιπλέον δεδομένων με τη συγκατάθεση και επιμέλεια του εργαζομένου, την επιβολή των κυρώσεων της παραγράφου 2 του παρόντος και κάθε άλλη λεπτομέρεια αναγκαία για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.


Άρθρο 9
Συμπλήρωση διατάξεων του Ν. 1568/1985 "Υγιεινή και Ασφάλεια των εργαζομένων"

1. Η παρ. 1 του άρθρου 8 του Ν. 1568/1985 (ΦΕΚ 177 Α) "Υγιεινή και Ασφάλεια των εργαζομένων" αντικαθίσταται ως ακολούθως:

"1. Ο ιατρός εργασίας πρέπει να κατέχει και να ασκεί την ειδικότητα της ιατρικής της εργασίας, όπως πιστοποιείται από τον οικείο ιατρικό σύλλογο. Όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται ο όρος "ιατρός εργασίας" νοείται εφεξής ο ιατρός που διαθέτει την ειδικότητα της ιατρικής της εργασίας."

2. Κατ' εξαίρεση, τα καθήκοντα του ιατρού εργασίας, όπως αυτά προβλέπονται στο Ν. 1568/1985 (ΦΕΚ 177 Α) "Υγιεινή και Ασφάλεια των εργαζομένων" έχουν δικαίωμα να ασκούν:
α) Οι ιατροί χωρίς ειδικότητα, οι οποίοι κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου έχουν συνάψει συμβάσεις παροχής υπηρεσιών ιατρού εργασίας με επιχειρήσεις και αποδεικνύουν την άσκηση των καθηκόντων αυτών συνεχώς επί επτά τουλάχιστον έτη.
β) Οι ιατροί οι οποίοι κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου εκτελούν καθήκοντα ιατρού εργασίας χωρίς να κατέχουν ή να ασκούν τον τίτλο της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας, αλλά τίτλο άλλης ειδικότητας.
Οι ιατροί των περιπτώσεων α' και β' θα πρέπει μέσα σε πέντε (5) έτη από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου να αποκτήσουν τον τίτλο ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας αφού ολοκληρώσουν τον κύκλο της εκπαίδευσής τους με βάση τις διατάξεις του Π.Δ. 415/1994 "Περί του χρόνου ειδίκευσης ιατρών για απόκτηση ειδικότητας" (ΦΕΚ 236 Α) και του Π.Δ. 213/1986 "Καθιέρωση της ιατρικής ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας" (ΦΕΚ 87 Α) για την απόκτηση του τίτλου της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας (ΚΕ.Σ.Υ.), καθορίζονται για τους ιατρούς της περίπτωσης β' οι όροι και οι προϋποθέσεις για την απόκτηση της ειδικότητας, τα αντικείμενα και ο τρόπος εκπαίδευσης ανάλογα με την ειδικότητα την οποία ήδη κατέχουν και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Οι ιατροί των περιπτώσεων α' και β' υποχρεούνται να καταθέσουν αίτηση για εκπαίδευση προς απόκτηση της ειδικότητας μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Μετά την πάροδο της πενταετίας δεν επιτρέπεται σε ιατρό που δεν κατέχει τον τίτλo της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας και δεν την ασκεί να εργάζεται και να προσφέρει υπηρεσίες ως ιατρός εργασίας.

3. Στις προβλεπόμενες από το άρθρο 19 του Ν. 1767/ 1987 (ΦΕΚ 63 Α') μικτές επιτροπές ελέγχου στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη Πειραιά - Δραπετσώνας - Κερατσινίου - Περάματος - Σαλαμίνας συμμετέχει και ένας πτυχιούχος χημικός ή διπλωματούχος χημικός μηχανικός του Γενικού Χημείου του Κράτους υποδεικνυόμενος με τον αναπληρωτή του από το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων προσδιορίζεται η δυνατότητα εκτέλεσης του έργου των επιτροπών σε ημέρες και ώρες πέραν των εργασίμων των δημοσίων υπηρεσιών και οι όροι και η διαδικασία για την παροχή του έργου αυτού.

4. Οι διατάξεις του Ν. 1568/1985 και των κατ' εξουσιοδότησή του προεδρικών διαταγμάτων ως και το άρθρο 39 του Ν. 1836/1989 για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων εφαρμόζονται και στο ένστολο προσωπικό των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας με εξαίρεση ορισμένες δραστηριότητες του προσωπικού αυτού που παρουσιάζουν εγγενείς ιδιαιτερότητες. Στην περίπτωση αυτή: α) για το ένστολο προσωπικό των ενόπλων δυνάμεων θα πρέπει να εξασφαλίζεται κατά το δυνατόν η υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων στα πλαίσια των προαναφερόμενων διατάξεων και β) για το ένστολο προσωπικό των σωμάτων ασφαλείας έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 36 του Ν. 1568/1985.

5. Στις επιχειρήσεις που υπάγονται στις κατηγορίες Β και Γ του άρθρου 2 του Π.Δ. 294/1988 (ΦΕΚ 138 Α) και απασχολούν λιγότερους από 50 εργαζόμενους, επιτρέπεται να αναλάβει ο ίδιος ο εργοδότης τις υποχρεώσεις του τεχνικού ασφάλειας στην επιχείρησή του, όπως αυτές προβλέπονται στο Ν. 1568/1985 (ΦΕΚ 177 Α) και στα κατ' εξουσιοδότησή του προεδρικά διατάγματα, εφόσον έχει τα προσόντα των εδαφίων α' ή β' ή γ του άρθρου 5 του Ν. 1568/1985 και μία από τις ειδικότητες τεχνικών ασφάλειας, που σύμφωνα με το άρθρο 5 του Π.Δ. 294/1988 προβλέπονται για τον κλάδο οικονομικής δραστηριότητας που ανήκει η επιχείρησή του.
Στην περίπτωση των ανωτέρω επιχειρήσεων που υπάγονται στην κατηγορία Β και απασχολούν λιγότερους από20 εργαζόμενους, εάν ο εργοδότης έχει τα προσόντα των εδαφίων α' ή β' ή γ του άρθρου 5 του Ν. 1568/ 1985 και μία από τις ειδικότητες τεχνικών ασφάλειας, που σύμφωνα με το άρθρο 5 του Π.Δ. 294/1988 δεν προβλέπεται για τον κλάδο οικονομικής δραστηριότητας που ανήκει η επιχείρησή του, επιτρέπεται να αναλάβει ο ίδιος τις υποχρεώσεις του τεχνικού ασφάλειας στην επιχείρησή του, με την προϋπόθεση κατάλληλης επιμόρφωσης διάρκειας τουλάχιστον 35 ωρών, σύμφωνα με τα άρθρα 13 του Ν. 1568/1985 και 6 του Π.Δ. 17/1996 (ΦΕΚ 11 Α).

6. Στις επιχειρήσεις που υπάγονται στην κατηγορία Β του άρθρου 2 του Π.Δ. 294/1988 και απασχολούν μέχρι και 6 εργαζόμενους, επιτρέπεται να αναλάβει ο ίδιος ο εργοδότης τις υποχρεώσεις του τεχνικού ασφάλειας στην επιχείρησή του με την προϋπόθεση κατάλληλης επιμόρφωσης διάρκειας τουλάχιστον 35 ωρών σύμφωνα με τα άρθρα 13 του Ν. 1568/1985 και 6 του Π.Δ. 17/1996 και εφόσον είναι πτυχιούχος τεχνικής ειδικότητας Τεχνικού Επαγγελματικού Εκπαιδευτηρίου ή Ινστιτούτου Επαγγελματικής Κατάρτισης ή άλλης αναγνωρισμένης τεχνικής επαγγελματικής σχολής και το αντικείμενο των σπουδών του σχετίζεται με τη δραστηριότητα της επιχείρησής του.
Σε επιχειρήσεις που υπάγονται στην κατηγορία Β και απασχολούν μέχρι και 3 εργαζόμενους επιτρέπεται να αναλάβει ο ίδιος ο εργοδότης τις υποχρεώσεις του τεχνικού ασφάλειας στην επιχείρησή του με την προϋπόθεση κατάλληλης επιμόρφωσης διάρκειας τουλάχιστον 35 ωρών σύμφωνα με τα άρθρα 13 του Ν. 1568/1985 και 6 του Π.Δ. 17/1996 και εφόσον έχει άδεια άσκησης τεχνικού επαγγέλματος εμπειροτέχνη και το αντικείμενο της άδειάς του σχετίζεται με τη δραστηριότητα της επιχείρησής του ή αποδεδειγμένα ασκεί επί δεκαετία και πλέον την οικονομική δραστηριότητα για την οποία θα αναλάβει τις υποχρεώσεις του τεχνικού ασφάλειας.

7. Στις επιχειρήσεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 5 και στις επιχειρήσεις της παραγράφου 6 που ο ίδιος εργοδότης αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις του τεχνικού ασφάλειας, ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να αναθέτει τη σύνταξη της γραπτής εκτίμησης κινδύνου που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 του Π.Δ. 17/1996 σε πρόσωπα που έχουν τα προσόντα των περιπτώσεων α' ή β' ή γ της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του Ν. 1568/1985 και μια από τις ειδικότητες τεχνικών ασφάλειας που με το άρθρο 5 του Π.Δ. 294/1988 προβλέπονται για τον κλάδο οικονομικής δραστηριότητας που ανήκει η επιχείρησή του.

8. Για τους τεχνικούς ασφάλειας που έχουν παρακολουθήσει πρόγραμμα επιμόρφωσης σε θέματα ασφάλειας και υγείας των εργαζομένων, διάρκειας τουλάχιστον 100 ωρών, σύμφωνα με το άρθρο 13 του Ν. 1568/1985 και το άρθρο 6 του Π.Δ. 17/1996 που εκτελείται από τα αρμόδια Υπουργεία ή εκπαιδευτικούς ή άλλους δημόσιους οργανισμούς ή από εξειδικευμένα Κέντρα Επαγγελματικής Κατάρτισης (Κ.Ε.Κ.) πιστοποιημένα στην υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις, η προϋπηρεσία που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 5 του Ν. 1568/1985 μειώνεται ως εξής:
α. Για τους τεχνικούς των περιπτώσεων α' και β' της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού κατά ένα έτος.
β. Για τους τεχνικούς των περιπτώσεων γ και δ' της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού κατά τρία έτη.

9. Με τις υπουργικές αποφάσεις των άρθρων 13 παρ.2 του Ν. 1568/1985 και 6 παρ. 3 του Π.Δ. 17/1996 καθορίζονται και οι φορείς που επιτρέπεται να εκτελούν τα προγράμματα επιμόρφωσης ανάλογα με τα προσόντα των εκπαιδευομένων.


Άρθρο 10
Ενιαίο Δίκτυο υπηρεσιών Ι.Κ.Α.- Σ.ΕΠ.Ε. - Ο.Α.Ε.Δ. σε νησιά

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, υπηρεσιακές μονάδες του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΙΚΑ.), του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.) και του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.) του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων σε νησιά μπορούν να οργανώνονται και να συλλειτουργούν ως ενιαίο Δίκτυο. Το Δίκτυο παρέχει στους πολίτες υπηρεσίες σε όλους τους τομείς αρμοδιοτήτων των υπηρεσιακών μονάδων, που το απαρτίζουν. Υπηρεσία παρέχεται από προσωπικό των υπηρεσιακών μονάδων, που αποτελούντο Δίκτυο και το οποίο υπηρετεί στο συγκεκριμένο νησί. Αν το προσωπικό, που διαθέτει το Δίκτυο, δεν καλύπτει τις ανάγκες του, συμπληρώνεται με μεταθέσεις και αποσπάσεις από τις αντίστοιχες υπηρεσιακές μονάδες του ΙΚΑ., του Ο.Α.Ε.Δ. και του Σ.ΕΠ.Ε..
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζονται οι διοικητικές διαδικασίες, οι όροι, ο τρόπος και οι προϋποθέσεις οργάνωσης και λειτουργίας των Δικτύων για την παροχή υπηρεσιών στους πολίτες, οι υποχρεώσεις που αναλαμβάνουν το ΙΚΑ., ο Ο.Α.Ε.Δ. και το Σ.ΕΠ.Ε. για την οργάνωση και λειτουργία του Δικτύου και ιδίως η υλικοτεχνική υποδομή, το προσωπικό που διαθέτει κάθε φορέας, το ποσοστό συμμετοχής τους στις δαπάνες λειτουργίας του Δικτύου, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ορίζεται ως προϊστάμενος κάθε Δικτύου υπάλληλος ΠΕ Διοικητικού από τους υπηρετούντες στις υπηρεσιακές μονάδες που απαρτίζουν το Δίκτυο, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Ο προϊστάμενος έχει τη διοικητική ευθύνη του συντονισμού για την εύρυθμη λειτουργία του Δικτύου και ασκεί τον επιβαλλόμενο ιεραρχικό έλεγχο επί όλου του προσωπικού που υπηρετεί στις μονάδες που το αποτελούν. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων εξειδικεύεται ο τρόπος άσκησης του ιεραρχικού ελέγχου.
Το προσωπικό που υπηρετεί στο Δίκτυο εξακολουθεί να διέπεται ως προς όλη την υπηρεσιακή του κατάσταση από τις κατ' ιδίαν διατάξεις που διέπουν την οργανική του θέση.
Οι διατάξεις των περιπτώσεων β' και γ της παρ. 11 και της περίπτωσης β' της παρ. 12 του άρθρου 31 του Ν. 3013/2002 εφαρμόζονται και για τις ανάγκες λειτουργίας των Δικτύων.

Άρθρο 11
Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας

1. Στο Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.) συνιστώνται τα παρακάτω Περιφερειακά Κέντρα Πρόληψης Επαγγελματικού Κινδύνου (ΚΕ.Π.ΕΚ), σε επίπεδο Διεύθυνσης:
α) ΚΕ.Π.ΕΚ Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης με έδρα την Κομοτηνή. Η αρμοδιότητά του εκτείνεται στα όρια των νομών της αντίστοιχης διοικητικής περιφέρειας.
β) ΚΕ.Π.Ε.Κ. Δυτικής Μακεδονίας με έδρα την Κοζάνη. Η αρμοδιότητά του εκτείνεται στα όρια των νομών της αντίστοιχης διοικητικής περιφέρειας.
γ) ΚΕ.Π.ΕΚ Ηπείρου με έδρα τα Ιωάννινα. Η αρμοδιότητά του εκτείνεται στα όρια των νομών της αντίστοιχης διοικητικής περιφέρειας.
δ) ΚΕ.Π.ΕΚ Στερεάς Ελλάδας με έδρα τη Λαμία. Η αρμοδιότητά του εκτείνεται στα όρια των νομών της αντίστοιχης διοικητικής περιφέρειας.
ε) ΚΕ.Π.ΕΚ Βορείου Αιγαίου με έδρα τη Μυτιλήνη. Η αρμοδιότητά του εκτείνεται στα όρια των νομών της αντίστοιχης διοικητικής περιφέρειας.
στ) ΚΕ.Π.Ε.Κ. Νοτίου Αιγαίου με έδρα την Ερμούπολη Σύρου. Η αρμοδιότητά του εκτείνεται στα όρια των νομών της αντίστοιχης διοικητικής περιφέρειας.
ζ) ΚΕ.Π.ΕΚ Κρήτης με έδρα το Ηράκλειο. Η αρμοδιότητά του εκτείνεται στα όρια των νομών της αντίστοιχης διοικητικής περιφέρειας.
η) ΚΕ.Π.ΕΚ Πελoπoννήσoυ με έδρα την Τρίπολη. Η αρμοδιότητά του εκτείνεται στα όρια των νομών της αντίστοιχης διοικητικής περιφέρειας.
θ) ΚΕ.Π.Ε.Κ. Πειραιώς και Δυτικής Αττικής με έδρα τον Πειραιά. Η αρμοδιότητά του εκτείνεται στα όρια των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων Πειραιώς και Δυτικής Αττικής.
ι) ΚΕ.Π.ΕΚ Αθηνών και Ανατολικής Αττικής με έδρα την Αθήνα. Η αρμοδιότητά του εκτείνεται στα όρια των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων Αθηνών και Ανατολικής Αττικής.
ια) ΚΕ.Π.ΕΚ Κεντρικής Μακεδονίας με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Η αρμοδιότητά του εκτείνεται στα όρια των νομών της αντίστοιχης διοικητικής περιφέρειας.
ιβ) ΚΕ.Π.ΕΚ Δυτικής Ελλάδας με έδρα την Πάτρα. Η αρμοδιότητά του εκτείνεται στα όρια των νομών της αντίστοιχης διοικητικής περιφέρειας και περιλαμβάνει επιπροσθέτως τους Νομούς Κεφαλληνίας, Ζακύνθου, Κέρκυρας και Λευκάδας.
ιγ) ΚΕ.Π.Ε.Κ. Θεσσαλίας με έδρα τη Λάρισα. Η αρμοδιότητά του εκτείνεται στα όρια των νομών της αντίστοιχης διοικητικής περιφέρειας.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται η διάρθρωση κάθε ΚΕ.Π.Ε.Κ. σε τμήματα, η έδρα κάθε τμήματος και η κατά τόπο αρμοδιότητά του. Με όμοια απόφαση μπορεί να γίνεται σύσταση νέων τμημάτων ή μεταφορά της έδρας τμήματος.
Μέχρι την έκδοση των ανωτέρω αποφάσεων οι αρμοδιότητες των συνιστώμενων Διευθύνσεων θα ασκούνται από τις υφιστάμενες Διευθύνσεις (ΚΕ.Π.Ε.Κ.).

2. Για τη στελέχωση των ανωτέρω ΚΕ.Π.Ε.Κ. συνιστώνται επιπλέον οι παρακάτω τριάντα (30) θέσεις, οι οποίες προστίθενται στις θέσεις της παρ. 1 του άρθρου 8 του Ν. 2639/1998:
- εννέα (9) θέσεις του κλάδου ΠΕ Μηχανικών,
- επτά (7) θέσεις του κλάδου ΠΕ Ιατρών Εργασίας ή ΠΕ Ιατρών Ειδικοτήτων ή ΠΕ Ιατρών,
- τρεις (3) θέσεις του κλάδου ΤΕ Τεχνολογικών Εφαρμογών,
- τρεις (3) θέσεις του κλάδου ΤΕ Υγείας, Πρόνοιας ή Εποπτών Δημόσιας Υγείας,
- οκτώ (8) θέσεις του κλάδου ΔΕ Τεχνικών (Οδηγών).
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορεί επίσης να μεταφέρονται θέσεις προσωπικού από τα υφιστάμενα Περιφερειακά Κέντρα Πρόληψης Επαγγελματικού Κινδύνου στα συνιστώμενα.
Με την ίδια ή όμοια απόφαση κατανέμονται στα συνιστώμενα τμήματα των ΚΕ.Π.Ε.Κ. τόσο οι συνιστώμενες όσο και οι μεταφερόμενες θέσεις κατά βαθμό, κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα.
Των Κέντρων Πρόληψης Επαγγελματικού Κινδύνου και των Τμημάτων που θα καθοριστούν προϊστανται υπάλληλοι σύμφωνα με το άρθρο 16 Γ του Π.Δ. 136/1999 (ΦΕΚ134 Α) και της παρ. 6 του άρθρου 15 του Ν. 2874/2000 (ΦΕΚ 286 Α').



3. Στην Κεντρική Υπηρεσία του Σ.ΕΠ.Ε. συνιστάται Διεύθυνση Προγραμματισμού και Συντονισμού Κοινωνικής Επιθεώρησης. Η Διεύθυνση αποτελείται από τα παρακάτω τμήματα:
α) Τμήμα Σχεδιασμού και Συντονισμού Ελέγχων Κοινωνικών Επιθεωρητών Εργασίας.
β) Τμήμα Αξιοποίησης Δεδομένων, Τεκμηρίωσης και Ανάλυσης Κοινωνικής Επιθεώρησης Εργασίας.
Η Διεύθυνση Προγραμματισμού και Συντονισμού της Κεντρικής Υπηρεσίας του Σ.ΕΠ.Ε. αναδιαρθρώνεται και στο εξής ονομάζεται Διεύθυνση Προγραμματισμού και Συντονισμού Τεχνικής και Υγειονομικής Επιθεώρησης και αποτελείται από τα παρακάτω Τμήματα:
α) Τμήμα Σχεδιασμού και Συντονισμού Ελέγχων Τεχνικών και Υγειονομικών Επιθεωρητών Εργασίας.
β) Τμήμα Αξιοποίησης Δεδομένων, Τεκμηρίωσης και Ανάλυσης Τεχνικής και Υγειονομικής Επιθεώρησης Εργασίας.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που θα εκδοθεί μέσα σε προθεσμία τριών (3) μηνών από της ισχύος του νόμου αυτού, καθορίζονται αναλυτικότερα οι αρμοδιότητες των Τμημάτων των προαναφερόμενων Διευθύνσεων Προγραμματισμού και Συντονισμού Κοινωνικής Επιθεώρησης και Προγραμματισμού και Συντονισμού Τεχνικής και Υγειονομικής Επιθεώρησης. Από την ισχύ της ανωτέρω απόφασης οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Προγραμματισμού και Συντονισμού, που προβλέπονται στο Π.Δ. 136/1999 (ΦΕΚ 134Α), ασκούνται σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της απόφασης.
Της Διεύθυνσης Προγραμματισμού και Συντονισμού Κοινωνικής Επιθεώρησης και των Τμημάτων της προίστανται υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Διοικητικού - Οικονομικού.
Της Διεύθυνσης Προγραμματισμού και Συντονισμού Τεχνικής και Υγειονομικής Επιθεώρησης προίστανται υπάλληλοι των κλάδων ΠΕ Μηχανικών ή ΠΕ Ιατρών Εργασίας ή ΠΕ Ιατρών Ειδικοτήτων ή ΠΕ Ιατρών ή ΠΕ Θετικών Επιστημών ή ΠΕ Πληροφορικής.
Του Τμήματος Σχεδιασμού και Συντονισμού Ελέγχων Τεχνικών και Υγειονομικών Επιθεωρητών Εργασίας προίστανται υπάλληλοι των κλάδων ΠΕ Μηχανικών ή ΠΕ Ιατρών Εργασίας ή ΠΕ Ιατρών Ειδικοτήτων ή ΠΕ Ιατρών ήΠΕ Θετικών Επιστημών και εφόσον δεν υπάρχουν, προίστανται υπάλληλοι των κλάδων ΤΕ Τεχνολογικών Εφαρμογών ή ΤΕ Υγείας - Πρόνοιας ή Εποπτών Δημόσιας Υγείας.
Του Τμήματος Αξιοποίησης Δεδομένων, Τεκμηρίωσης και Ανάλυσης προίστανται υπάλληλοι των κλάδων ΠΕ Μηχανικών ή ΠΕ Ιατρών Εργασίας ή ΠΕ Ιατρών Ειδικοτήτων ή ΠΕ Ιατρών ή ΠΕ Θετικών Επιστημών ή ΠΕ Πληροφορικής και εφόσον δεν υπάρχουν, προίστανται υπάλληλοι των κλάδων ΤΕ Τεχνολογικών Εφαρμογών ή ΤΕ Υγείας - Πρόνοιας ή Εποπτών Δημόσιας Υγείας.

4. Στο Σ.ΕΠ.Ε. συνιστώνται σαράντα (40) θέσεις Κοινωνικών Επιθεωρητών Εργασίας κατηγορίας ΠΕ κλάδου Διοικητικού - Οικονομικού, τρεις (3) θέσεις Τεχνικών Επιθεωρητών Εργασίας, κατηγορίας ΤΕ κλάδου Τεχνολογικών Εφαρμογών ειδικότητας Ναυπηγών, δέκα (10) θέσεις κατηγορίας ΠΕ κλάδου Πληροφορικής, δέκα (10) θέσεις κατηγορίας ΤΕ κλάδου Πληροφορικής και έξι (6) θέσεις ΔΕ Τεχνικών (οδηγών), οι οποίες προστίθενται στις αντίστοιχες θέσεις της παρ. 1 του άρθρου 8του Ν. 2639/1998 (ΦΕΚ 205 Α). Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων κατανέμονται οι θέσεις, τροποποιημένου του άρθρου 131α, 2β και 3γ του Κεφαλαίου Δ', του άρθρου 14, πίνακα 1.1, 1.2, 2Β, 3Δ και ΙΓ 1, 2, 3, 4 και του άρθρου 17του Π.Δ. 136/1999 (ΦΕΚ 134 Α').

5. Η περίπτωση α' της παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν. 2639/1998 (ΦΕΚ 205 Α) αντικαθίσταται ως ακολούθως:

"α. Πρόστιμο, για καθεμία παράβαση, από πεντακόσια (500) ευρώ μέχρι τριάντα χιλιάδες (30.000,00) ευρώ."

6. Η παρ. 3 του άρθρου 10 του Ν. 2639/1998 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

"3. Η αρχική εκπαίδευση (θεωρητική και πρακτική) πριν αναλάβει ο υπάλληλος καθήκοντα Επιθεωρητή Εργασίας και ενταχθεί στο Σ.ΕΠ.Ε. δεν μπορεί να είναι μικρότερη από τρεις (3) μήνες."

7. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζονται τα είδη ατομικής προστασίας που χορηγούνται στους Κοινωνικούς Επιθεωρητές Εργασίας, οι όροι, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία για τη χορήγησή τους.


Άρθρο 12
Θέματα Ο.Α.Ε.Δ.

1. Συνιστώνται στον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.) οι παρακάτω Περιφερειακές Διευθύνσεις:
α) Περιφερειακή Διεύθυνση Αθηνών με έδρα την Αθήνα. Η αρμοδιότητα της Διεύθυνσης αυτής εκτείνεται στα όρια της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Αθηνών, Ανατολικής και Δυτικής Αττικής.
β) Περιφερειακή Διεύθυνση Πειραιά - Νοτίου και Βορείου Αιγαίου με έδρα τον Πειραιά. Η αρμοδιότητα της Διεύθυνσης αυτής εκτείνεται στα όρια της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Πειραιά, του Επαρχείου Κυθήρων και των Νομών Κυκλάδων, Δωδεκανήσου, Λέσβου, Χίου και Σάμου.
γ) Περιφερειακή Διεύθυνση Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης με έδρα την Καβάλα. Η αρμοδιότητα της Διεύθυνσης αυτής εκτείνεται στα όρια των Νομών Έβρου, Ροδόπης, Ξάνθης, Καβάλας, και Δράμας.
δ) Περιφερειακή Διεύθυνση Κεντρικής Μακεδονίας με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Η αρμοδιότητα της Διεύθυνσης αυτής εκτείνεται στα όρια των Νομών Σερρών, Θεσσαλονίκης, Χαλκιδικής, Ημαθίας, Πέλλας, Πιερίας και Κιλκίς.
ε) Περιφερειακή Διεύθυνση Δυτικής Μακεδονίας με έδρα την Κοζάνη. Η αρμοδιότητα της Διεύθυνσης αυτής εκτείνεται στα όρια των Νομών Κοζάνης, Καστοριάς, Γρεβενών και Φλώρινας.
στ) Περιφερειακή Διεύθυνση Ηπείρου με έδρα τα Γιάννενα. Η αρμοδιότητα της Διεύθυνσης αυτής εκτείνεται στα όρια των Νομών Ιωαννίνων, Άρτας, Θεσπρωτίας και Πρέβεζας.
ζ) Περιφερειακή Διεύθυνση Θεσσαλίας με έδρα τη Λάρισα. Η αρμοδιότητα της Διεύθυνσης αυτής εκτείνεται στα όρια των Νομών Λάρισας, Καρδίτσας, Μαγνησίας και Τρικάλων.
η) Περιφερειακή Διεύθυνση Στερεάς Ελλάδας με έδρα τη Λαμία. Η αρμοδιότητα της Διεύθυνσης αυτής εκτείνεται στα όρια των Νομών Ευρυτανίας, Φθιώτιδας, Φωκίδας, Βοιωτίας και Εύβοιας.
θ) Περιφερειακή Διεύθυνση Δυτικής Ελλάδας με έδρα την Πάτρα. Η αρμοδιότητα της Διεύθυνσης αυτής εκτείνεται στα όρια των Νομών Αιτωλοακαρνανίας, Αχαίας, Ηλείας, Κέρκυρας, Ζακύνθου, Κεφαλλονιάς και Λευκάδας.
ι) Περιφερειακή Διεύθυνση Πελoπoννήσoυ με έδρα την Τρίπολη. Η αρμοδιότητα της Διεύθυνσης αυτής εκτείνεται στα όρια των Νομών Κορινθίας, Αργολίδας, Αρκαδίας, Μεσσηνίας και Λακωνίας.
ια) Περιφερειακή Διεύθυνση Κρήτης με έδρα το Ηράκλειο. Η αρμοδιότητα της Διεύθυνσης αυτής εκτείνεται στα όρια των Νομών Ηρακλείου, Λασιθίου, Ρεθύμνου και Χανίων.
Στις προαναφερόμενες Περιφερειακές Διευθύνσεις υπάγονται οι Τοπικές Υπηρεσίες και Εκπαιδευτικές Μονάδες του Ο.Α.Ε.Δ. που λειτουργούν στα όρια της τοπικής αρμοδιότητας εκάστης Περιφερειακής Διεύθυνσης.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από πρόταση του Δ.Σ. του Ο.Α.Ε.Δ., καθορίζεται η διάρθρωση των Υπηρεσιών των Περιφερειακών Διευθύνσεων του Ο.Α.Ε.Δ..
Μέχρι την έκδοση της απόφασης οι υπάρχουσες Περιφερειακές Διευθύνσεις του Ο.Α.Ε.Δ. εξακολουθούν να λειτουργούν με τις αρμοδιότητες που έχουν.

2. Συνιστώνται Κέντρα Προώθησης Απασχόλησης (Κ.Π.Α.) και Τοπικές Υπηρεσίες (Τ.Υ.) στον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.) ως εξής: στο Νομό Θεσσαλονίκης: Κ.Π.Α. 25ης Μαρτίου, Πύλης Αξιού, Ιωνίας, στο Νομό Αττικής: Κ.Π.Α. Δάφνης, Ιλίου, Λαυρίου, Παλλήνης, Αγίας Παρασκευής, Αμαρουσίου, Πατησίων, Πειραιά, στο Νομό Καστοριάς: Κ.Π.Α. Καστοριάς, στο Νομό Λασιθίου: Κ.Π.Α. Αγ. Νικολάου, στο Νομό Φωκίδας: Κ.Π.Α. Άμφισσας, στο Νομό Δράμας: Κ.Π.Α. Δράμας, στο Νομό Αττικής: Τ.Υ. Πλατείας Αττικής, Τ.Υ.Ν. Κόσμου και στο Νομό Κυκλάδων: Τ.Υ. Θήρας.
Από την ημερομηνία έναρξης της λειτουργίας των υπηρεσιών αυτών καταργούνται οι αντίστοιχες τοπικές υπηρεσίες - γραφεία εργασίας του Ο.Α.Ε.Δ. Αγίας Παρασκευής, Αμαρουσίου, Πατησίων και Πειραιά στο Νομό Αττικής, καθώς και η αντίστοιχη υπηρεσία στη Δράμα.

3. Εγκρίνεται η σύσταση και λειτουργία των Κ.Π.Α. του Ο.Α.Ε.Δ. Αγίων Αναργύρων και Ελευσίνας στο Νομό Αττικής, Βέροιας, Κέρκυρας, Άρτας, Λιβαδειάς, Ερμούπολης, Γρεβενών, Πτολεμαίδας, Ορεστιάδας και Νέας Αλικαρνασσού.

4. Η αναγγελία της πρόσληψης μισθωτού στον Ο.Α.Ε.Δ. κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση γ' της παρ. 2 του άρθρου 5του Ν.Δ. 2656/1953, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 2τουν. 4504/1966 και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του Ν.Δ. 763/1970 και η γνωστοποίηση προς το Σ.ΕΠ.Ε. της πρόσληψης νέου εργαζομένου κατά τα οριζόμενα στην παρ. 5 του άρθρου 4 του Ν.Δ. 515/ 1970, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 16 του Ν. 2874/2000, γίνεται με ενιαίο έντυπο που υποβάλλεται εις διπλούν μέσα σε οκτώ (8) ημέρες από την πρόσληψη στην αρμόδια υπηρεσία του Ο.Α.Ε.Δ., η οποία οφείλει αμελλητί να αποστείλει στην αντίστοιχη αρμόδια υπηρεσία του Σ.ΕΠ.Ε. το ένα εκ των δύο αντιτύπων.
Η αναγγελία μπορεί να γίνεται εγγράφως ή με ηλεκτρονική μορφή ή με μαγνητικά μέσα.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζονται τα στοιχεία τα οποία πρέπει να περιέχονται στο ενιαίο έντυπο, η διαδικασία για την υποβολή στον Ο.Α.Ε.Δ., η διαδικασία για την αποστολή του εντύπου, η διαδικασία για την αποστολή με ηλεκτρονική μορφή ή με μαγνητικά μέσα, η διαβίβαση από τον Ο.Α.Ε.Δ. προς το Σ.ΕΠ.Ε., ο χρόνος έναρξης ισχύος της παρούσας διάταξης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

5. Οι εν γένει αποδοχές των υπαλλήλων του Ο.Α.Ε.Δ. που αποσπάστηκαν στις Εταιρείες του Ο.Α.Ε.Δ. "Επαγγελματική Κατάρτιση Α.Ε." και "Παρατηρητήριο Απασχόλησης Ερευνητική - Πληροφορική Α. Ε." εξακολουθούν να καταβάλλονται από τον Ο.Α.Ε.Δ.. Με απόφαση του Δ.Σ. των Εταιρειών μπορεί να καταβάλλεται σε αυτούς πρόσθετη μηνιαία αποζημίωση.



6. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων προσωπικό που υπηρετεί στις Εταιρείες "Επαγγελματική Κατάρτιση Α.Ε." και "Παρατηρητήριο Απασχόλησης Ερευνητική - Πληροφορική Α.Ε." του Ο.Α.Ε.Δ. μπορεί να αποσπάται κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή στον Ο.Α.Ε.Δ.. Η διάρκεια της απόσπασης δεν μπορεί να υπερβαίνει το ένα (1) έτος.

7. Λύεται η Εταιρεία "Υπηρεσίες Υποστήριξης Ανθρώπινου Δυναμικού Α.Ε.", που συστάθηκε με το άρθρο 8του Ν. 2956/2001 (ΦΕΚ 258 Α) και της οποίας το καταστατικό εγκρίθηκε με την 190597/2002 κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΦΕΚ 447 Β' και 652 Β'). Τα πάσης φύσεως περιουσιακά στοιχεία της Εταιρείας και το μετοχικό κεφάλαιο περιέρχονται αυτοδικαίως στον Ο.Α.Ε.Δ.. Ο Διοικητής του Ο.Α.Ε.Δ. εκτελεί χρέη εκκαθαριστή μέχρι να διοριστούν εκκαθαριστές από τη Γενική Συνέλευση. Με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης καθορίζεται η αμοιβή των εκκαθαριστών.

8. Στους σκοπούς του Ο.Α.Ε.Δ. περιλαμβάνεται και ο σκοπός που σύμφωνα με το άρθρο 8 του Ν. 2956/2001 είχε η Εταιρεία "Υπηρεσίες Υποστήριξης Ανθρώπινου Δυναμικού Α. Ε.". Ο Ο.Α.Ε.Δ. για την εκπλήρωσή του προβαίνει στις ενέργειες και πράξεις των περιπτώσεων α' έως και ιδ' της παρ. 2 του άρθρου 8 του Ν. 2956/2001.
Προς τούτο συνιστάται στον Ο.Α.Ε.Δ. Ειδική Υπηρεσία υπαγόμενη απευθείας στον Διοικητή. Στην Ειδική Υπηρεσία εντάσσονται ως οργανικές μονάδες σε επίπεδο τμήματος τα Κέντρα Προώθησης Απασχόλησης (Κ.Π.Α.) του Ο.Α.Ε.Δ..
Με το προεδρικό διάταγμα της παρ. 3 του άρθρου 5του Ν. 2956/2001 ή όμοιό του μπορούν να συνιστώνται θέσεις στην Ειδική Υπηρεσία. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από πρόταση του Ο.Α.Ε.Δ., μπορεί να μεταφέρονται θέσεις προσωπικού του Ο.Α.Ε.Δ. στην Ειδική Υπηρεσία και τις οργανικές μονάδες της.
Η κάλυψη των αναγκών της Ειδικής Υπηρεσίας γίνεται με μετακίνηση, απόσπαση ή μετάθεση προσωπικού που υπηρετεί στον Ο.Α.Ε.Δ., με απόσπαση προσωπικού που υπηρετεί στο Δημόσιο ή στον ευρύτερο δημόσιο τομέα ή με πρόσληψη νέου προσωπικού κατά τις κείμενες διατάξεις. Η απόσπαση προσωπικού που υπηρετεί σε φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα γίνεται μετά από πρόταση του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ., με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή με κοινή απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού χωρίς να απαιτείται η γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου μετά από επιλογή που γίνεται από επιτροπή αξιολόγησης. Η επιτροπή αξιολόγησης αποτελείται από στελέχη του Ο.Α.Ε.Δ. και εμπειρογνώμονες και συγκροτείται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετά από πρόταση του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ., καθορίζονται τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα και τα κριτήρια για την επιλογή του προσωπικού, η διαδικασία αξιολόγησης για το προσωπικό που μετακινείται ή αποσπάται και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια. Η πρόταση του προσωπικού που μετακινείται ή αποσπάται προς την επιτροπή επιλογής γίνεται από τον Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ.. Η υπηρεσία προϊσταμένων τμημάτων του Ο.Α.Ε.Δ. που μετακινούνται στην Ειδική Υπηρεσία συνυπολογίζεται ως χρόνος άσκησης καθηκόντων προϊσταμένου τμήματος.
Για τη λειτουργία της Ειδικής Υπηρεσίας επιτρέπεται η πρόσληψη προσωπικού με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 21 του Ν. 2190/1994, όπως ισχύει.



9. Στην Ειδική Υπηρεσία συνιστώνται μια θέση προϊσταμένου αυτής και από μια θέση προϊσταμένου για κάθε Κ.Π.Α.. Οι θέσεις είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης με θητεία δύο (2) ετών, η οποία μπορεί να ανανεώνεται για ίσο χρονικό διάστημα, με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μετά από πρόταση του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ.. Η πλήρωση της θέσης προϊσταμένου γίνεται με απόσπαση προσωπικού, που υπηρετεί στον Ο.Α.Ε.Δ. ή με απόσπαση προσωπικού που υπηρετεί στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή σε φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα της παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν. 2000/1991 με οποιαδήποτε σχέση εργασίας ή με προσωπικό που προσλαμβάνεται με θητεία διάρκειας δύο (2) ετών, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
Ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα για την κατάληψη της θέσης είναι πτυχίο Α.Ε.Ι. της ημεδαπής ή ισότιμο της αλλοδαπής και πενταετής εμπειρία σε θέση σημαντικής ευθύνης στο δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα για τον προϊστάμενο της Ειδικής Υπηρεσίας, τριετής δε για τον προϊστάμενο Κ.Π.Α.. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζονται τα απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα για την κατάληψη της θέσης. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται η διαδικασία και τα όργανα για την επιλογή.
Εάν ο επιλεγείς προϊστάμενος υπάγεται στις διατάξεις του Ν. 2683/1999, η πλήρωση της θέσης γίνεται με ανάθεση αποκλειστικών καθηκόντων για χρόνο ίσο με μια θητεία, που μπορεί να παρατείνεται μια ή περισσότερες φορές για ίσο χρονικό διάστημα. Η ανάθεση γίνεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Σε κάθε άλλη περίπτωση ο διορισμός γίνεται με απόφαση του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ., που εγκρίνεται από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Για τα πειθαρχικά αδικήματα του προϊσταμένου εφαρμόζονται οι διατάξεις του Ν. 2683/1999. Οι αποδοχές του προϊσταμένου της Ειδικής Υπηρεσίας καθορίζονται στο ύψος των αποδοχών που προβλέπονται κάθε φορά για Γενικό Διευθυντή του Ο.Α.Ε.Δ.. Εφόσον ο επιλεγόμενος είναι αποσπασμένος και λαμβάνει από το φορέα προέλευσής του συνολικές αποδοχές μεγαλύτερες από τις ανωτέρω, οι πάσης φύσεως αποδοχές του καθορίζονται στο ύψος των πάσης φύσεως αποδοχών που ελάμβανε πριν από το διορισμό του σε θέση προϊσταμένου.
Ο χρόνος απόσπασης ή μετακίνησης λογίζεται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για κάθε συνέπεια. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος ως προϊστάμενοι των Κ.Π.Α. επιλέγονται υπάλληλοι του Ο.Α.Ε.Δ., κατά τις διατάξεις επιλογής προϊσταμένων τμημάτων του Υπαλληλικού Κώδικα.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ορίζεται ο τρόπος οργάνωσης και λειτουργίας της Ειδικής Υπηρεσίας και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.


10. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 28 του Ν. 1836/1989 (ΦΕΚ 79 Α') αντικαθίσταται ως εξής:

"Η επιλογή των Διευθυντών και Υποδιευθυντών των εκπαιδευτικών μονάδων του Ο.Α.Ε.Δ. πραγματοποιείται από το αρμόδιο Υπηρεσιακό Συμβούλιο του Οργανισμού, ενώ η τοποθέτησή τους από τον Διοικητή αυτού."


11. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 13 του Ν. 1346/1983 (ΦΕΚ 46 Α), που προστέθηκε με το άρθρο 29 του Ν. 1836/1989 (ΦΕΚ 89 Α'), αντικαθίσταται ως εξής:

"Με τις αποφάσεις του προηγούμενου εδαφίου μπορεί να καθορίζεται ανάλογη ρύθμιση, για τις κατηγορίες ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ προσωπικού του Ο.Α.Ε.Δ. όλων των κλάδων και ειδικοτήτων, που απασχολούνται με τη μελέτη, κατάρτιση, εφαρμογή, έλεγχο, προώθηση και υποστήριξη των προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης και απασχόλησης, καθώς και ασφάλισης της ανεργίας, που εκτελούνται από τον Οργανισμό και επιχορηγούνται από τα διαρθρωτικά ταμεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης."


12. Οι κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου κενές οργανικές θέσεις όλων των κατηγοριών και κλάδων του τακτικού διοικητικού προσωπικού του Ο.Α.Ε.Δ. μεταφέρονται στην κατηγορία ΠΕ και ΤΕ και κατανέμονται στον κλάδο ΠΕ Διοικητικού - Οικονομικού σε ποσοστό σαράντα τοιςεκατό (40 %), τριάντα τοις εκατό (30%) στον κλάδο ΤΕ Διοικητικού - Οικονομικού και στον κλάδο ΠΕ Πληροφορικής σε ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%), αντίστοιχα, και αποτελούν κενές οργανικές θέσεις των προαναφερόμενων κλάδων. Προς τούτοις, εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ., η οποία εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.


Άρθρο 13
Εκπαιδευτικοί Τεχνικών - Επαγγελματικών Εκπαιδευτηρίων (Τ.Ε.Ε.) του Ο.Α.Ε.Δ.

1. Ο Ο.Α.Ε.Δ. για την κάλυψη των εκπαιδευτικών αναγκών των Τ. Ε. Ε. μπορεί να προσλαμβάνει εκτός των ωρομισθίων του άρθρου 2 του Ν. 2336/1995 (ΦΕΚ 189 Α) όπως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 16 του Ν. 2643/1998, και προσωρινούς αναπληρωτές των κλάδων ΠΕ και ΤΕ με πλήρες ωράριο διδασκαλίας του πρωτοδιόριστου εκπαιδευτικού και προσωρινούς αναπληρωτές με μειωμένο ωράριο διδασκαλίας, με τους όρους και προϋποθέσεις του άρθρου 17 του Ν. 1566/1985. Για τις προσλήψεις εφαρμόζονται οι διατάξεις της Π.Υ.Σ 55/1998 (ΦΕΚ 252 Α'), όπως ισχύει
Με απόφαση του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ. ορίζονται οι κλάδοι και οι ειδικότητες, το ωράριο διδασκαλίας κατά κλάδο, τα εκπαιδευτικά καθήκοντα και οι εκπαιδευτικές υποχρεώσεις όλων των προσωρινών αναπληρωτών και η διαδικασία πρόσληψής τους κατά τις κείμενες διατάξεις.
Η σύμβασή τους είναι σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου και έχει διάρκεια από την ημερομηνία πρόσληψής τους μέχρι τη λήξη του διδακτικού έτους.
Στους προσωρινούς αναπληρωτές καταβάλλονται αποδοχές, όπως καθορίζονται στην περίπτωση β' του διατακτικού της αριθμ. 2026855/3536/0022/15.5.1997 απόφασης των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, όπως ισχύει Οι σχετικές πιστώσεις για την πληρωμή των δαπανών αυτών εγγράφονται στον προϋπολογισμό εξόδων του Ο.Α.Ε.Δ.. Οι αποδοχές που καταβάλλονται στους προσωρινούς αναπληρωτές με μειωμένο ωράριο διδασκαλίας, καθώς και ο χρόνος υπηρεσίας τους υπολογίζονται με κλάσμα που έχει αριθμητή τον αριθμό των εβδομαδιαίων ωρών για τις οποίες έχουν προσληφθεί και παρονομαστή το υποχρεωτικό ωράριο του πρωτοδιόριστου εκπαιδευτικού.

2. Με αποφάσεις του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ. ορίζεται ανά σχολικό έτος ο αριθμός ανά νομό των αναπληρωτών εκπαιδευτικών κατά κλάδους και ειδικότητες που πρόκειται να απασχοληθούν στα Τ.Ε.Ε. του Ο.Α.Ε.Δ..

3. Οι εκπαιδευτικοί που υπηρετούν, κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, ως ωρομίσθιοι στα Τ.Ε.Ε. Μαθητείας του Ο.Α.Ε.Δ. των κλάδων ΠΕ και ΤΕ, εφόσον έχουν συμπληρώσει μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος διδακτική προϋπηρεσία τουλάχιστον χιλίων διακοσίων(1.200) ωρών στη δευτεροβάθμια τεχνική εκπαίδευση του Ο.Α.Ε.Δ., εντάσσονται σε ενιαίο πίνακα για την κάλυψη των αναγκών των Τ.Ε.Ε. Μαθητείας του Ο.Α.Ε.Δ., και προσλαμβάνονται κατ' απόλυτη προτεραιότητα ως αναπληρωτές ή ωρομίσθιοι στα Τ.Ε.Ε. του Ο.Α.Ε.Δ., με σειρά που εξαρτάται από τη προαναφερθείσα συνολική διδακτική προϋπηρεσία και ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες του Ο.Α.Ε.Δ. ανά κλάδο και ειδικότητα.
Από την έναρξη ισχύος του παρόντος και εφεξής οι εκπαιδευτικοί αυτοί διορίζονται σε κενές οργανικές θέσεις των Τ.Ε.Ε. του Ο.Α.Ε.Δ. σε ποσοστό που ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με βάση το σύνολο των κενών οργανικών θέσεων κατά κλάδο και ειδικότητα.
Ο διορισμός τους γίνεται ανεξαρτήτως της κατοχής του πτυχίου ΠΑΤΕΣ / ΣΕΛΕΤΕ για όσους κλάδους απαιτείται και οι διοριζόμενοι υποχρεούνται να προσκομίσουν το πτυχίο αυτό μέσα σε δύο (2) έτη από το διορισμό τους και ύστερα από παρακολούθηση ειδικού προγράμματος της σχολής αυτής.
Κατ' εξαίρεση, στον ενιαίο πίνακα εντάσσονται, εφόσον αποκτήσουν τα προσόντα για ένταξη στους κλάδους ΠΕ ή ΤΕ και κατά το χρόνο αυτόν υπηρετούν ως ωρομίσθιοι στα Τ.Ε.Ε. Μαθητείας του Ο.Α.Ε.Δ. οι εκπαιδευτικοί του κλάδου ΔΕ που υπηρετούν κατά τη δημοσίευση του παρόντος ως ωρομίσθιοι, που έχουν συμπληρώσει την προβλεπόμενη διδακτική προϋπηρεσία των χιλίων διακοσίων(1.200) ωρών κατά τη δημοσίευση του παρόντος.

4. Από τις ρυθμίσεις της προηγούμενης παραγράφου εξαιρούνται οι δημόσιοι υπάλληλοι και συνταξιούχοι.

5. Οι εκπαιδευτικοί που υπηρετούν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος και αναφέρονται στο άρθρο 3 της κοινής υπουργικής απόφασης περί "Μονιμοποίησης Εκπαιδευτικού Προσωπικού Ο.Α.Ε.Δ. και ΣΔ.ΣΤ.Ε.", που κυρώθηκε με το άρθρο 27 του Ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 284 Α'), προηγούνται στον ενιαίο πίνακα της παρ. 3.

6. Οι πίνακες κατά κλάδο και ειδικότητα των περιπτώσεων της παρ. 3 του παρόντος άρθρου συντάσσονται ανά νομό και κυρώνονται από τον Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ. μέσα σε έξι (6) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

7. Από τους πίνακες της παρ. 3 διαγράφονται όσοι:
α) Δεν αποδεχθούν το διορισμό στα Τ.Ε.Ε. Μαθητείας του Ο.Α.Ε.Δ..
β) Δεν αναλάβουν υπηρεσία μέσα σε πέντε (5) εργάσιμες ημέρες από την έγγραφη ειδοποίηση για ανάθεση διδακτικού ωραρίου αναπληρωτή από Τ.Ε.Ε. του Ο.Α.Ε.Δ..
γ) Καταγγέλλεται η σύμβαση εργασίας τους, με υπαιτιότητά τους, κατά τη διάρκεια του διδακτικού έτους.
δ) Διορίζονται ως μόνιμοι υπάλληλοι στο Δημόσιο και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.
Η διαγραφή γίνεται με απόφαση του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ..

8. Εφόσον οι ανάγκες του Οργανισμού για αναπληρωτές ή ωρομίσθιο εκπαιδευτικό προσωπικό δεν καλυφθούν από τους πίνακες της παρ. 3 του παρόντος άρθρου, καλύπτονται από τους πίνακες των εκπαιδευτικών που ο Οργανισμός καταρτίζει σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2336/1995, όπως αυτός τροποποιήθηκε με το άρθρο 16 του Ν. 2643/1998.

9. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων συνιστώνται στα Τ.Ε.Ε. του Ο.Α.Ε.Δ., μετά από πρόταση του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ., οργανικές θέσεις εκπαιδευτικού προσωπικού και κατανέμονται κατά κλάδο και ειδικότητες.


Άρθρο 14
Τροποποίηση - Συμπλήρωση διατάξεων του Ν. 2643/1998 (ΦΕΚ 220 Α)


1. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 11 του άρθρου 10 του Ν. 3051/2002 αντικαθίσταται ως εξής:

"Καταργείται το ανώτατο όριο ηλικίας πρόσληψης ή διορισμού στο Δημόσιο, τα Ν.Π.Δ.Δ., Ο.T.A. α' και β' βαθμού και τα Ν.Π.Ι.Δ. του δημόσιου τομέα της παρ. 1 του άρθρου 14 του Ν. 2190/1994, όπως αυτό ισχύει, και της παρ. 3 του άρθρου 1 του Ν. 2527/1997, καθώς και το ανώτατο όριο ηλικίας πρόσληψης ή διορισμού των προστατευόμενων ατόμων του Ν. 2643/1998 στο Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. α' και β' βαθμού, που ορίζεται στο πρώτο εδάφιο της παρ. 9 του άρθρου 3 του ίδιου νόμου."

Η ισχύς της διάταξης αυτής αρχίζει από την έναρξη ισχύος της διάταξης που αντικαθίσταται.


2. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 4 του Ν. 2643/1998 (ΦΕΚ 220 Α) προστίθεται εδάφιο ως εξής:

"Ο αριθμός των μορίων που δικαιούνται όσοι έχουν υπερβεί το 45ο έτος της ηλικίας τους και επιθυμούν να διορισθούν σε θέσεις του άρθρου 3 είναι εβδομήντα πέντε (75)."

3. Η περίπτωση α' της παρ. 3 του άρθρου 4 του Ν. 2643/1998, όπως ισχύει, τροποποιείται ως εξής:

"Για απολυτήριο τίτλο υποχρεωτικής εκπαίδευσης δέκα (10) μόρια."


4. Στο τέλος της παρ. 21 του άρθρου 31 του Ν. 2956/2001 (ΦΕΚ 258 Α) προστίθεται εδάφιο ως εξής:

"Εάν η επανατοποθέτηση του προστατευομένου πραγματοποιηθεί σε θέση εργασίας για την οποία ο προστατευόμενος με έγγραφό του, απευθυνόμενο προς την Πρωτοβάθμια Επιτροπή του άρθρου 9 του Ν. 2643/1998, δηλώνει ότι δεν επιθυμεί τοποθέτηση, δεν χάνει την προστασία που του παρέχει ο Ν. 2643/1998."


5. Η περίπτωση η' της παρ. 1 του άρθρου 7 του Ν. 2643/1998, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή της με την παρ. 2 του άρθρου 18 του Ν. 2736/1999 (ΦΕΚ 172 Α'), αντικαθίσταται ως εξής:


"η) Απόφαση πρωτοβάθμιας υγειονομικής επιτροπής αναπηρίας του ΙΚΑ., με την οποία προσδιορίζεται η χρόνια σωματική ή πνευματική ή ψυχική πάθηση ή βλάβη του αιτούντος, καθώς και το ποσοστό αναπηρίας του.
Για το σκοπό αυτόν και εφόσον οι υφιστάμενες υγειονομικές επιτροπές του ΙΚΑ. δεν επαρκούν, μπορεί να συνιστώνται και άλλες τριμελείς επιτροπές, στις οποίες ως Πρόεδρος ορίζεται ιατρός του Ειδικού Σώματος και ως μέλη ιατροί των υποκαταστημάτων του ΙΚΑ..
Οι ενδιαφερόμενοι παραπέμπονται από τις αρμόδιες υπηρεσίες του ΙΚΑ στις Υγειονομικές Επιτροπές μετά από αίτησή τους.
Κατά των αποφάσεων των Πρωτοβάθμιων Επιτροπών μπορεί να υποβληθεί ένσταση. Η ένσταση ασκείται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης των Πρωτοβάθμιων Επιτροπών στους ενδιαφερομένους. Δικαίωμα ένστασης έχουν: α) τα άτομα με αναπηρία τα οποία αφορά η απόφαση της πρωτοβάθμιας υγειονομικής επιτροπής αναπηρίας του ΙΚΑ, και τα οποία επιθυμούν τοποθέτηση σε θέση εργασίας με βάση το Ν. 2643/1998 και β) γονείς, σύζυγος ή αδέλφια του ατόμου με αναπηρία από την αναπηρία του οποίου τυγχάνουν της προστασίας των διατάξεων του Ν. 2643/1998.
Για το σκοπό αυτόν συνιστώνται δύο (2) Δευτεροβάθμιες Τριμελείς Υγειονομικές Επιτροπές του ΙΚΑ, με έδρα την Αθήνα η πρώτη και τη Θεσσαλονίκη η δεύτερη.
Η Δευτεροβάθμια Υγειονομική Επιτροπή της Αθήνας έχει αρμοδιότητα για εξέταση ενστάσεων κατά των αποφάσεων των Πρωτοβάθμιων Υγειονομικών Επιτροπών που λειτουργούν στις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις της Αττικής, της Στερεάς Ελλάδας, της Πελοποννήσου, της Κρήτης, των Νήσων Αιγαίου και των Ιονίων Νήσων.
Η Δευτεροβάθμια Υγειονομική Επιτροπή της Θεσσαλονίκης έχει αρμοδιότητα την εξέταση ενστάσεων κατά των αποφάσεων των Πρωτοβάθμιων Υγειονομικών Επιτροπών που λειτουργούν στις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις της Μακεδονίας, της Θράκης, της Ηπείρου και της Θεσσαλίας.
Πρόεδροι των επιτροπών αυτών ορίζονται ιατροί του Ειδικού Σώματος και μέλη ιατροί των υποκαταστημάτων του ΙΚΑ. Ιατροί που μετείχαν στις Πρωτοβάθμιες Επιτροπές απαγορεύεται να μετέχουν ως πρόεδροι ή μέλη στις Δευτεροβάθμιες Υγειονομικές Επιτροπές του Ιδρύματος.
Η εξέταση των προσώπων της περίπτωσης β' του άρθρου 1 του Ν.2643/1998 από τις Πρωτοβάθμιες και Δευτεροβάθμιες Επιτροπές γίνεται κατά προτεραιότητα και καταβάλλεται στο ΙΚΑ, εφάπαξ χρηματικό ποσό σαράντα πέντε (45) ευρώ που βαρύνει, στις περιπτώσεις που τα κρινόμενα πρόσωπα είναι ασφαλισμένα για παροχές ασθένειας, τον ασφαλιστικό τους οργανισμό ή το Δημόσιο αναλόγως, ενώ στις περιπτώσεις ανασφαλίστων το ΙΚΑ. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορεί να αναπροσαρμόζονται τα ανωτέρω ποσά.
Η εξέταση των ενστάσεων από τις Δευτεροβάθμιες Επιτροπές γίνεται με την ίδια διαδικασία που ορίζεται για τις Πρωτοβάθμιες."

Η διάταξη της παραγράφου αυτής έχει εφαρμογή από 1.8.2003.


Άρθρο 15
Ειδική επιδότηση ανεργίας

1. Η ειδική επιδότηση ανεργίας, που παρατάθηκε με τις παρ. 1 και2του άρθρου 43 του Ν. 2956/2001, παρατείνεται για δύο (2) ακόμη έτη αφότου έληξε. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις που προβλέπουν την ειδική επιδότηση για κάθε κατηγορία εργαζομένων.

2. Η ειδική επιδότηση ανεργίας, η οποία προβλέπεται από την κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων 30161/2000 (ΦΕΚ 272 Β'), η οποία εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 43 του Ν. 2778/1999 (ΦΕΚ 295 Α'), παρατείνεται για δύο (2) έτη. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι αναφερόμενες διατάξεις.

3. Οι μισθωτοί της επιχείρησης "ΠΙΝΔΟΣ Α.Ε.", των οποίων η σχέση εργασίας καταγγέλθηκε από 1.1.2002 μέχρι 31.1.2002 χωρίς υπαιτιότητά τους, δικαιούνται να επιλέξουν την ένταξή τους σε ένα από τα προγράμματα α) αυταπασχόλησης, β) νέων θέσεων, γ) κατάρτισης και δ) ειδικής επιδότησης ανεργίας, που εφαρμόζονται από τον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕ.Δ.).
Όσοι επιλέξουν το πρόγραμμα της κατάρτισης δικαιούνται να επιλέξουν και οποιοδήποτε άλλο, με την προϋπόθεση της μη ταυτόχρονης με το πρόγραμμα της κατάρτισης υπαγωγής τους και σε άλλο πρόγραμμα.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία ένταξής τους, στα προγράμματα, καθώς και η διάρκεια των προγραμμάτων αυτών, το ύψος των καταβαλλόμενων χρηματικών ποσών και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
Ειδικότερα η διάρκεια της ειδικής επιδότησης ανεργίας ισχύει από τη δημοσίευση του παρόντος μέχρι τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων για λήψη πλήρους ή μειωμένης σύνταξης γήρατος, σε κάθε όμως περίπτωση δεν υπερβαίνει τους 36 μήνες. Το ημερήσιο επίδομα της ειδικής επιδότησης ανεργίας θα είναι αυξημένο κατά πενήντα τοις εκατό (50%) από εκείνο των άλλων ανέργων με επιπλέον προσαύξηση δέκα τοις εκατό (10 %) για κάθε προστατευόμενο μέλος.
Κατά το διάστημα της ειδικής επιδότησης της ανεργίας για όσους επιλέξουν το μέτρο αυτό συνεχίζεται η ασφάλισή τους στους οικείους ασφαλιστικούς φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης για όλους τους κλάδους στους οποίους ασφαλίζονταν ως εργαζόμενοι.
Ο χρόνος ασφάλισης θεωρείται ως πραγματικός χρόνος εργασίας και λαμβάνεται υπόψη για τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων για λήψη πλήρους ή μειωμένης σύνταξης, καθώς και για τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 10 του Ν. 825/1978 (ΦΕΚ 189 ΑΙ όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση και συμπλήρωσή του με το άρθρο 32 του Ν. 2874/2000 και με το άρθρο 2 του Ν. 3029/2002 (ΦΕΚ 160 Α'), και την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων του Κανονισμού Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων (ΚΒΑΕ.).
Οι δαπάνες που προκαλούνται για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού βαρύνουν για μεν τα προγράμματα της αυταπασχόλησης, των νέων θέσεων εργασίας και της κατάρτισης τον Ο.Α.Ε.Δ., για δε τα προγράμματα της ειδικής επιδότησης ανεργίας, κατά το 1/3 το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (Π.Δ.Ε.) και κατά το υπόλοιπο 2/3 τον Ο.Α.Ε.Δ..


Άρθρο 16
Συγκρότηση επιτροπών

1. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων συγκροτούνται νομοπαρασκευαστικές επιτροπές από κρατικούς λειτουργούς, δικαστές, μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, μέλη Δ.Ε.Π. όλων των βαθμίδων, δικηγόρους, ειδικούς επιστήμονες, δημόσιους υπαλλήλους και συνταξιούχους με εμπειρία σε θέματα εργατικού και ασφαλιστικού δικαίου για την επεξεργασία σχεδίων νόμων, προεδρικών διαταγμάτων και κανονιστικών αποφάσεων αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται η αποζημίωση των μελών της επιτροπής και του γραμματέα αυτής.

2. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων συγκροτούνται επιτροπές ή ομάδες εργασίας μη μόνιμου χαρακτήρα από δημόσιους υπαλλήλους ή και εμπειρογνώμονες του δημοσίου ή ιδιωτικού τομέα με ειδικές γνώσεις και εμπειρία για τη διενέργεια ερευνών, την εκπόνηση μελετών, την εκτέλεση έργων και ειδικών εργασιών, εκθέσεων για την προώθηση θεμάτων αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Με την απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ορίζεται ο αριθμός των μελών κάθε επιτροπής, η ιδιότητά τους, ο σκοπός της, ο χρόνος περάτωσης του έργου της, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Στις επιτροπές αυτές μπορεί να συμμετέχουν και συνταξιούχοι του Δημοσίου ή συνταξιούχοι δικαστικοί λειτουργοί.
Με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται το ύψος της αποζημίωσης των μελών των επιτροπών ή ομάδων εργασίας σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

3. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορεί να ανατίθεται κατόπιν διαπραγματεύσεων απευθείας σε Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα(ΑΕΙ) και Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (Τ.Ε.Ι), που εποπτεύονται από το κράτος, η διενέργεια ερευνών, η εκπόνηση μελετών, η εκτέλεση έργων και ειδικών εργασιών αρμοδιότητας του Υπουργείου για ποσά ύψους διακοσίων σαράντα εννέα χιλιάδων (249.000,00) ευρώ. Μεταξύ του Υπουργού και του επιλεγέντος Ιδρύματος καταρτίζεται σύμβαση εγγράφως σύμφωνα με τους όρους της απόφασης ανάθεσης. Στην περίπτωση που στη σύμβαση προβλέπεται προκαταβολή, αυτή δεν μπορεί να υπερβαίνει το 30% του προϋπολογισμού της σύμβασης, μη συμπεριλαμβανομένου του Φ.ΠΑ.


Άρθρο 17
Θέματα Κοινωνικών Ασφαλίσεων

1. Η παρ. 4 του άρθρου 9 του Ν. 3050/2002 (ΦΕΚ 214Α) αντικαθίσταται ως εξής:

"4. Οι απασχολούμενοι με σύμβαση έργου σε φορείς του δημόσιου τομέα του άρθρου 51 του Ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α), όπως ισχύει, σε επιχειρήσεις των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.ΤΑ), καθώς και σε ερευνητικούς και τεχνολογικού ς φορείς του Ν. 1514/1985 (ΦΕΚ 13 Α') όπως ισχύει, για δράσεις που χρηματοδοτούνται ή συγχρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή άλλους διεθνείς, δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς, υπάγονται υποχρεωτικά στην ασφάλιση του Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών (Ο.Α.Ε.Ε.Τ.Ε.Β.Ε.). Όσα από τα πρόσωπα του προηγούμενου εδαφίου έχουν ασφαλιστεί μέχρι 12.9.2002 για την απασχόλησή τους αυτή στο ΙΚΑ ή στον Ο.Α.Ε.Ε.-Τ.Ε.Β.Ε. και στο ΙΚΑ, μπορούν να επιλέξουν τη συνέχιση της ασφάλισής τους στο ΙΚΑ αντί της υπαγωγής τους στην ασφάλιση του ο.ΑΕ.Ε.-Τ.Ε.Β.Ε.. Η επιλογή ασκείται με υποβολή σχετικής δήλωσης του ασφαλισμένου μέσα σε τέσσερις(4) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος.
Σε περίπτωση επιλογής συνέχισης της ασφάλισης στο ΙΚΑ, και εφόσον για το μέχρι 12.9.2002 χρονικό διάστημα έχει καταλογιστεί σε βάρος του εργοδότη Πράξη Επιβολής Εισφορών καταβάλλεται, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, το σύνολο των ασφαλιστικών εισφορών από τον εργοδότη, χωρίς πρόσθετα τέλη και λοιπές επιβαρύνσεις. Εάν για το ίδιο ως άνω χρονικό διάστημα έχουν καταβληθεί εισφορές και στο Τ.Ε.Β.Ε., αυτές θεωρούνται ως αχρεωστήτως καταβληθείσες και αναζητούνται μέσα σε έξι (6) μήνες από την ημερομηνία επιλογής του ΙΚΑ ως ασφαλιστικού φορέα και ύστερα από αίτηση του ασφαλισμένου. Σε περίπτωση που δεν επιλεγεί η συνέχιση της ασφάλισης στο ΙΚΑ, τότε οι υπέρ του ΙΚΑ ασφαλιστικές εισφορές, καθώς και τα τυχόν επιβληθέντα πρόσθετα τέλη και λοιπές επιβαρύνσεις θεωρούνται ως αχρεωστήτως καταβληθείσες και αναζητούνται μέσα στην ίδια ως άνω προθεσμία ύστερα από αίτηση του εργοδότη και του ασφαλισμένου. Στον εργοδότη επιστρέφονται οι εργοδοτικές εισφορές μαζί με τα πρόσθετα τέλη και λοιπές επιβαρύνσεις, στον δε ασφαλισμένο οι εργατικές εισφορές.
Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και σε εκκρεμείς υποθέσεις σε οποιοδήποτε στάδιο της διοικητικής διαδικασίας.
Από τις ρυθμίσεις της παραγράφου αυτής εξαιρούνται οι ασφαλισμένοι των Ταμείων Νομικών, του Ταμείου Συντάξεων Μηχανικών Εργοληπτών Δημοσίων Έργων(Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε.) και του Ταμείου Συντάξεων και Αυτασφάλισης Υγειονομικών (Τ.ΣΑΥ.), οι οποίοι εξακολουθούν να ασφαλίζοvται στα εν λόγω Ταμεία."


2. Δημοσιογράφοι, μέλη της Ένωσης Συντακτών Περιοδικού και Ηλεκτρονικού Τύπου, που απασχολούνται με σχέση εξαρτημένης εργασίας με την ειδικότητα του συντάκτη, κατά κύριο επάγγελμα στα γραφεία τύπου των Κρατικών Υπηρεσιών, στο εσωτερικό και το εξωτερικό, των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, των Δημοσίων Επιχειρήσεων και των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ασφαλίζονται στο Ταμείο Ασφάλισης Ιδιοκτητών, Συντακτών και Υπαλλήλων Τύπου (ΤΑ.Ι.Σ.Υ.Τ.), εφόσον δεν είναι τακτικοί ή μόνιμοι υπάλληλοι των υπηρεσιών αυτών και έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση του Ταμείου αυτού λόγω προηγούμενης απασχόλησης σε άλλο εργοδότη.
Δημοσιογράφοι, μέλη της Ένωσης Συντακτών Περιοδικού και Ηλεκτρονικού Τύπου, που απασχολούνται με σχέση εξαρτημένης εργασίας κατά κύριο επάγγελμα στα γραφεία τύπου των πολιτικών Kομμάτων, τα οποία εκπροσωπούνται στο Ελληνικό ή Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ασφαλίζονται στο Ταμείο Ασφάλισης Ιδιοκτητών, Συντακτών και Υπαλλήλων Τύπου (ΤΑΙ.Σ.Υ.Τ.), εφόσον έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση του Ταμείου αυτού από προηγούμενη απασχόλησή τους σε άλλον εργοδότη.
Για την ασφάλισή τους στον κλάδο Κύριας Ασφάλισης του Ταμείου, καταβάλλεται: α) εισφορά εργοδότη σε ποσοστό εννέα τοις εκατό (9%) και ισόποση εισφορά του ασφαλισμένου, που υπολογίζεται στο σύνολο των μηνιαίων αποδοχών της συγκεκριμένης απασχόλησης και β) για τους λοιπούς κλάδους οι προβλεπόμενες από τον Κανονισμό Λειτουργίας εισφορές.
Οι δικαιούμενοι από 1.1.2002 εφάπαξ βοηθήματος από τον Κλάδο Πρόνοιας του Τ.Α.Ι.Σ.Υ.Τ. πέραν του προβλεπόμενου από το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 17 του Κανονισμού Λειτουργίας ανώτατου ορίου, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του Π.Δ. 223/1990 (ΦΕΚ 83 Α') και τροποποιημένο ισχύει, λαμβάνουν και το ένα τρίτο (1/3) της διαφοράς μεταξύ αυτού και του ποσού του εφάπαξ βοηθήματος που προκύπτει χωρίς ανώτατο όριο και οι δικαιούμενοι από 1.1.2003 τα δύο τρίτα (2/3) της διαφοράς αυτής.
Οι δικαιούμενοι από 1.1.2004 και εφεξής εφάπαξ βοηθήματος λαμβάνουν το ποσό που προκύπτει από τις καταστατικές διατάξεις του Ταμείου, καταργουμένου του ανώτατου ορίου.
Στους Δημοσιογράφους και Ειδικούς Επιστήμονες του Υπουργείου Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης που υπηρετούν με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου σε γραφεία τύπου χωρών εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ε.Ο.Χ. και ασφαλίζονται στο ΙΚΑ ή το Τ.Α.Ι.Σ.Υ.Τ. σε περίπτωση ασθένειας κατά την παραμονή τους στο εξωτερικό, αποδίδονται από τον ασφαλιστικό τους οργανισμό δαπάνες ως ακολούθως:
α) Για τις ιατρικές επισκέψεις και κάθε είδους εξετάσεις και ιατρικές πράξεις τα προβλεπόμενα από τον κανονισμό του φορέα για παροχή περίθαλψης στην ημεδαπή.
β) Για φαρμακευτική περίθαλψη αποδίδεται δαπάνη σύμφωνα με τα προσκομιζόμενα δικαιολογητικά. Η συμμετοχή του ασφαλισμένου ορίζεται σε ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25 %).
γ) Για νοσοκομειακή περίθαλψη που πραγματοποιείται στην αλλοδαπή αποδίδεται το ποσό του συνολικού ενοποιημένου κλειστού νοσηλίου των νοσοκομείων του Ε.Σ.Υ., διαφοροποιημένου κατά κατηγορία παρεχόμενων ιατρικών υπηρεσιών και σε κάθε άλλη περίπτωση μέχρι το διπλάσιο του ποσού του ημερήσιου κλειστού νοσηλίου κατά νοσηλευτικό τομέα των νοσοκομείων του Ε.Σ.Υ., όπως ισχύει κάθε φορά στην ημεδαπή.
Για την απόδοση των δαπανών τα σχετικά δικαιολογητικά υποβάλλονται στον οικείο ασφαλιστικό οργανισμό εντός εξαμήνου από την πραγματοποίηση της δαπάνης. Υποβάλλονται τα πρωτότυπα αναλυτικά τιμολόγια ή οι σχετικές πρωτότυπες εξοφλητικές αποδείξεις θεωρημένες από την αρμόδια προξενική αρχή ή ελλείψει αυτής από την αρμόδια αστυνομική ή άλλη δημόσια αρχή και επίσημα μεταφρασμένα.
Με απόφαση του Δ.Σ. του οικείου φορέα, καθορίζεται ο τρόπος και η διαδικασία απόδοσης της σχετικής δαπάνης, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.


3. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 4 του Ν. 3029/2002 (ΦΕΚ 160 Α) αντικαθίσταται ως εξής:


"Για τους από 1.1.2005 απασχολούμενους για πρώτη φορά σε επαγγέλματα που καθορίζονται με το ανωτέρω προεδρικό διάταγμα, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 24 του Ν. 2084/1992 (ΦΕΚ 165 Α)."


4. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 24 του Ν. 2789/2000 (ΦΕΚ 21 Α) τροποποιείται ως ακολούθως:

"Τα ασφαλιστικά ταμεία αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων προκαταβάλλουν στα νοσοκομεία του Ε.Σ.Υ., στο Γενικό Περιφερειακό Νοσοκομείο "ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ" και στο "Ν.Ι.Μ.Τ.Σ." το 90% του συνολικού ποσού που προκύπτει από τα υποβαλλόμενα μηνιαίως σχετικά δικαιολογητικά, για δαπάνες υγειονομικής περίθαλψης των ασφαλισμένων τους, το αργότερο μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την ημερομηνία υποβολής τους."


5. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 40 του Ν. 2972/2001 (ΦΕΚ 291 Α) προστίθενται εδάφια που έχουν ως εξής:

"Από τα ποσά της κρατικής εισφοράς του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών, όπως αυτή προβλέπεται από τις διατάξεις της περίπτωσης β' του άρθρου 3 του Ν. 2458/1997 (ΦΕΚ 15Α) και ισχύει κάθε φορά, ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%) ετησίως μεταφέρεται στον Κλάδο Υγείας του Οργανισμού μέσα σε ένα (1) μήνα από την απόδοση της κρατικής εισφοράς με απόφαση του Δ.Σ. του Ταμείου και αποτελεί έσοδο αυτού.
Από τα ομόλογα Ελληνικού Δημοσίου του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών ποσοστό 7,5%, το οποίο υπολογίζεται επί της ονομαστικής τους αξίας της 31.12.2002, μεταφέρεται εφάπαξ, με απόφαση του Δ.Σ. του Ο.Γ.Α. μέσα σε ένα (1) μήνα από τη δημοσίευση της παρούσας στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στον Κλάδο Υγείας του Οργανισμού και αποτελεί έσοδο αυτού."


6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Υγείας και Πρόνοιας, καθορίζεται η διαδικασία, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εισαγωγή των ασφαλισμένων των ασφαλιστικών φορέων στα Κέντρα Αποθεραπείας και Αποκατάστασης κλειστής και ημερήσιας νοσηλείας του άρθρου 15 του Π.Δ. 395/1993 (ΦΕΚ 166 Α').


7. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 8 του άρθρου 5 του Ν. 3050/2002 (ΦΕΚ 214 Α) αντικαθίσταται ως ακολούθως:

"Προϊστάμενοι των Τμημάτων των παραγράφων 4 έως και 7 τοποθετούνται υπάλληλοι με βαθμό Α2 ήΑ3του Κλάδου Διοίκησης εκτός από το Τμήμα Μεταφράσεων στο οποίο προίσταται υπάλληλος με βαθμό Α2 ή Α3 του Κλάδου Μεταφραστών."


8. Αρμόδια όργανα για τη διαπίστωση της σωματικής ή διανοητικής ανικανότητας για τη συνταξιοδότηση λόγω αναπηρίας ή χορήγηση επιδομάτων από το Ταμείο Νομικών είναι σε πρώτο βαθμό οι Πρωτοβάθμιες Υγειονομικές Επιτροπές και σε δεύτερο βαθμό οι Δευτεροβάθμιες Υγειονομικές Επιτροπές, του Ο.Α.Ε.Ε.-Τ.Ε.Β.Ε., στις οποίες παραπέμπονται οι ασφαλισμένοι ή συνταξιούχοι του Ταμείου.
Η σχετική δαπάνη και η αποζημίωση των μελών των Υγειονομικών Επιτροπών βαρύνει τον Προϋπολογισμό του Ταμείου Νομικών.
Από την ισχύ του παρόντος καταργείται κάθε ειδική διάταξη του Ταμείου Νομικών περί Υγειονομικών Επιτροπών.


9. Οι καθυστερούμενες ασφαλιστικές εισφορές των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων προς το Ταμείο Σύνταξης και Επικουρικής Ασφάλισης Προσωπικού Γεωργικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (Τ.Σ.Ε.Α. Π.Γ.Σ.Ο.) χρονικής περιόδου μέχρι 31.12.2002, καταβάλλονται είτε εφάπαξ είτε σε ογδόντα (80) ισόποσες άτοκες μηνιαίες δόσεις, κατά παρέκκλιση των διατάξεων των περιπτώσεων α, β, γ της παρ. 3 του άρθρου 61 του Ν. 2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α').
Οι ανωτέρω εισφορές απαλλάσσονται από τα πρόσθετα τέλη και λοιπές επιβαρύνσεις, αν καταβληθούν εφάπαξ μέσα σε έξι (6) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος.
Σε περίπτωση εξόφλησής τους σε δόσεις τα πρόσθετα τέλη και λοιπές επιβαρύνσεις μειώνονται κατά ενενήντα τοις εκατό (90%).
Η αίτηση για την υπαγωγή στη ρύθμιση αυτή υποβάλλεται μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος.
Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι το τέλος του τρίτου μήνα από τη δημοσίευση του νόμου αυτού.
Η μη εμπρόθεσμη καταβολή, είτε της εφάπαξ οφειλής είτε έξι (6) συνεχόμενων δόσεων, καθώς και η μη καταβολή των τρεχουσών απαιτητών ασφαλιστικών εισφορών, συνεπάγεται την αμετάκλητη απώλεια του ευεργετήματος της τμηματικής εξόφλησης των οφειλόμενων εισφορών.
Τα ανωτέρω ισχύουν για μία μόνο ρύθμιση και σε περίπτωση απώλειας του ευεργετήματος αναβιώνουν τα πρόσθετα τέλη και οι προσαυξήσεις.
Τα ποσοστά απαλλαγής ισχύουν:
α) για τις βεβαιωμένες και μη καταβληθείσες οφειλές χρονικής περιόδου απασχόλησης μέχρι 31.12.2002 και
β) για τις ρυθμισμένες οφειλές της ανωτέρω χρονικής περιόδου για το υπόλοιπο ποσό της οφειλής τους.
Στις Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις, που υπάγονται στην παρούσα ρύθμιση και τηρούν τους όρους της ρύθμισης αυτής χορηγείται βεβαίωση ασφαλιστικής ενημερότητας.


10. Το προσωπικό που υπηρετεί στην Αγροτική Ανώνυμη Ασφαλιστική Εταιρεία Ζωής και Υγείας (Α.Α.Α.Ε.Ζ.Υ.) εξακολουθεί και μετά τη συγχώνευση της ανωτέρω εταιρείας στην Αγροτική Ανώνυμη Ελληνική Εταιρεία Γενικών Ασφαλειών (Α.Α.Ε.Ε.Γ.Α.) να ασφαλίζεται στο ΙΚΑ, και για τους ίδιους κλάδους στους οποίους ασφαλιζόταν μέχρι τη συγχώνευση.


11. Παρατείνεται η προθεσμία η οποία είχε οριστεί με την παρ. 2 του άρθρου 8 του Π.Δ. 120/2001 (ΦΕΚ 108 Α'), για την έναρξη λειτουργίας των τριών Υποδιευθύνσεων του Περιφερειακού Υποκαταστήματος ΙΚΑ. Αθήνας που συστήθηκαν με την παρ. 4 του άρθρου 26 του Π.Δ. 266/ 1989 (ΦΕΚ 127 Α'), για δύο (2) έτη.

12. Στο τέλος της παρ. 13ατου άρθρου 6του Ν. 3029/2002 (ΦΕΚ 160 Α') προστίθεται εδάφιο ως εξής:

"Η θητεία του Δ.Σ. είναι τριετής."


13. Οι καθυστερούμενες, μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, εισφορές προς τους ασφαλιστικούς οργανισμούς κύριας ασφάλισης αυτοαπασχολουμένων και ελεύθερων επαγγελματιών αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μαζί με τα πρόσθετα τέλη και λοιπές επιβαρύνσεις εξοφλούνται κατά παρέκκλιση των παραγράφων 1, 3 και 6 του άρθρου 61 του Ν. 2676/1999, ως εξής:
α) είτε εφάπαξ με έκπτωση σε ποσοστό 80% επί των προσθέτων τελών και λοιπών επιβαρύνσεων,
β) είτε σε ογδόντα (80) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, με έκπτωση σε ποσοστό 50% επί των πρόσθετων τελών και λοιπών επιβαρύνσεων. Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 150 ευρώ.
Η σχετική αίτηση πρέπει να υποβληθεί μέχρι το τέλος του τρίτου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
Όσοι επιλέξουν τη ρύθμιση της οφειλής εφάπαξ πρέπει να καταβάλουν το σύνολο της οφειλής τους μέχρι το τέλος του τρίτου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος.
Όσοι επιλέξουν την καταβολή της οφειλής σε δόσεις πρέπει να καταβάλουν την πρώτη δόση κατά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση και όχι πέραν του τρίτου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος, καθώς και προκαταβολή 10% επί της κεφαλαιοποιούμενης συνολικής οφειλής.
Ειδικά για το μηχανογραφικό σύστημα είσπραξης εισφορών που ισχύει στον Ο.A.E.Ε., η είσπραξη της πρώτης διμηνιαίας δόσης θα γίνει μετά την εμπρόθεσμη καταβολή της προκαταβολής μαζί με τις τρέχουσες εισφορές του επόμενου διμήνου, με δυνατότητα εκπρόθεσμης καταβολής τρεχουσών εισφορών κατά ανώτατο όριο τριών(3) διμηνιαίων δόσεων συνολικά.
Σε περίπτωση εκπρόθεσμης καταβολής δόσης το συνολικό ποσό αυτής, όπως έχει διαμορφωθεί μετά την κεφαλαιοποίηση προσαυξάνεται με τα προβλεπόμενα κάθε φορά πρόσθετα τέλη.
Για την καταβολή της κάθε δόσης απαραίτητη προϋπόθεση είναι η εξόφληση των τρεχουσών εισφορών.
Η μη καταβολή της εφάπαξ οφειλής μέσα στην ανωτέρω οριζόμενη προθεσμία ή η μη εμπρόθεσμη καταβολή έξι (6) δόσεων συνολικά, καθώς και η μη καταβολή των τρεχουσών ασφαλιστικών εισφορών συνεπάγεται την απώλεια του παρεχόμενου με το άρθρο αυτό δικαιώματος ρύθμισης και η εξόφληση διενεργείται σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 61 του Ν. 2676/1999.
Στην παρούσα ρύθμιση μπορούν να υπαχθούν και όσοι έχουν ρυθμίσει τις οφειλές τους με τις διατάξεις του άρθρου 61 του Ν. 2676/1999.

Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις των παρ. 7 έως και 12 του άρθρου 61 του Ν. 2676/1999.


14. Το άρθρο 4 του Ν. 1239/1982 (ΦΕΚ 35 Α) αντικαθίσταται ως εξής:

"Δεν επιτρέπεται η δανειοδότηση επιχειρήσεων από Τράπεζα ή οποιοδήποτε άλλο Πιστωτικό Ίδρυμα, χωρίς την προσκόμιση βεβαίωσης του ΙΚΑ. και των άλλων Ασφαλιστικών Οργανισμών Κύριας Ασφάλισης Μισθωτών περί καταβολής ή διακανονισμού των οφειλόμενων ασφαλιστικών εισφορών προς αυτούς."


15. Από 1.1.2004 θεσπίζεται υπέρ του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Προσωπικού Εταιρειών Πετρελαιοειδών (Τ.ΕΑΠ.Ε.Π.) έσοδο που ανέρχεται σε ποσοστό 1%0 (ένα τοις χιλίοις) επί του ετήσιου κύκλου εργασιών των εταιρειών πετρελαιοειδών από εμπόρια πάσης φύσεως πετρελαιοειδών προϊόντων, των οποίων το προσωπικό υπάγεται στην ασφάλιση του Ταμείου. Το προκύπτον ποσό κάθε οικονομικής χρήσης καταβάλλεται από τις εταιρείες στο Ταμείο μέσα στο επόμενο έτος σε δώδεκα (12) ισόποσες μηνιαίες δόσεις. Ειδικά για το έτος 2004 καταβάλλονται ποσά που αντιστοιχούν στην οικονομική χρήση του έτους 2003.
Τ α παραπάνω ποσά εκπίπτουν κατά το χρόνο καταβολής τους από τα ακαθάριστα έσοδα των εταιρειών για τον προσδιορισμό των φορολογητέων κερδών.

16. Εξαιρείται το ΙΚΑ, από τις διατάξεις του Π.Δ. 67/2000 άρθρο 4, κεφ. Α', παρ. 4, όπως αντικαταστάθηκαν από τις διατάξεις του άρθρου μόνου του Π.Δ. 8/2001. Για τις συνταγές ΙΚΑ ανεξαρτήτως αξίας της συνταγής δεν απαιτείται θεώρηση.


Άρθρο 18

1. Ο χρόνος ασφάλισης στο Τ.ΣΑΥ. του ιπτάμενου προσωπικού του Ε.ΚΑΒ., που κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του απασχολείται στην αεροδιακομιδή ασθενών, υπολογίζεται στο διπλάσιο, εφόσον κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας αυτής έχουν πραγματοποιηθεί τουλάχιστον πενήντα(50) ώρες πτήσης για κάθε έτος που αναγνωρίζεται.
Ο αριθμός των ωρών πτήσης βεβαιώνεται από το ΕΚΑ.Β.
Η αναγνώριση πραγματοποιείται με το ποσό της εισφοράς ελεύθερου επαγγελματία, που ισχύει κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.
Η εξόφληση της οφειλής γίνεται είτε εφάπαξ εντός τριών (3) μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης περί αναγνώρισης είτε σε εξήντα (60) ισόποσες μηνιαίες δόσεις. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 61 του Ν. 2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α').
Η ανωτέρω ρύθμιση καταλαμβάνει και όσους ασφαλισμένους κατά τη δημοσίευση του παρόντος έχουν πραγματοποιήσει τις ως άνω προβλεπόμενες ώρες πτήσης ετησίως.

2. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Οικονομίας και Οικονομικών δύνανται να διατίθενται ποσά για δαπάνες εκπαίδευσης, για μεν τους υπαλλήλους της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων σε βάρος του Λογαριασμού Βελτίωσης Κοινωνικής Ασφάλισης, για δε τους υπαλλήλους των Ασφαλιστικών Οργανισμών σε βάρος των προϋπολογισμών τους.
Οι κοινές αποφάσεις 414/22.5.2002 και 430/22.5.2002 των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων έχουν εφαρμογή και για τους υπαλλήλους των Ασφαλιστικών Οργανισμών, η δε σχετική δαπάνη βαρύνει τους προϋπολογισμούς τους.

3. Η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 15 του α.ν. 1846/1951 (ΦΕΚ 179 Α') αντικαθίσταται ως εξής:

"1. Στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου του ΙΚΑ, μετέχει άνευ ψήφου, ως κυβερνητικός Επίτροπος, γενικός διευθυντής της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, αναπληρούμενος από τον έτερο γενικό Διευθυντή της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων του ίδιου Υπουργείου, διοριζόμενος με τριετή θητεία από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων."

4. Η προβλεπόμενη από το πρώτο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 10 του Ν. 3050/2002 (ΦΕΚ 214 Α') προθεσμία υποβολής αίτησης για τη συμπλήρωση του αριθμού ημερών ασφάλισης του εδαφίου β' του άρθρου 1 του β.δ. 649/1968 (ΦΕΚ 232 Α) καταργείται από της ισχύος της.


5. Η παρ. 3 του άρθρου 10 του Ν. 2434/1996 αντικαθίσταται ως εξής:

"3. Η προβλεπόμενη από την παρ. 1 του άρθρου αυτού ασφαλιστική κάλυψη αρχίζει από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και λήγει με την ανάληψη εργασίας ή με τη συνταξιοδότησή τους από οποιονδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό."

6. Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 18 του Ν. 2458/1997 αντικαθίσταται ως εξής:

"Στην ασφάλιση του ΙΚΑ, και για τον κλάδο παροχών ασθένειας σε είδος, υπάγονται οι άνεργοι που δεν είναι ασφαλισμένοι σε οποιονδήποτε άλλο δημόσιο ασφαλιστικό οργανισμό και παρακολουθούν συγχρηματοδοτούμενα ή μη από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο Προγράμματα Επαγγελματικής Κατάρτισης και για όλη τη διάρκεια των προγραμμάτων αυτών."


7. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 9 του Ν. 3050/2002 αντικαθίστανται από τότε που ίσχυσαν ως ακολούθως:


"1. α) Επαγγελματίες, βιοτέχνες και έμποροι που ασκούν επαγγελματική ή βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα σε πόλεις, χωριά ή οικισμούς κάτω των 2.000 κατοίκων σύμφωνα με την απογραφή του έτους 2001 υπάγονται από 1.1.2003 στην υποχρεωτική ασφάλιση του Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών(Ο.Α.Ε.Ε.), εφόσον ο μέσος όρος των εισοδημάτων των τριών τελευταίων ετών από επαγγελματική ή βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα, όπως προκύπτουν από το εκκαθαριστικό της Δ.Ο.Υ., υπερβαίνει το 500πλάσιο του εκάστοτε ισχύοντος ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη.
β) Επαγγελματίες, βιοτέχνες και έμποροι των ανωτέρω περιοχών που ασκούν παράλληλα και αγροτική δραστηριότητα υπάγονται στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε., εφόσον το 50% και πλέον του μέσου όρου των εισοδημάτων, όπως προκύπτουν από το εκκαθαριστικό της Δ.Ο.Υ., των τριών τελευταίων ετών από αγροτική και επαγγελματική ή βιοτεχνική ή εμπορική απασχόληση, προέρχεται από επαγγελματική ή βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα και υπερβαίνει το 500πλάσιο του εκάστοτε ισχύοντος ημερομισθίου ανειδίκευτου εργάτη.
γ) Για επαγγελματίες, βιοτέχνες και εμπόρους των εδαφίων α' και β' που συμπληρώνουν τριετία από την έναρξη επαγγέλματος ή με έναρξη επαγγέλματος μετά την 1.1.2003 για την υποχρεωτική ή μη υπαγωγή στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. λαμβάνονται υπόψη τα εισοδήματα των τριών πρώτων ετών από την έναρξη επαγγέλματος, όπως προκύπτουν από το εκκαθαριστικό της Δ.Ο.Υ.. Για τα τρία πρώτα χρόνια η ασφάλιση στον 0.Α.Ε.Ε. είναι προαιρετική, σύμφωνα με τις διατάξεις του στ' εδαφίου.
δ) Στην υποχρεωτική ασφάλιση του ΟΑΕ.Ε. υπάγονται τα μέλη των Ο.Ε., Ε.Ε., Ε.Π.Ε. των ανωτέρω περιοχών, των οποίων ο σκοπός τους συνιστά επαγγελματική, βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα, καθώς και τα μέλη Διοικητικού Συμβουλίου Α.Ε. που είναι μέτοχοι κατά ποσοστό5% τουλάχιστον.
ε) Οι ιδιοκτήτες έως και επτά (7) ενοικιαζόμενων δωματίων σε όλη την Επικράτεια εξαιρούνται από την υποχρεωτική ασφάλιση του ο.Α.Ε.Ε., εφόσον εργάζονται ή απασχολούνται ή λαμβάνουν σύνταξη από οποιονδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό ή το Δημόσιο.
Οι ιδιοκτήτες άνω των οκτώ (8) ενοικιαζόμενων δωματίων σε πόλεις, χωριά ή οικισμούς κάτω των 2.000 κατοίκων, σύμφωνα με την απογραφή του έτους 2001, υπάγονται από 1.1.2003 στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε., εφόσον ο μέσος όρος των εισοδημάτων των τριών τελευταίων ετών από τη δραστηριότητα αυτή, όπως προκύπτουν από το εκκαθαριστικό της Δ.Ο.Υ., υπερβαίνει το 500πλάσιο του εκάστοτε ισχύοντος ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη.
στ) Τα πρόσωπα των ανωτέρω εδαφίων που εξαιρούνται από την ασφάλιση του Ο.A.E.E. μπορούν να ασφαλίζονται στον Οργανισμό αυτόν προαιρετικά, σύμφωνα με τις διατάξεις των Ν.Δ. 4435/1964 (ΦΕΚ 217 Α') και4521/1966 (ΦΕΚ 135 ΑΙ όπως ισχύουν. Επαγγελματίες, βιοτέχνες και έμποροι άνω των 60 ετών κατά την έναρξη ισχύος των διατάξεων αυτών, ασφαλισμένοι ήδη στον Ο.Γ.Α., μπορούν να εξαιρεθούν από την ασφάλιση στον ΟΑ.Ε.Ε. με αίτησή τους που υποβάλλεται μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία ενός έτους από την έναρξη ισχύος των διατάξεων αυτών. Τα πρόσωπα αυτά συνεχίζουν την ασφάλισή τους στον Ο.Γ.Α..


2. Έμποροι με άσκηση επαγγέλματος σε πόλεις, χωριά ή οικισμούς κάτω των 2.000 κατοίκων, οι οποίοι ασφαλίστηκαν στον Ο.Γ.Α. και έχουν καταβάλει ή θα καταβάλλουν τις ασφαλιστικές τους εισφορές μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, λογίζονται ότι καλώς ασφαλίσθηκαν στον Ο.Γ.Α.. Ο χρόνος αυτός λογίζεται χρόνος ασφάλισης στον Ο.Γ.Α. και συνυπολογίζεται με τον υπόλοιπο χρόνο στον Ο.Α.Ε.Ε. σύμφωνα με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης του άρθρου 13 του Ν. 2458/1997 (ΦΕΚ 15 Α) όπως ισχύει"

8. Η παράγραφος 3 του άρθρου 9 του Ν. 3050/2002 αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε ως ακολούθως:



"3. Επαγγελματίες, βιοτέχνες και έμποροι, που ασκούν επαγγελματική ή βιοτεχνική δραστηριότητα σε πόλεις, χωριά ή οικισμούς άνω των 1.000 κατοίκων στους νομούς Αττικής, Βοιωτίας, Εύβοιας, Κορινθίας, Αχαίας και Θεσσαλονίκης, σύμφωνα με την απογραφή του έτους 2001, εξακολουθούν να υπάγονται στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε..
Επαγγελματίες, βιοτέχνες και έμποροι, που ασκούν επαγγελματική ή βιοτεχνική δραστηριότητα σε περιοχές κάτω των 1.000 κατοίκων στους νομούς που ορίζονται στο προηγούμενο εδάφιο, υπάγονται από 1.1.2003 στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. βάσει εισοδηματικών κριτηρίων, σύμφωνα με όσα ορίζονται στα εδάφια α', β' και γ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
Πρόσωπα που έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. με τις διατάξεις του άρθρου 137 του Ν. 2071/1992 (ΦΕΚ 123 Α') συνεχίζουν την ασφάλισή τους στον Ο.Α.Ε.Ε.."



9. Επαγγελματίες και βιοτέχνες της πρώην Κοινότητας Βάρδας Νομού Ηλείας - σημερινό Δημοτικό Διαμέρισμα Βάρδας του Δήμου Βουπρασίας Νομού Ηλείας - που έχουν κάνει έναρξη της επαγγελματικής τους δραστηριότητας πριν από την ισχύ του Ν. 2071/1992, εξαιρούνται της υποχρεωτικής ασφάλισης του ΟΑ.Ε.Ε. - Τ.Ε.Β.Ε. και απαλλάσσονται της υποχρέωσης καταβολής στον Οργανισμό αυτόν εισφορών, εφόσον είναι ασφαλισμένοι στον Ο.Γ.Α. και υποβάλουν αίτηση εξαίρεσης εντός προθεσμίας ενός (1) έτους από τη δημοσίευση του παρόντος.
Αξιώσεις του Ο.Α.Ε.Ε. - Τ.Ε.Β.Ε. κατά αυτών για καταβολή εισφορών μετά των νομίμων προσαυξήσεων παραγράφονται, κάθε δε προς τούτο εκκρεμής δίκη καταργείται Τυχόν καταβληθείσες εισφορές δεν αναζητούνται.

10. Οι καθυστερούμενες από τα αστικά και υπεραστικά ΚΤΕΛ και τους δημοτικούς οργανισμούς και δημοτικές επιχειρήσεις που εκτελούν συγκοινωνιακό έργο ασφαλιστικές εισφορές χρονικής περιόδου απασχόλησης μέχρι και την 31.12.2002 από κύριες ασφαλιστικές εισφορές προς το ΙΚΑ, και τους οργανισμούς, ταμεία και λογαριασμούς των οποίων οι εισφορές εισπράττονται ή συνεισπράττονται από το ΙΚΑ, (για κύρια και επικουρική ασφάλιση) εξοφλούνται σε εκατόν είκοσι (120) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, χωρίς υποχρέωση προκαταβολής, διαγραφομένων των αναλογούντων σε αυτές πρόσθετων τελών, προσαυξήσεων, λοιπών επιβαρύνσεων, δικαστικών εξόδων, εξόδων και δικαιωμάτων εκτέλεσης κ.λπ..
Προϋπόθεση για την υπαγωγή στη ρύθμιση αυτή είναι η υποβολή σχετικής αίτησης και η προσκόμιση όλων των απαραίτητων δικαιολογητικών για έλεγχο στο αρμόδιο Υποκατάστημα ι ΚΑ. εντός έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος. Στην παρούσα ρύθμιση υπάγονται και όσα ΚΤΕΛ έχουν ρυθμίσει τις οφειλές τους σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2676/1999, για το μέρος των εισφορών που δεν έχουν ακόμη καταβληθεί.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.

11. Η προθεσμία της παρ. 2 του άρθρου 14 του Ν. 3050/2002 παρατείνεται μέχρι 30.6.2003.


Άρθρο 19
1. Στο τέλος του τέταρτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 32 του Ν. 2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α) προστίθεται:

"Κατ' εξαίρεση στην Περιφέρεια Αττικής συνιστώνται τρία (3) Τμήματα με έδρα την Αθήνα και όρια ευθύνης τα όρια των ΠΕ.Σ.Υ. Αττικής (άρθρο 1 του Ν. 2889/2001 ΦΕΚ 37 Α').
Στη Γ.Γ.Κ.Α. του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων για τις ανάγκες της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.ΦΚΑ. στην Περιφέρεια Αττικής συνιστώνται:
1 θέση ΠΕ Ιατρών Ειδικοτήτων
2 θέσεις ΠΕ Φαρμακοποιών
2 θέσεις ΠΕ Πληροφορικής ειδικότητας Επιστήμης των Υπολογιστών."


2. Η παράγραφος 5 του άρθρου 32 του Ν. 2676/1999 αντικαθίσταται ως εξής:

"5. Η ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. σχεδιάζει και εισηγείται μηχανογραφικές εφαρμογές για την παρακολούθηση της κατανάλωσης των παροχών και υπηρεσιών υγείας και τον έλεγχο των δαπανών.
Το κόστος σχεδίασης και ανάπτυξης των μηχανογραφικών εφαρμογών δύναται να βαρύνει ή τον Λ.Β.Κ.Α. ή δύναται με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων να κατανέμεται στους εξυπηρετούμενους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης. Με τις ίδιες αποφάσεις ορίζεται ο τρόπος κατανομής και πληρωμής, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Οι εφαρμογές του ελέγχου των δαπανών υγείας δύναται να αναπτύσσονται σε κεντρικό ή περιφερειακό επίπεδο και ανατίθενται, με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, απευθείας είτε σε Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης είτε σε άλλους φορείς του δημόσιου τομέα.
Το ανατιθέμενο έργο, το ύψος της αμοιβής, ο τρόπος πληρωμής, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εκτέλεση του έργου περιγράφεται στην απόφαση ανάθεσης.
Επίσης, οι ως άνω εφαρμογές δύνανται να ανατίθενται σε φορέα ιδιωτικού τομέα, τηρουμένων των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας."

3. Στο τέλος της παραγράφου 7 του άρθρου 32 του Ν. 2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α) προστίθεται εδάφιο ως εξής:


"Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων κατανέμονται οι θέσεις της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. μεταξύ Κεντρικής Υπηρεσίας και των Περιφερειακών της Υπηρεσιών."


4. Μέχρι την έναρξη λειτουργίας όλων των περιφερειακών Τμημάτων της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.ΦΚΑ. της ΓΓΚΑ, δύναται με εντολή του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων να διενεργείται έλεγχος Υπηρεσιών Υγείας σε περιοχές εκτός της Περιφέρειας Αττικής από υπαλλήλους της Κεντρικής Υπηρεσίας της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. και των Τμημάτων Περιφέρειας Αττικής.
Η εντολή εκδίδεται με απόφαση του Υπουργού από την Υπηρεσία Ελέγχου Δαπανών Υγείας Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης.


5. Οι θέσεις των ιατρών και φαρμακοποιών της Υπηρεσίας Ελέγχου Δαπανών Υγείας Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α.) είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης.
Οι ιατροί και φαρμακοποιοί που υπηρετούν στις παραπάνω θέσεις είναι μόνιμοι δημόσιοι λειτουργοί και απαγορεύεται να ασκούν την ιατρική ή το επάγγελμα του φαρμακοποιού ως ελεύθερο επάγγελμα ή οποιοδήποτε άλλο επάγγελμα εκτός από αυτά που έχουν σχέση με συγγραφική ή καλλιτεχνική δραστηριότητα και να κατέχουν οποιαδήποτε άλλη δημόσια ή ιδιωτική θέση. Επίσης, απαγορεύεται να είναι ιδιοκτήτες κλινικής ή φαρμακευτικής επιχείρησης ή να μετέχουν σε εταιρείες με αντίστοιχα αντικείμενα.

Άρθρο 20

1. Οι προθεσμίες που καθορίζονται στα άρθρα 3, 4, παρ. 6 και 5 του Ν. 2972/2001 (ΦΕΚ291 Α') για την υποβολή της Αναλυτικής Περιοδικής Δήλωσης (Α.Π.Δ.), καθώς και αυτές που καθορίζονται στα άρθρα 11 και 13 του Κανονισμού Διαδικασιών Ασφάλισης για την εφαρμογή της Α.Π.Δ. και αφορούν μισθολογικές περιόδους από 1.7.2002 μέχρι 31.12.2002, παρατείνονται μέχρι 31 Ιανουαρίου 2003.
Μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία παρατείνεται και η προθεσμία που είχε χορηγηθεί με την παράγραφο 4 του άρθρου 10 του Ν. 3050/2002 για μισθολογικές περιόδους από 1.1.2002 έως 30.6.2002.
Για τις Α.Π.Δ. και τις δηλώσεις μεταβολής στοιχείων που υποβάλλονται κατά τις διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων, αναστέλλεται η επιβολή πρόσθετων επιβαρύνσεων και αυτοτελών προστίμων και αυτά που καταβλήθηκαν επιστρέφονται άτοκα και εφάπαξ, ύστερα από αίτηση των εργοδοτών που υποβάλλεται μέσα σε προθεσμία ενός έτους από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.


2. Η παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν. 2972/2001 αντικαθίσταται ως ακολούθως:


"2. Με Κανονισμό που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 16 του α.ν. 1846/1951 (ΦΕΚ 179 Α), ορίζονται ο τύπος, η μορφή, τα στοιχεία και το περιεχόμενο, ο χρόνος και η προθεσμία υποβολής, ορθής υποβολής και επανυποβολής της Α.Π.Δ., τα υπόχρεα πρόσωπα, η διαδικασία τήρησης των υποχρεώσεων του εργοδότη και εργαζόμενου, η διαδικασία τροποποίησης - γνωστοποίησης των μεταβολών, το χρονικό διάστημα έκδοσης, γνωστοποίησης και ο τρόπος αποστολής του Αποσπάσματος Ατομικού Λογαριασμού Ασφάλισης που προβλέπεται στο άρθρο 10 του Ν. 2972/2001 και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα, απαραίτητο για την υλοποίηση του παρόντος.
Με τον ίδιο Κανονισμό ρυθμίζεται και η δυνατότητα να γνωστοποιούνται οι μετατροπές ή οι ακυρώσεις ασφάλισης με ιδιαίτερο απόσπασμα Ατομικού Λογαριασμού Ασφάλισης, καθώς και να καθορίζονται οι κατηγορίες προσώπων που εξαιρούνται από την υποχρέωση υποβολής Α.Π.Δ. και ορίζονται τα στοιχεία που υποχρεούνται να τηρούν και να υποβάλλουν γι' αυτά οι εργοδότες, καθώς και ο τρόπος απεικόνισης της ασφάλισής τους.
Ομοίως με τον ίδιο Κανονισμό δύναται να μεταβάλλεται η χρονική περίοδος αναφοράς της Συγκεντρωτικής Περιοδικής Δήλωσης Εισφορών, ο τρόπος υποβολής της, να ανακαθορίζονται οι υπόχρεοι υποβολής της, καθώς και να παρατείνεται η μεταβατική περίοδος που αναφέρονται στην παρ. 3 του άρθρου 10 του Ν. 3050/2002."


3. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 27 και του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 45 του Ν. 2717/1999 εφαρμόζονται αναλόγως και στο ΙΚΑ, για την εκδίκαση των κοινωνικοασφαλιστικών διαφορών της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του Ν. 702/1977, όπως αυτό ισχύει κάθε φορά.
Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς υποθέσεις, ενώπιον οποιουδήποτε δικαστηρίου, εφόσον δεν έχει εκδοθεί γι' αυτές αμετάκλητη δικαστική απόφαση.





Άρθρο 21
Λοιπές διατάξεις

1. Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 1 του Π.Δ. 293/1992 (ΦΕΚ 149 Α) αντικαθίστανται ως εξής:

"2. Η Διεύθυνση Οικονομικού συγκροτείται από τα εξής Τμήματα:
α) Τμήμα Προϋπολογισμού και Ελέγχου των δαπανών
β) Τμήμα Μισθοδοσίας
γ) Τμήμα Δημοσίων Επενδύσεων
δ) Τμήμα Διοικητικής Μέριμνας και Προμηθειών.

3. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που εκδίδεται μέσα σε προθεσμία τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, καθορίζονται οι αρμοδιότητες των Τμημάτων της προαναφερόμενης Διεύθυνσης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Μέχρι την ισχύ της ανωτέρω απόφασης, οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Οικονομικού που προβλέπονται στο Π.Δ. 293/1992, όπως ισχύει, ασκούνται σύμφωνα με τις ανωτέρω κείμενες διατάξεις."

2. Στους υπαλλήλους του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, συμπεριλαμβανομένων των υπαλλήλων του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.), καθώς και στους υπαλλήλους με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καταβάλλεται συμπληρωματικά, στο προβλεπόμενο στο άρθρο 49 του Ν. 2956/2001 (ΦΕΚ 258 Α') μηνιαίο επίδομα, ισόποσο μηνιαίο ειδικό επίδομα ύψους ογδόντα οκτώ ευρώ και τεσσάρων λεπτών (88,04), αναδρομικά για το χρονικό διάστημα από 1ης Ιανουαρίου 2002 μέχρι 30 Ιουνίου 2002, η δαπάνη του οποίου βαρύνει το λογαριασμό του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας (Α.ΣΕ.).


3. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 15 του Ν. 2592/ 1998 (ΦΕΚ 57 Α) έχουν εφαρμογή και στους υπαλλήλους του Οργανισμού Εργατικής Εστίας (Ο.Ε.Ε.) όταν συμμετέχουν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, ως Επόπτες ή Συνοδοί δικαιούχων σε εκδρομικά προγράμματα του Οργανισμού στα οποία περιλαμβάνονται Κυριακές ή εξαιρέσιμες ημέρες ή νυχτερινές ώρες.

4. Η παρ. 2 του άρθρου 20 του Ν. 2224/1994 αντικαθίσταται ως εξής:

"2. Η επιλογή Πρόεδρου του Δ.Σ. γίνεται σε κοινή σύσκεψη του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων με τους εκπροσώπους των εργαζομένων και των εργοδοτών που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο. Κατά τη σύσκεψη αυτή, η οποία συγκαλείται με πρωτοβουλία του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καταβάλλεται προσπάθεια για την εξεύρεση προσώπου κοινής αποδοχής του Υπουργού και των εκπροσώπων για το αξίωμα του Προέδρου.
Αν η προσπάθεια αυτή αποτύχει, ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων προτείνει προς τους εκπροσώπους των τριών μερών (Δημοσίου, Εργαζομένων και Εργοδοτών) τρεις υποψηφίους της επιλογής του από τους οποίους θα γίνει η εκλογή του Προέδρου.
Η εκλογή του Προέδρου γίνεται με ομοφωνία και των εννέα εκπροσώπων των τριών μερών, μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών, η οποία αρχίζει από την κοινοποίηση της σχετικής πρόσκλησης του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Αν δεν επιτευχθεί η ανωτέρω ομοφωνία, ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων διορίζει Πρόεδρο του Δ.Σ. έναν εκ των τριών υποψηφίων που είχε προτείνει.
Οι δύο Αντιπρόεδροι του Δ.Σ. προέρχονται ο ένας από την εργοδοτική πλευρά και ο άλλος από την εργατική πλευρά και εκλέγονται για όλη τη διάρκεια της θητείας του Δ.Σ.. Η σειρά των Αντιπροέδρων εναλλάσσεται στο ήμισυ της θητείας του Δ.Σ..
Η εκλογή του Αντιπροέδρου της εργοδοτικής πλευράς γίνεται μεταξύ των τριών προτεινόμενων εκπροσώπων στο Δ.Σ. από τρεις τριτοβάθμιες εργοδοτικές οργανώσεις (ΣΕ.Β., Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε., Ε.Ε.ΣΕ.). Η εκλογή του Αντιπροέδρου της εργατικής πλευράς γίνεται μεταξύ των τριών προτεινόμενων εκπροσώπων στο Δ.Σ από την ανώτατη συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων(Γ.ΣΕ.Ε.).
Η εκλογή του Αντιπροέδρου γίνεται την ίδια ημέρα και με την ίδια διαδικασία που προβλέπεται ανωτέρω για την εκλογή του Προέδρου. Εάν δεν επιτευχθεί ομοφωνία, επαναλαμβάνεται η ψηφοφορία μέσα σε τρείς (3) ημέρες από την προηγούμενη και οι Αντιπρόεδροι εκλέγονται από τους εκπροσώπους των τριών μερών με απόλυτη πλειοψηφία.
Εάν δεν επιτευχθεί απόλυτη πλειοψηφία, ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων διορίζει τον έναν Αντιπρόεδρο εκ των τριών προτεινόμενων εκπροσώπων των εργοδοτών στο Δ.Σ. και τον άλλο Αντιπρόεδρο εκ των τριών προτεινόμενων εκπροσώπων των εργαζομένων στο Δ.Σ..
Με την απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων με την οποία συγκροτείται το Δ.Σ. ορίζονται κατά σειρά οι Αντιπρόεδροι του Δ.Σ.
Αν ο Πρόεδρος απουσιάζει ή κωλύεται, προεδρεύει στο Δ.Σ. ο πρώτος κατά σειρά ορισμού εκ των Αντιπροέδρων και αν αυτός απουσιάζει ή κωλύεται ο δεύτερος.
Κατά την πρώτη εφαρμογή της παρούσας διάταξης ο ήδη εκλεγμένος Αντιπρόεδρος ορίζεται ως πρώτος Αντιπρόεδρος και παρατείνεται η θητεία του μέχρι τη λήξη της θητείας των μελών του Δ.Σ..
Ο δεύτερος Αντιπρόεδρος εκλέγεται ή ορίζεται για το υπόλοιπο της θητείας του Δ.Σ..
Ο Πρόεδρος του Ο.Ε.Ε. μπορεί με απόφασή του να αναθέτει στους Αντιπροέδρους του Ο.Ε.Ε. να ασκούν παράλληλα με αυτόν ορισμένες από τις αρμοδιότητές του.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται η μηνιαία αποζημίωση των Αντιπροέδρων, οι οποίοι κατά τα ανωτέρω ασκούν αρμοδιότητες του Προέδρου.
Το ύψος της αποζημίωσης δεν μπορεί να υπερβαίνει το 1/2 των τακτικών αποδοχών του Προέδρου."


5. Στο άρθρο 20 του Ν. 2224/1994 προστίθεται παράγραφος 10 ως εξής:

"10. Στο γραφείο του Προέδρου του Δ.Σ. του Ο.Ε.Ε. συνιστώνται δύο θέσεις μετακλητών ειδικών συνεργατών με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου. Η πρόσληψη στη θέση αυτή γίνεται από τον Πρόεδρο του Οργανισμού. Ο ειδικός συνεργάτης αποχωρεί αυτοδίκαια και ταυτόχρονα με την αποχώρηση, για οποιονδήποτε λόγο, του προσώπου που τον προσέλαβε χωρίς να γεννάται οποιοδήποτε δικαίωμα αποζημίωσης ή οποιοδήποτε άλλο δικαίωμα ή αξίωση από την αποχώρηση.
Οι θέσεις αυτές μπορεί να πληρωθούν και με απόσπαση από το Δημόσιο ή από τον ευρύτερο δημόσιο τομέα.
Η αμοιβή των παραπάνω προσώπων καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων."



6. Συνιστώνται: α) στο Γραφείο του Προέδρου του Εθνικού Κέντρου Επαγγελματικού Προσανατολισμού (Ε.Κ.Ε.Π.) δύο (2) θέσεις ειδικών συνεργατών με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, των οποίων η πρόσληψη γίνεται με απόφαση του Προέδρου του Ε.Κ.Ε.Π. και β) στο Γραφείο Διοικητή του Ο.Γ.Α. μια (1) θέση Ειδικού Συνεργάτη με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, επιπλέον εκείνων που έχουν συσταθεί με τη διάταξη της παραγράφου 1α του άρθρου 19 του Ν. 2556/1997 (ΦΕΚ270Α') και μία (1) θέση Ειδικού Συνεργάτη Δημοσιογράφου με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου των οποίων η πρόσληψη γίνεται από τον Διοικητή του Ο.Γ.Α..
Οι ειδικοί συνεργάτες και ο ειδικός συνεργάτης - δημοσιογράφος αποχωρούν αυτοδίκαια και ταυτόχρονα με την αποχώρηση, για οποιονδήποτε λόγο, του προσώπου που τους προσέλαβε, χωρίς να γεννάται οποιοδήποτε δικαίωμα αποζημίωσης ή οποιοδήποτε άλλο δικαίωμα ή αξίωση.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται η αμοιβή των ειδικών συνεργατών των περιπτώσεων α' και β' του παρόντος.


7. Οι διατάξεις περί υποχρεωτικής αναπαύσεως κατά την Κυριακή και τις ημέρες αργίας του β.δ. 748/1966 (ΦΕΚ 179 Α') δεν εφαρμόζονται για τους απασχολούμενους στα πλυντήρια - λιπαντήρια αυτοκινήτων και στις εργασίες πλυσίματος, γρασαρίσματος και λιπάνσεως των πρατηρίων διανομής υγρών καυσίμων.


8. Η υποχρέωση τήρησης του βιβλίου δρομολογίων, που προβλέπεται από την παρ. 2 του άρθρου 1 του β.δ. της 28.1/4.2.1938 "Περί κανονισμού ωρών εργασίας του προσωπικού φορτηγών αυτοκινήτων" (ΦΕΚ 35 Α'), η οποία προστέθηκε με το άρθρο 1 του Π.Δ. 882/1980 (ΦΕΚ 218 Α') και από το άρθρο 4 του ίδιου ως άνω β. δ/τος, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του Π.Δ. 882/1980 και με το άρθρο 1 του Π.Δ. 93/1986 (ΦΕΚ 33 Α'), δεν εφαρμόζεται όταν τα φορτηγά αυτοκίνητα οδηγούνται:
α) από τους ιδιοκτήτες ή συνιδιοκτήτες τους, καθώς και από μέλη της οικογένειάς τους,
β) από τους εργαζόμενους με σχέση ή σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου που δεν έχουν προσληφθεί ούτε απασχολούνται στον εργοδότη με την ειδικότητα του οδηγού, αλλά με ειδικότητα άλλη, η άσκηση του έργου της οποίας υποβοηθείται από την οδήγηση φορτηγού αυτοκινήτου.


9. Η υποχρέωση τήρησης του βιβλίου δρομολογίων, που προβλέπεται από το άρθρο 7 του Β.Δ/τος της 8.9.1950 "Περί κανονισμού ωρών εργασίας του προσωπικού αγοραίων (ταξί και ιδιωτικής χρήσεως αυτοκινήτων" (ΦΕΚ202Α'), η οποία προστέθηκε με το άρθρο 2 του Π.Δ. 981/1980 (ΦΕΚ 244 Α') και από το άρθρο 5 του ίδιου ως άνω β.δ./τος, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του Π .Δ. 98/1980, δεν εφαρμόζεται όταν τα ιδιωτικής χρήσεως αυτοκίνητα οδηγούνται:
α) από τους ιδιοκτήτες ή συνιδιοκτήτες τους, καθώς και από τα μέλη της οικογένειάς τους.
β) από τους εργαζόμενους με σχέση ή σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου, που δεν έχουν προσληφθεί ούτε απασχολούνται στον εργοδότη με την ειδικότητα του οδηγού, αλλά με ειδικότητα άλλη, η άσκηση του έργου της οποίας υποβοηθείται από την οδήγηση ιδιωτικής χρήσης αυτοκινήτου.

10. Η παράγραφος 9 του άρθρου 15 του Ν. 2639/1998 (ΦΕΚ 205 Α') αντικαθίσταται ως εξής:

"9. Ο καθορισμός των χρονικών ορίων λειτουργίας των φαρμακείων και επιχειρήσεων (παρ. 1 του άρθρου 22 του Ν. 1483/1994, παρ. 1 και 2 του άρθρου 9 του Ν. 1963/1991, παρ. 2 του άρθρου 3 του Π.Δ. 327/1992, Ν.Δ. 685/1948, β.δ. 748/1966, παρ. 2 του άρθρου 8 του Ν.Δ. 515/1970)."

11. Το εδάφιο α' της παρ. 2 του άρθρου 16 του Ν. 2639/1998 και το εδάφιο 4 της παρ. 4 του άρθρου 12 του Ν. 2874/2000 αντικαθίσταται ως εξής:

"Η πράξη επιβολής προστίμου κατά τα ανωτέρω κοινοποιείται με απόδειξη στον παραβάτη και το πρόστιμο αποτελεί έσοδο του Δημοσίου. Μέρος του προστίμου αυτού αποδίδεται από το Δημόσιο στον ειδικό λογαριασμό του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας (Α.Σ.Ε.), που τηρείται στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων."

Το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 25 του Ν. 2956/2001 αντικαθίσταται ως εξής:

"Για την επιβολή του προστίμου εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 16 του Ν. 2639/1998 ως ισχύουν κάθε φορά."

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καθορίζεται ο τρόπος εφαρμογής των διατάξεων αυτών, το ύψος του αποδιδόμενου προστίμου, η διαδικασία απόδοσης αυτού και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

12. Η διάταξη της παρ. 14 του άρθρου 20 του Ν. 2556/1997 (ΦΕΚ 270 Α') αντικαθίσταται ως εξής:

"14. Η Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων, το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας(Σ.ΕΠ.Ε.) και τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων επιτρέπεται να αναθέτουν, με σύμβαση έργου, κατά τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα, την εκτέλεση του έργου της φύλαξης των κτιριακών εγκαταστάσεων, της καθαριότητας αυτών και της μεταφοράς χρημάτων σε ειδικές εταιρείες φύλαξης και προστασίας κτιρίων, σε συνεργεία καθαρισμού και ειδικές εταιρείες χρηματαποστολών. Αν δεν εκδηλωθεί ενδιαφέρον από εταιρικές επιχειρήσεις, επιτρέπεται η ανάθεση με σύμβαση έργου σε ατομικές επιχειρήσεις, εφόσον λειτουργούν νομίμως σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2518/1997 (ΦΕΚ 164 Α'). Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορούν να διατίθενται ποσά σε βάρος του Λογαριασμού Βελτίωσης Κοινωνικής Ασφάλισης (Λ.ΒΚΑ.) για δαπάνες καθαρισμού των χώρων του κτιρίου που στεγάζονται οι υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων."

13. Το οριζόμενο από το άρθρο 33 του Ν. 1876/1990 (ΦΕΚ 27 Α') ανώτατο όριο αποζημίωσης αυξάνεται από την έναρξη ισχύος του παρόντος στο ποσό των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ.

14. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 15 του Ν. 2639/1998 (ΦΕΚ 205 Α') αντικαθίσταται ως εξής:

"Η συγκρότηση συμβουλίων και επιτροπών αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων(Π.Δ. 369/1989, άρθρο 4 του α.ν. 539/1945)."

15. Οι Επιτροπές αποκτήσεως από τον ο.ΕΚ κατάλληλων χώρων για την ανέγερση κατοικιών που προβλέπονται από τις διατάξεις του Κανονισμού "περί αποκτήσεως κατάλληλων χώρων δια την ανέγερση κατοικιών του ΟΕΚ" (ΦΕΚ 229 Β/1954), ο οποίος εκδόθηκε βάσει των διατάξεων του Ν.Δ. 2963/1954 (ΦΕΚ 195 Α') συγκροτούνται ως εξής:
Α. Όταν πρόκειται να διενεργηθεί διαγωνισμός για την απόκτηση οικοπέδων εντός Νομού Αττικής, η Επιτροπή αποτελείται από:
α) τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Αυτοδιοίκησης - Αποκέντρωσης Περιφέρειας Αττικής ως Πρόεδρο με τον αναπληρωτή του, όταν το ακίνητο ανήκει στην κατά τόπο αρμοδιότητα της Νομαρχίας Αθηνών ή τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Διοίκησης της Αντίστοιχης Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, όταν το ακίνητο ανήκει στη χωρική αρμοδιότητα των Νομαρχιών Πειραιά, Ανατολικής και Δυτικής Αττικής ως Πρόεδρο με τον αναπληρωτή του.
β) Έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μέλος του Δ.Σ. του ΟΕΚ με το νόμιμο αναπληρωτή του.
γ) Έναν εκπρόσωπο του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. μέλος του Δ.Σ. του ΟΕΚ με το νόμιμο αναπληρωτή του.
δ) Έναν εκπρόσωπο των εργαζομένων, μέλος του Δ.Σ. του ΟΕΚ με το νόμιμο αναπληρωτή του.
ε) Έναν εκπρόσωπο των εργοδοτών, μέλος του Δ.Σ. του Ο.ΕΚ με το νόμιμο αναπληρωτή του.
στ) Έναν Διευθυντή Δ.Ο.Υ. με τον αναπληρωτή του και
ζ) Έναν διπλωματούχο Μηχανικό υπάλληλο του Ο.ΕΚ με τον αναπληρωτή του ως μέλη.
Γραμματέας ορίζεται υπάλληλος του Ο.ΕΚ, με τον αναπληρωτή του.
Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας, με την οποία ορίζεται και ο Πρόεδρος, τα μέλη της Επιτροπής και ο γραμματέας, ύστερα από υπόδειξη των αρμόδιων φορέων.

Β. Όταν πρόκειται να διενεργηθεί διαγωνισμός για την απόκτηση οικοπέδων εκτός Νομού Αττικής, η Επιτροπή αποτελείται από:
α) Τον Διευθυντή της Δ/νσης Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Διοίκησης του αντίστοιχου νομού ως Πρόεδρο, με τον αναπληρωτή του.
β) Τον Διευθυντή της αρμόδιας Περιφερειακής Δ/νσης Κοινωνικής Επιθεώρησης ή τον Προϊστάμενο του τοπικού Τμήματος Κοινωνικής Επιθεώρησης του Σώματος Επιθεωρήσεως Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.) με τους αναπληρωτές του.
γ) Έναν διπλωματούχο Μηχανικό της Διεύθυνσης Περιβάλλοντος και Χωροταξίας της Περιφέρειας με τον αναπληρωτή του ή έναν διπλωματούχο Μηχανικό της Δ/νσης Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιβάλλοντος της αντίστοιχης Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης με τον αναπληρωτή του.

δ) Έναν εκπρόσωπο των εργοδοτών, μέλος του Δ.Σ. του Ο.Ε.Κ. με το νόμιμο αναπληρωτή του.
ε) Τον Διευθυντή της κατά τόπο αρμόδιας Δ.Ο.Υ. με τον αναπληρωτή του.
στ) Έναν εκπρόσωπο του Εργατοϋπαλληλικού Κέντρου της περιοχής που θα γίνει ο διαγωνισμός, με τον αναπληρωτή του.
ζ) Έναν εκπρόσωπο του δήμου ή της κοινότητας που υπάγεται το ακίνητο με τον αναπληρωτή του και
η) Έναν διπλωματούχο Μηχανικό, υπάλληλο του Ο.Ε.Κ., με τον αναπληρωτή του ως μέλη.
Γραμματέας ορίζεται υπάλληλος της κατά τόπο αρμόδιας Υπηρεσίας του Ο.Ε.Κ. με τον αναπληρωτή του.
Η επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας, με την οποία ορίζεται και ο Πρόεδρος, τα μέλη της Επιτροπής και ο γραμματέας, ύστερα από υπόδειξη των αρμόδιων φορέων.
Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.




Άρθρο 22
Καταργούμενες διατάξεις

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ
Τελικές διατάξεις

Από την ισχύ του παρόντος νόμου καταργούνται:
1. Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 7 του Π.Δ. 88/1999 (ΦΕΚ 94 Α).
2. Η δεύτερη και τρίτη παράγραφος του άρθρου 6 του Π.Δ. 160/1999 (ΦΕΚ 157 Α').
3. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 19 του Ν. 1767/1988.
4. Το άρθρο 6 της υπ. αριθμ. 30342/20.3.2002 απόφασης του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων(ΦΕΚ 337 Β').
5. Οι παρ. 1, 3, 4 και 5 του άρθρου 8 του Ν. 2956/2001.
6. Οι 190597/2002 Κ.υ.α. (445 Β' και 652 Β').
7. Τα άρθρα 10 και 11 του Π.Δ. 136/1999 (ΦΕΚ 134 Α').
8. Το άρθρο 53 του Π.Δ. 249/1989 (ΦΕΚ 117 Α').
9. Κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη, που είναι αντίθετη με τις διατάξεις του παρόντος ή ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα που ρυθμίζονται από το νόμο αυτόν.


Άρθρο 23
Οι εκπαιδευτικοί του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού, που μονιμοποιήθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 5, 6, 7 και 8 του άρθρου 27 του Ν. 2190/1994 σε εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων, παραμένουν στις θέσεις του τακτικού εκπαιδευτικού προσωπικού.

Άρθρο 24
Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις του.

Παραγγέλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Διαβάστε περισσότερα...

Ν. 2874/2000

Ν. 2874/2000 "Προώθηση της απασχόλησης και άλλες διατάξεις"
Άρθρο 5
Διευθέτηση του χρόνου εργασίας

Το άρθρο 41 του ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α'), όπως αντικαταστάθηκε με το
άρθρο 3 του ν. 2639/1 998 (ΦΕΚ 205 Α'), τροποποιείται ως ακολούθως:

1. Σε επιχειρήσεις, στις οποίες εφαρμόζεται συμβατικό ωράριο εργασίας σαράντα (40) ωρών εβδομαδιαίως, επιτρέπεται να καθορίζεται με επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή με συμφωνίες του εργοδότη και του επιχειρησιακού σωματείου ή του εργοδότη και του συμβουλίου των εργαζομένων ή του εργοδότη και των ενώσεων προσώπων της επόμενης παραγράφου, ότι εκατόν τριάντα οκτώ (138) ώρες εργασίας από το συνολικό ετήσιο χρόνο εργασίας κατανέμονται με αυξημένο αριθμό ωρών σε ορισμένες περιόδους και με αντίστοιχη μείωση των ωρών εργασίας κατά το
λοιπό διάστημα, τηρουμένων των κειμένων διατάξεων για το χρόνο υποχρεωτικής ανάπαυσης των εργαζομένων, καθώς και του ισχύοντος, κατά το νόμο, ανώτατου ορίου του μέσου χρόνου εβδομαδιαίας απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένων των υπερωριών. Στην περίπτωση αυτή, ο ανώτατος μέσος όρος των ωρών εβδομαδιαίας εργασίας ετησίως (περίοδος αναφοράς), μη συμπεριλαμβανομένων των νόμιμων υπερωριών, είναι οι τριάντα οκτώ (38) ώρες. Οι περίοδοι ετήσιας άδειας μετ' αποδοχών και οι περίοδοι άδειας ασθένειας δεν συνυπολογίζονται, όσον αφορά τον υπολογισμό του ετήσιου μέσου όρου. Κατά τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας επιτρέπεται
να χορηγείται στον εργαζόμενο, αντί της μείωσης των ωρών εργασίας σε αντιστάθμιση των πρόσθετων ωρών που εργάσθηκε κατά την περίοδο αυξημένου ωραρίου, είτε ανάλογη ημερήσια ανάπαυση (ρεπό) είτε ανάλογη προσαύξηση της ετήσιας μετ' αποδοχών άδειας.

2. Η κατά την προηγούμενη παράγραφο ένωση προσώπων αρκεί να έχει συσταθεί από πέντε (5) τουλάχιστον εργαζόμενους, εφόσον η επιχείρηση απασχολεί είκοσι (20) τουλάχιστον εργαζόμενους, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των σχετικών διατάξεων του ν. 1264/1982 (ΦΕΚ 79 Α'). Σε επιχειρήσεις που δεν υπάρχει επιχειρησιακό σωματείο ή συμβούλιο εργαζομένων ή ένωση προσώπων της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του ν. 1264/1982 (ΦΕΚ 79 Α') όπως ισχύει, ή απασχολούν λιγότερους από είκοσι (20) εργαζόμενους, η συμφωνία διευθέτησης του χρόνου εργασίας γίνεται
μεταξύ του εργοδότη και του αντίστοιχου κλαδικού σωματείου ή της αντίστοιχης ομοσπονδίας. Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του εργοδότη και του αντίστοιχου κλαδικού σωματείου ή της αντίστοιχης ομοσπονδίας, το θέμα μπορεί να παραπέμπεται από τον ενδιαφερόμενο στις υπηρεσίες μεσολάβησης και διαιτησίας του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (Ο.ΜΕ.Δ.) κατά τις διατάξεις του ν.
1876/1990 (ΦΕΚ 27 Α'), όπως ισχύει, και των προεδρικών διαταγμάτων που εκδόθηκαν κατ' εξουσιοδότησή του.

3. Η καταβαλλόμενη, κατ' εφαρμογή των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων, αμοιβή για το συνολικό χρονικό διάστημα είναι ίση με την αντίστοιχη αμοιβή για εργασία οκτώ (8) ωρών ημερησίως και σαράντα (40) ωρών εβδομαδιαίως, χωρίς να επιτρέπεται αυξομείωσή της. Κατά τη διευθέτηση απαγορεύεται η ιδιόρρυθμη υπερωρία και επιτρέπεται μόνο νόμιμη υπερωριακή απασχόληση των εργαζομένων, κατά τις κείμενες διατάξεις. Η προσαύξηση της αμοιβής λόγω υπερωριών υπολογίζεται κατά το τέλος της ετήσιας περιόδου αναφοράς και καταβάλλεται για την πέραν των
τριάντα οκτώ (38) ωρών εβδομαδιαίως, κατά μέσο όρο, παρασχεθείσα εργασία.

4. Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται αναλόγως και για:
α) εποχιακές επιχειρήσεις και
β) εργαζόμενους με σύμβαση εργασίας διάρκειας μικρότερης του ενός (1) έτους.

Εφόσον από οποιονδήποτε λόγο, ιδίως εξαιτίας παραίτησης ή απόλυσης του εργαζομένου ή εποχιακής λειτουργίας της επιχείρησης, δεν εφαρμόζεται ή δεν ολοκληρώνεται η διευθέτηση του χρόνου εργασίας σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, δεν
θίγονται οι ισχύουσες διατάξεις περί της νόμιμης προσαύξησης της αμοιβής της υπερωρίας.

5. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ρυθμίζεται ο τρόπος κατάθεσης των συμφωνιών, η επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση μη τήρησης αυτών, η τηρούμενη διαδικασία, καθώς και κάθε λεπτομέρεια, που αφορά των εφαρμογή του άρθρου αυτού.

6. Με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγονται οι σχετικές ρυθμίσεις του ν. 2602/1998 (ΦΕΚ 83 Α') ή άλλων ειδικών νόμων, που αποσκοπούν στην εξυγίανση φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα."

Διαβάστε περισσότερα...

Ν. 2224/1994

Ν. 2224/1994 "Ρύθμιση θεμάτων εργασίας, συνδικαλιστικών δικαιωμάτων, υγιεινής και ασφάλειας των εργαζομένων και οργάνωσης Υπουργείου Εργασίας και των εποπτευομένων από αυτό νομικών προσώπων και άλλες διατάξεις"

Άρθρο 2 Προσωπικό Ασφαλείας
Άρθρο 3 Δημόσιος Διάλογος
Άρθρο 7 Διοικητική και Λειτουργική Ανεξαρτησία του Ο.ΜΕ.Δ.
Άρθρο 8 Συμβούλια εργαζομένων

Αρχή της σελίδας
Άρθρο 2: Προσωπικό Ασφαλείας
1. Κατά τη διάρκεια της απεργίας η συνδικαλιστική οργάνωση, η οποία την κηρύσσει, έχει υποχρέωση να διαθέτει το αναγκαίο προσωπικό για την ασφάλεια των εγκαταστάσεων της επιχείρησης και την πρόληψη καταστροφών και ατυχημάτων.
2. Στις υπηρεσίες, οργανισμούς και επιχειρήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 19 παρ. 2 του ν. 1264/1982, όπως συμπληρώθηκε με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 3 και του άρθρου 4 παρ. 1 του ν. 1915/1990 των οποίων η λειτουργία έχει ζωτική σημασία για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου, πέραν του προσωπικού ασφαλείας της προηγούμενης παραγράφου διατίθεται και προσωπικό για την αντιμετώπιση στοιχειωδών αναγκών του κοινωνικού συνόλου κατά τη διάρκεια της απεργίας.
3. Το διατιθέμενο προσωπικό των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού παρέχει τις υπηρεσίες του κάτω από τις οδηγίες του εργοδότη, προς εκπλήρωση των σκοπών για τους οποίους διατίθεται.
4. Το προσωπικό των παραγράφων 1 και 2 αυτού του άρθρου καθορίζεται με ειδική συμφωνία μεταξύ της αντιπροσωπευτικής συνδικαλιστικής οργάνωσης στην επιχείρηση και της διοίκησης της επιχείρησης. Η πλέον αντιπροσωπευτική είναι η συνδικαλιστική οργάνωση, η οποία έχει ως μέλη τους εργαζόμενους, που προέρχονται από όλους τους κλάδους της επιχείρησης.
Αν στην επιχείρηση υπάρχουν περισσότερες συνδικαλιστικές οργανώσεις, αντιπροσωπευτικότερη είναι εκείνη που συγκεντρώνει το μεγαλύτερο αριθμό μελών, που ψήφισαν κατά τις τελευταίες εκλογές για την ανάδειξη διοίκησης, ανεξάρτητα από τις ειδικότητες των εργαζομένων που είναι μέλη της.
Οι λοιπές συνδικαλιστικές οργανώσεις δικαιούνται να παρέμβουν στις διαπραγματεύσεις και τις λοιπές διαδικασίες.
5. Για τις επιχειρήσεις δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφελείας πέραν του προσωπικού της παρ. 2 με την ίδια συμφωνία είναι δυνατόν να καθορίζονται οι συγκεκριμένες ανάγκες του κοινωνικού συνόλου, τις οποίες πρέπει να καλύπτει η επιχείρηση σε περίπτωση απεργίας και οι συνέπειες για την παραβίαση της συμφωνίας. Κριτήρια για τα θέματα αυτά αποτελούν το είδος και η κοινωνική κρισιμότητα των υπηρεσιών και αγαθών, που παρέχει η επιχείρηση και η ανάγκη διασφάλισης της άσκησης του δικαιώματος της απεργίας.
6. Η συμφωνία καταρτίζεται με απευθείας διαπραγματεύσεις μεταξύ των μερών. Έως την 5η Νοεμβρίου κάθε ημερολογιακού έτους ένα από τα ενδιαφερόμενα μέρη καλεί το άλλο σε διαπραγμάτευση με εξώδικη κλήση, στην οποία περιέχεται υποχρεωτικά η πρόταση για καθορισμό του προσωπικού των παραγράφων 1και 2 αυτού του άρθρου. Η κλήση επιδίδεται με δικαστικό επιμελητή και κατά τον ίδιο τρόπο κοινοποιείται στο Υπουργείο Εργασίας.
7. Η συμφωνία καταρτίζεται το αργότερο έως τις 25 Νοεμβρίου κάθε ημερολογιακού έτους και κατατίθεται στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας, μέσα σα πέντε (5) ημέρες από την υπογραφή της. Η συμφωνία αυτή ισχύει ολόκληρο το ημερολογιακό έτος που ακολουθεί.
8. Εάν δεν τηρηθεί η διαδικασία της παρ. 5 αυτού του άρθρου ή αν η συμφωνία δεν καταρτισθεί έως την 25 Νοεμβρίου ή δεν κατατεθεί στο Υπουργείο Εργασίας μέσα στην προθεσμία που ορίζεται στην παρ. 5 του άρθρου αυτού τα μέρη υποχρεούνται να προσφύγουν στη διαδικασία της μεσολάβησης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του ν. 1876/1990 (ΦΕΚ 27 Α').
Η μεσολάβηση πρέπει να ολοκληρωθεί μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την ανάληψη των καθηκόντων του μεσολαβητή.
Εάν η μεσολάβηση δεν καταλήξει σε συμφωνία κάθε ενδιαφερόμενη πλευρά έχει δικαίωμα να παραπέμψει το θέμα στην επιτροπή του άρθρου 15 του ν. 1264/1982, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 25 του ν. 1545/1985.
9. Όλα τα ζητήματα των παραγράφων 1, 2, 3 και 4 αυτού του άρθρου μπορούν να ρυθμίζονται και με συλλογικές συμβάσεις εργασίας για όλες τις επιχειρήσεις ανεξάρτητα από το δημόσιο ή μη χαρακτήρα τους και την υπαγωγή τους ή μη στην κοινή ωφέλεια.
10. Η πρώτη εφαρμογή της διαδικασίας των παραγράφων 5, 6 και 7 αυτού του άρθρου για την κατάρτιση ειδικής συμφωνίας για το προσωπικό των παραγράφων 1 και 2 αυτού του άρθρου αρχίζει από την 1η Οκτωβρίου 1994.

Αρχή της σελίδας
Άρθρο 3: Δημόσιος Διάλογος
1. α) Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις που κηρύσσουν απεργία στις υπηρεσίες, οργανισμούς και επιχειρήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 19 παρ. 2 του ν. 1264/1982, όπως συμπληρώθηκε με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 3 του ν. 1915/1990, πριν ασκήσουν το δικαίωμα της απεργίας υποχρεούνται να καλέσουν τον εργοδότη με έγγραφο, που κοινοποιείται με δικαστικό επιμελητή σε δημόσιο διάλογο για τα αιτήματα αυτής.
β) Στις λοιπές επιχειρήσεις η συνδικαλιστική οργάνωση που κηρύσσει την απεργία έχει την ευχέρεια να ζητήσει τη διεξαγωγή δημόσιου διαλόγου σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού του άρθρου πριν ή και κατά τη διάρκεια της απεργίας.
γ) Ευχέρεια να ζητήσει τη διεξαγωγή δημόσιου διαλόγου έχει και ο εργοδότης, όταν με οποιονδήποτε τρόπο πληροφορηθεί τα αιτήματα της απεργίας, ή την κήρυξη απεργίας, ή κρίνει ότι υπάρχει κίνδυνος διατάραξης της εργασιακής ειρήνης στην επιχείρηση.
2. Ο δημόσιος διάλογος διεξάγεται μέσα σε σαράντα οκτώ (48) ώρες από την κοινοποίηση της σχετικής πρόσκλησης στην οποία ορίζεται ο τόπος και ο χρόνος της συνάντησης.
Τις συζητήσεις διευθύνει ένας μεσολαβητής που επιλέγεται με συμφωνία των μερών από τον κατάλογο μεσολαβητών - διαιτητών του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας.
Εάν δεν υπάρξει συμφωνία για το πρόσωπο του μεσολαβητή, η πλευρά που ζήτησε τη διεξαγωγή δημόσιου διαλόγου με αίτησή της προς τον Οργανισμό Μεσολάβησης και Διαιτησίας, ζητεί μέσα σε σαράντα οκτώ (48) ώρες τον ορισμό μεσολαβητή με τη διαδικασία της κλήρωσης, στην οποία καλείται να παραστεί και η άλλη πλευρά.
Σε κάθε περίπτωση ο μεσολαβητής αναλαμβάνει τα καθήκοντά του μέσα σε είκοσι τέσσερις (24) ώρες από την ανάδειξή του και ο δημόσιος διάλογος αρχίζει από την ημέρα ανάληψης των καθηκόντων του μεσολαβητή.
3. Ο μεσολαβητής προσπαθεί να επιτύχει προσέγγιση απόψεων κατά το συντομότερο δυνατό χρόνο και έχει όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 15 παρ. 4 και 5 του ν. 1876/1990 (ΦΕΚ 274).
Εάν μέσα σε σαράντα οκτώ (48) ώρες δεν επιτευχθεί η προσέγγιση των απόψεων, ο μεσολαβητής έχει δικαίωμα να υποβάλει στα μέρη έκθεση για τα αιτήματα της απεργίας με βάση τις απόψεις των μερών και τη σχετική τεκμηρίωση.
Η έκθεση του μεσολαβητή κοινοποιείται στα μέρη με δικαστικό επιμελητή μέσα σε είκοσι τέσσερις (24) ώρες από τη λήξη της μεσολάβησης. Η έκθεση είναι δυνατόν να δημοσιευθεί στον ημερήσιο τύπο από το μεσολαβητή έπειτα από συμφωνία των μερών που έχει ληφθεί κατά τη διάρκεια της διαδικασίας του δημόσιου διαλόγου ή από οποιοδήποτε μέρος χωρίς να απαιτείται προηγούμενη συμφωνία.
4. Κατά τη διεξαγωγή του δημόσιου διαλόγου, πέραν των κοινών και κατ' ιδίαν διαβουλεύσεων του μεσολαβητή με τα μέρη, μπορούν να κληθούν να συμμετέχουν εκπρόσωποι συνδικαλιστικών και εργοδοτικών οργανώσεων, καθώς και εκπρόσωποι αρμόδιων δημοσίων υπηρεσιών, κοινωνικών φορέων και μέσων μαζικής ενημέρωσης, έπειτα από σχετική συμφωνία των μερών.
5. Η διεξαγωγή του δημόσιου διαλόγου δεν αναστέλλει την άσκηση του δικαιώματος της απεργίας.
6. Η προσφυγή ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων για θέματα σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 19 έως 22 του ν. 1264/1982, όπως τροποποιούνται από τις διατάξεις αυτού του νόμου, και σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 3 του νόμου αυτού, δεν μπορεί να ασκηθεί κατά το χρόνο διεξαγωγής του δημόσιου διαλόγου.
7. Με συμφωνία των μερών μπορούν να ρυθμιστούν όλα τα διαδικαστικά θέματα διεξαγωγής δημόσιου διαλόγου, περιλαμβανομένης της διάρκειας του δημόσιου διαλόγου, της ελεύθερης επιλογής μεσολαβητή και της αναστολής του δικαιώματος απεργίας.

Αρχή της σελίδας
Άρθρο 7: Διοικητική και Λειτουργική Ανεξαρτησία του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας
1. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 17 του ν. 1876/1990 (ΦΕΚ 27 Α') προστίθενται τα εξής:
Ο Οργανισμός είναι ανεξάρτητος φορέας και λειτουργεί στο πλαίσιο των διατάξεων αυτού του νόμου και των κανονιστικών πράξεων, που εκδίδονται με εξουσιοδότησή του κατά παρέκκλιση των διατάξεων, που αφορούν το δημόσιο τομέα:
Η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 17 του ν. 1876/1990 (ΦΕΚ 27 Α') αντικαθίστανται ως εξής:
3. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Εργασίας, έπειτα από σύμφωνη γνώμη του διοικητικού συμβουλίου του οργανισμού, ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια που αφορά τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου αυτού.
Μεταξύ άλλων, ρυθμίζεται ο αριθμός των θέσεων μεσολαβητών-διαιτητών και του διοικητικού ή άλλου προσωπικού.

Αρχή της σελίδας
Άρθρο 8: Συμβούλια εργαζομένων
1. Επεκτείνεται η εφαρμογή των διατάξεων του ν. 1767/1988 (ΦΕΚ 63 Α') στις επιχειρήσεις που υπάγονται στο ν. 1365/1983 (ΦΕΚ 80 Α'), εφόσον τα προβλεπόμενα από αυτόν Συμβούλια Εργαζομένων δεν έχουν συσταθεί.
2. Οι προθεσμίες της παρ. 5 του άρθρου 3 του ν. 1767/1988 είναι ενδεικτικές ως προς τη σύγκλιση των γενικών συνελεύσεων.
3. Η διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 12 του ν. 1767/1988 αντικαθίσταται ως εξής:
4. Αποφασίζουν από κοινού με τον εργοδότη για τα κατωτέρω θέματα:
α) Την κατάρτιση του εσωτερικού κανονισμού της επιχείρησης.
β) Τον κανονισμό υγιεινής και ασφάλειας της επιχείρησης.
γ) Την κατάρτιση ενημερωτικών προγραμμάτων για τις νέες μεθόδους οργάνωσης της επιχείρησης και τη χρήση τεχνολογιών.
δ) Τον προγραμματισμό της επιμόρφωσης της διαρκούς εκπαίδευσης και της μετεκπαίδευσης του προσωπικού, ιδιαίτερα μετά από κάθε μετατροπή της τεχνολογίας.
ε) Τον τρόπο ελέγχου της παρουσίας και της συμπεριφοράς του προσωπικού στα πλαίσια της προστασίας της προσωπικότητας των εργαζομένων ιδίως απέναντι στα οπτικοακουστικά μέσα.
στ) Τον προγραμματισμό των κανονικών αδειών.
ζ) Την επανένταξη των αναπήρων από εργατικό ατύχημα που έγινε στην επιχείρηση σε κατάλληλες γι' αυτούς θέσεις απασχόλησης.
η) Τον προγραμματισμό και τον έλεγχο πολιτιστικών, ψυχαγωγικών και κοινωνικών εκδηλώσεων.
Για όλα τα παραπάνω θέματα καταρτίζεται γραπτή συμφωνία, η οποία ισχύει από την κατάθεσή της στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας και έχει κανονιστική ισχύ. Η συμφωνία αναρτάται στον πίνακα ανακοινώσεων του Συμβουλίου Εργαζομένων.
Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ εργοδότη και Συμβουλίου Εργαζομένων για τη ρύθμιση των ανωτέρων θεμάτων, η διαφορά επιλύεται με τη διαδικασία της μεσολάβησης και παραπομπή στη διαιτησία, σύμφωνα με τα άρθρα 15 και 16 του ν. 1876/1990 (ΦΕΚ 27 Α').
Οι ανωτέρω αρμοδιότητες ασκούνται από το Συμβούλιο Εργαζομένων, εφόσον στην επιχείρηση δεν λειτουργεί συνδικαλιστική οργάνωση, και τα θέματα αυτά δεν ρυθμίζονται με Συλλογική Σύμβαση Εργασίας.

Διαβάστε περισσότερα...

Ν. 1876/1990

Ν. 1876/1990 "Ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και άλλες διατάξεις"



Άρθρο 1 Έκταση εφαρμογής του νόμου
Άρθρο 2 Περιεχόμενο της συλλογικής σύμβασης εργασίας
Άρθρο 3 Είδη συλλογικών συμβάσεων εργασίας και αρμοδιότητα σύναψής τους
Άρθρο 4 Διαδικασία διαπραγματεύσεων - Δικαίωμα και υποχρέωση για διαπραγμάτευση
Άρθρο 5 Διαδικασία υπογραφής και θέση σε ισχύ της συλλογικής σύμβασης εργασίας.
Άρθρο 6 Ικανότητα για σύναψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας
Άρθρο 7 Ισχύς συλλογικής σύμβασης εργασίας
Άρθρο 8 Δέσμευση
Άρθρο 9 Χρόνος ισχύος της συλλογικής σύμβασης εργασίας
Άρθρο 10 Συρροή
Άρθρο 11 Προσχώρηση και επέκταση εφαρμογής
Άρθρο 12 Καταγγελία της συλλογικής σύμβασης εργασίας
Άρθρο 13 Συμφιλίωση
Άρθρο 14 Μεσολάβηση - Διαιτησία
Άρθρο 15 Μεσολάβηση
Άρθρο 16 Διαιτησία
Άρθρο 17 Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας
Άρθρο 18 Πόροι - Κανονισμοί
Άρθρο 19 Διατάξεις που αφορούν τους εργαζόμενους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου στο Δημόσιο, ν.π.δ.δ. και ο.τ.α.
Άρθρο 20 Ειδικές περιπτώσεις
Άρθρο 21 Ποινικές κυρώσεις
Άρθρο 22 Μεταβατικές διατάξεις
Άρθρο 23 Καταργούμενες διατάξεις
Άρθρο 28 Κωδικοποίηση διατάξεων για συλλογικές συμβάσεις και διαπραγματεύσεις.
Άρθρο 35 Έναρξη ισχύος.

Αρχή της σελίδας
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' - Άρθρο 1: Έκταση εφαρμογής του νόμου
1. Ο νόμος αυτός αφορά όλους όσους εργάζονται με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου σε οποιονδήποτε ημεδαπό ή αλλοδαπό εργοδότη, επιχείρηση, εκμετάλλευση ή υπηρεσία του ιδιωτικού ή δημόσιου τομέα της οικονομίας, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται και οι εργαζόμενοι στη γεωργία, κτηνοτροφία και συναφείς εργασίες, καθώς και οι κατ' οίκον εργαζόμενοι.
2. Εφαρμόζεται επίσης και σε φυσικά πρόσωπα τα οποία αν και δεν συνδέονται με σχέση εξαρτημένης εργασίας παρέχουν εργασία υπό συνθήκες εξάρτησης και εμφανίζουν ανάγκη προστασίας αντίστοιχη με αυτή των εργαζομένων.

Αρχή της σελίδας
Άρθρο 2: Περιεχόμενο της συλλογικής σύμβασης εργασίας
Η συλλογική σύμβαση εργασίας μπορεί να ρυθμίζει:
1. Ζητήματα σχετικά με τη σύναψη, τους όρους λειτουργίας και τη λήξη των ατομικών συμβάσεων εργασίας που εμπίπτουν στο πεδίο ισχύος της.
2. Ζητήματα που αφορούν την άσκηση του συνδικαλιστικού δικαιώματος στην επιχείρηση, την παροχή συνδικαλιστικών διευκολύνσεων και τον τρόπο παρακράτησης των συνδικαλιστικών εισφορών και της απόδοσής τους στις δικαιούχες οργανώσεις.
3. Ζητήματα κοινωνικής ασφάλισης, εκτός από τα συνταξιοδοτικά, εφ' όσον δεν έρχονται σε αντίθεση με τη συνταγματική τάξη και την πολιτική των δημόσιων φορέων κοινωνικής ασφάλισης.
«Στην έννοια των συνταξιοδοτικών θεμάτων, που δεν μπορεί να αποτελέσουν περιεχόμενο συλλογικής σύμβασης εργασίας, περιλαμβάνονται και η μεταβολή, αμέσως ή εμμέσως της σχέσης ασφαλίστρου εργαζόμενου και εργοδότη, η μεταβίβαση του βάρους εν όλω ή εν μέρει τακτικών εισφορών ή εισφορών για αναγνώριση προϋπηρεσιών από τον ένα στον άλλο καθώς και η σύσταση ειδικών ταμείων ή λογαριασμών, που χορηγούν περιοδικές παροχές συντάξεων ή εφάπαξ βοήθημα με επιβάρυνση του εργοδότη». (Το δεύτερο εδάφιο της παραγρ. 3 προστέθηκε με το άρθρο 43 παρ. 3 του Ν. 1902/1990).
4. Ζητήματα σχετικά με την άσκηση της επιχειρηματικής πολιτικής στο μέτρο που αυτή επηρεάζει άμεσα στις εργασιακές σχέσεις.
5. Ζητήματα που αφορούν την ερμηνεία των κανονιστικών όρων της συλλογικής σύμβασης εργασίας.
6. Ζητήματα που προβλέπονται στο άρθρο 12 του ν. 1767/1988 (ΦΕΚ Α' 63) με επιφύλαξη και των αρμοδιοτήτων των συμβουλίων των επιχειρήσεων.
7. Τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών.
8. Ζητήματα σχετικά με τις διαδικασίες και τους όρους συλλογικής διαπραγμάτευσης, μεσολάβησης και διαιτησίας.
9. Η συλλογική σύμβαση εργασίας μπορεί να περιέχει ρήτρα ειρήνης σχετικά με τα ζητήματα που ρυθμίζει.
10. «Με επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, ζητήματα σχετικά με την επαναρρύθμιση ή συμπλήρωση των διατάξεων των παραγράφων 1-6 του άρθρου 38 για τη μερική απασχόληση καθώς και των παραγράφων 1, 2, 3 και 7 του άρθρου 40 για τις πρόσθετες ομάδες εργασίας του νόμου "για τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη"».
(Η περίπτωση 10 έχει προστεθεί με τη διάταξη του άρθρου 40 του Ν. 1892/1990).

Αρχή της σελίδας
Άρθρο 3: Είδη συλλογικών συμβάσεων εργασίας και αρμοδιότητα σύναψής τους
1. Οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας διακρίνονται:
α. Σε εθνικές γενικές, που αφορούν τους εργαζόμενους όλης της χώρας.
β. Σε κλαδικές, που αφορούν τους εργαζόμενους περισσότερων ομοειδών ή συναφών εκμεταλλεύσεων ή επιχειρήσεων ορισμένης πόλης ή περιφέρειας ή και όλης της χώρας.
γ. Σε επιχειρησιακές, που αφορούν τους εργαζόμενους μιας εκμετάλλευσης ή επιχείρησης.
δ. Σε εθνικές ομοιοεπαγγελματικές, που αφορούν τους εργαζόμενους ορισμένου επαγγέλματος και των συναφών ειδικοτήτων συγκεκριμένης πόλης ή περιφέρειας.
ε. Σε τοπικές ομοιοεπαγγελματικές, που αφορούν τους εργαζόμενους ορισμένου επαγγέλματος ή και των συναφών ειδικοτήτων συγκεκριμένης πόλης ή περιφέρειας.
2. Οι κλαδικές, επιχειρησιακές και εθνικές ή τοπικές ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις δεν επιτρέπεται να περιέχουν όρους εργασίας δυσμενέστερους για τους εργαζόμενους από τους όρους εργασίας των εθνικών γενικών συλλογικών συμβάσεων.
3. Οι εθνικές γενικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας συνάπτονται από τις τριτοβάθμιες οργανώσεις των εργαζομένων και τις αναγνωριζόμενες ως ευρύτερης εκπροσώπησης οργανώσεις των εργοδοτών ή πανελλήνιας έκτασης.
4. Οι κλαδικές συμβάσεις συνάπτονται από πρωτοβάθμιες ή δευτεροβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις που καλύπτουν εργαζόμενους ανεξάρτητα από το επάγγελμα ή την ειδικότητά τους, ομοειδών ή συναφών επιχειρήσεων του ίδιου κλάδου και από εργοδοτικές οργανώσεις, ειδικά όμως για τους εργαζόμενους στις τράπεζες, σε περίπτωση που δεν υπάρχουν εργοδοτικές οργανώσεις του κλάδου, από μεμονωμένους εργοδότες που εκπροσωπούνται με κοινό εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο ή εκπροσώπους, εφ' όσον αυτοί οι εργοδότες καλύπτουν τουλάχιστον το 70% των εργαζομένων στον κλάδο.
5. Οι επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις συνάπτονται από συνδικαλιστικές οργανώσεις της επιχείρησης που καλύπτουν τους εργαζόμενους, ανεξάρτητα από την κατηγορία, τη θέση ή την ειδικότητά τους και, εφ' όσον αυτές ελλείπουν, από τις αντίστοιχες πρωτοβάθμιες κλαδικές οργανώσεις και από τον εργοδότη.
6. Οι εθνικές ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις συνάπτονται από την πλευρά των εργαζομένων από δευτεροβάθμιες ή πρωτοβάθμιες ομοιοεπαγγελματικές συνδικαλιστικές οργανώσεις πανελλήνιας έκτασης.
Από την πλευρά των εργοδοτών, οι εθνικές ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις συνάπτονται από εργοδοτικές οργανώσεις ευρύτερης εκπροσώπησης ή πανελλήνιας έκτασης.
7. Οι τοπικές ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις συνάπτονται από ομοιοεπαγγελματικές συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων, πρωτοβάθμιες ή δευτεροβάθμιες, τοπικού χαρακτήρα και από εργοδοτικές οργανώσεις.

Αρχή της σελίδας
Άρθρο 4: Διαδικασία διαπραγματεύσεων - Δικαίωμα και υποχρέωση για διαπραγμάτευση
1. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις εργαζομένων και εργοδοτών και οι μεμονωμένοι εργοδότες έχουν δικαίωμα και υποχρέωση να διαπραγματεύονται για την κατάρτιση συλλογικής σύμβασης εργασίας.
2. Η πλευρά που ασκεί το δικαίωμα για διαπραγμάτευση οφείλει να γνωστοποιεί στην άλλη πλευρά με έγγραφο τον τόπο των διαπραγματεύσεων και τα υπό διαπραγμάτευση θέματα. Το έγγραφο αυτό κοινοποιείται στην αρμόδια επιθεώρηση εργασίας.
Με το ίδιο έγγραφο γνωστοποιούνται τα εξουσιοδοτημένα για διαπραγμάτευση πρόσωπα.
Η άλλη πλευρά οφείλει να προσέλθει σε διαπραγμάτευση μέσα σε 10 εργάσιμες ημέρες από τη γνωστοποίηση των θεμάτων και να ορίσει τους αντιπροσώπους της.
Η προθεσμία αυτή περιορίζεται σε 24 ώρες, εφ' όσον πρόκειται για ζητήματα που απαιτούν από τη φύση τους άμεση αντιμετώπιση.
Ο ορισμός των εκπροσώπων των συνδικαλιστικών οργανώσεων για τη διαπραγμάτευση γίνεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου τους, εκτός εάν το καταστατικό ορίζει διαφορετικά.
3. Οι διαπραγματεύσεις διεξάγονται καλόπιστα και με πρόθεση να επιλυθεί η συλλογική διαφορά. Τα μέρη οφείλουν να αιτιολογούν τις προτάσεις και τις αντιπροτάσεις τους.
4. Η εργατική πλευρά δικαιούται να αξιώσει από την εργοδοτική πλήρη και ακριβή πληροφόρηση καθώς και την παροχή όλων των στοιχείων που είναι αναγκαία για τη διευκόλυνση των διαπραγματεύσεων των υπό συζήτηση θεμάτων και αναφέρονται στην οικονομική κατάσταση, την οικονομική πολιτική και την πολιτική προσωπικού της επιχείρησης.
Οι διατάξεις των παραγράφων 4, 5 και 6 του άρθρου 13 του ν. 1767/1988 εφαρμόζονται ανάλογα στην περίπτωση του άρθρου αυτού.
Οι δημόσιες αρχές έχουν την υποχρέωση να παρέχουν τις αναγκαίες πληροφορίες που αφορούν τις εξελίξεις της Εθνικής Οικονομίας καθώς και στοιχεία για τους τομείς απασχόλησης, τιμών και μισθών.
5. Συνδικαλιστικές οργανώσεις εργαζομένων της ίδιας επιχείρησης, κλάδου ή επαγγέλματος δικαιούνται να παρέμβουν στις διαπραγματεύσεις που τους αφορούν.
Εφ' όσον συνυπογράφουν τη συλλογική σύμβαση εργασίας, δεσμεύονται από αυτήν.
6. Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων και της διαδικασίας μεσολάβησης και διαιτησίας, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων διατηρούν το δικαίωμα της απεργίας, εκτός αν αυτό έχει αποκλειστεί από προηγούμενη συλλογική σύμβαση εργασίας.
7. Κατά τις διαπραγματεύσεις τηρούνται πρακτικά, τα οποία υπογράφονται από τους αντιπροσώπους των μερών.


Αρχή της σελίδας
Άρθρο 5: Διαδικασία υπογραφής και θέση σε ισχύ της συλλογικής σύμβασης εργασίας.
1. Εφ' όσον οι συλλογικές διαπραγματεύσεις καταλήξουν σε συμφωνία, αυτή καταρτίζεται έγγραφα σε τρία πρωτότυπα, τα οποία υπογράφονται από τους αντιπροσώπους των μερών.
2. Στο έγγραφο της συλλογικής σύμβασης εργασίας πρέπει ν' αναφέρονται οι συνδικαλιστικές οργανώσεις που συμβλήθηκαν και οι εκπρόσωποί τους, η χρονολογία της κατάρτισης και η έκταση της εφαρμογής της.
3. Το ένα από τα πρωτότυπα κατατίθεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο στην αρμόδια κατά τόπο Επιθεώρηση Εργασίας της Νομαρχίας όπου καταρτίστηκε η συλλογική σύμβαση εργασίας.
Ειδικά όμως η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας και οι κλαδικές και εθνικές ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας κατατίθενται στην κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας.
Ο αρμόδιος υπάλληλος συντάσσει πράξη κατάθεσης επάνω στο πρωτότυπο έγγραφο, η οποία υπογράφεται από αυτόν και από τον καταθέτη.
4. Σε κάθε Επιθεώρηση Εργασίας της Νομαρχίας και στην αρμόδια κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας τηρείται ειδικό βιβλίο συλλογικών συμβάσεων και διαιτητικών αποφάσεων όπου καταγράφονται όλα τα βασικά στοιχεία της συλλογικής σύμβασης εργασίας καθώς και οι προσχωρήσεις, οι επεκτάσεις, οι καταγγελίες και οι συμφωνίες από μεσολάβηση. Οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας καταχωρούνται στο βιβλίο αυτό την ίδια μέρα που κατατίθενται.
5. Η υπηρεσία χορηγεί αντίγραφο της συλλογικής σύμβασης εργασίας σε κάθε ενδιαφερόμενο εφ' όσον υποβάλλει σχετική αίτηση.
6. Στην κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας τηρείται γενικό μητρώο, στο οποίο καταχωρίζονται όλες οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας κατά είδος, και εκδίδεται ειδικό δελτίο, στο οποίο δημοσιεύονται αυτούσια τα κείμενα όλων των συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
7. Ο εργοδότης οφείλει να κοινοποιεί στο Συμβούλιο Εργαζομένων της επιχείρησης κάθε επιχειρησιακή Σ.Σ.Ε. καθώς και κάθε τροποποίησή της.
8. Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας, ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια που αφορά στις παραγράφους 4 και 6 του άρθρου αυτού.

Αρχή της σελίδας
Άρθρο 6: Ικανότητα για σύναψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας
1. Ικανότητα για σύναψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας έχουν:
α. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις εργαζομένων και εργοδοτών όλων των βαθμίδων στο πεδίο της δραστηριότητάς τους.
Ειδικότερα για την παρ. 3 του άρθρου 3 του νόμου αυτού, από την πλευρά των εργαζομένων, ικανότητα για σύναψη συλλογικής σύμβασης εργασίας έχει η πλέον αντιπροσωπευτική τριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση. Για τις υπόλοιπες συλλογικές συμβάσεις εργασίας του άρθρου 3 αυτού του νόμου, από την πλευρά των εργαζομένων, ικανότητα για σύναψη συλλογικής σύμβασης εργασίας έχει η πλέον αντιπροσωπευτική συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων στο πεδίο ισχύος της συλλογικής σύμβασης εργασίας.
β. Κάθε εργοδότης που απασχολεί πενήντα (50) τουλάχιστον εργαζόμενους.
γ. «Για τους εργαζόμενους σε δικηγορικά, σε συμβολαιογραφικά και άλλα γραφεία η σχετική συλλογική σύμβαση θα υπογράφεται ή η διαιτητική διαδικασία θα διεξάγεται μεταξύ της συνδικαλιστικής οργάνωσης των εργαζομένων και του οικείου Ν.Π.Δ.Δ. στο οποίο υπάγονται οι εργοδότες» .
2. Κριτήριο της αντιπροσωπευτικότητας είναι ο αριθμός των εργαζομένων που ψήφισε στις τελευταίες εκλογές για ανάδειξη διοίκησης.
Αμφισβήτηση της αντιπροσωπευτικότητας μπορεί να εγερθεί με προσφυγή συνδικαλιστικής οργάνωσης, αρμόδιας να υπογράψει αντίστοιχη συλλογική σύμβαση εργασίας, μέσα σε προθεσμία 10 ημερών από την κοινοποίηση του εγγράφου που προβλέπεται από το άρθρο 4 παρ. 2 στην επιθεώρηση εργασίας, οπότε και αναστέλλονται οι διαπραγματεύσεις.
Η προσφυγή κρίνεται από την επιτροπή του άρθρου 15 του ν. 1264/1982, η οποία αποφασίζει μέσα σε προθεσμία 10 ημερών. Σε περίπτωση που δεν εκδίδεται απόφαση μέσα στην παραπάνω προθεσμία, ο πρόεδρος της επιτροπής υποχρεούται να εκδώσει μόνος του απόφαση μέσα σε 48 ώρες. Κατά της απόφασης αυτής της επιτροπής δεν χωρεί άσκηση εφέσεως.
Η διάταξη αυτή ισχύει ανάλογα και όταν προκύψει περίπτωση αμφισβήτησης της αρμοδιότητας εργοδοτικής οργάνωσης κατά την υπογραφή συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
3. Για τη νομιμοποίηση των εκπροσώπων των συνδικαλιστικών οργανώσεων εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις των καταστατικών τους.

Αρχή της σελίδας
Άρθρο 7: Ισχύς συλλογικής σύμβασης εργασίας
1. Οι κανονιστικοί όροι της συλλογικής σύμβασης εργασίας έχουν άμεση και αναγκαστική ισχύ.
2. Οι όροι ατομικών συμβάσεων εργασίας, που αποκλίνουν από τους κανονιστικούς όρους συλλογικών συμβάσεων εργασίας, είναι επικρατέστεροι, εφ' όσον παρέχουν μεγαλύτερη προστασία στους εργαζόμενους.
3. Όροι εργασίας συλλογικών συμβάσεων εργασίας, που είναι ευνοϊκότεροι για τους εργαζόμενους, υπερισχύουν των νόμων, εκτός αν πρόκειται για διατάξεις αναγκαστικού δικαίου με αμφιμερή ενέργεια.

Αρχή της σελίδας
Άρθρο 8: Δέσμευση
1. Οι εθνικές γενικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας καθορίζουν τους ελάχιστους όρους εργασίας που ισχύουν για τους εργαζόμενους όλης της χώρας.
Στους εργαζόμενους αυτούς περιλαμβάνονται και οι εργαζόμενοι με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου στο Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης.
2. Οι υπόλοιπες συλλογικές συμβάσεις εργασίας δεσμεύουν τους εργαζόμενους και εργοδότες που είναι μέλη των συμβαλλόμενων συνδικαλιστικών οργανώσεων, τον εργοδότη που συνάπτει συλλογική σύμβαση εργασίας ατομικά και τους εργοδότες που συνάπτουν συλλογική σύμβαση εργασίας με κοινό εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο ή εκπροσώπους, όπως ορίζεται στην παρ. 4 του άρθρου 3 του παρόντος.
3. Εφ' όσον ο εργοδότης δεσμεύεται από επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας, οι κανονιστικοί όροι της ισχύουν υποχρεωτικά και στις εργασιακές σχέσεις όλων των εργαζομένων που απασχολούνται από τον εν λόγω εργοδότη.


Αρχή της σελίδας
Άρθρο 9: Χρόνος ισχύος της συλλογικής σύμβασης εργασίας
1. Οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας συνάπτονται για ορισμένο ή αόριστο χρόνο. Κάθε συλλογική σύμβαση εργασίας, που προβλέπει διάρκεια ισχύος πέρα από ένα έτος, θεωρείται ότι έχει αόριστη διάρκεια. Η διάρκεια της ισχύος δεν μπορεί να είναι μικρότερη από ένα έτος.
2. Η ισχύς της συλλογικής σύμβασης εργασίας αρχίζει από την ημέρα της κατάθεσής της στην αρμόδια υπηρεσία και λήγει με την πάροδο του χρόνου που συμφωνήθηκε ή με καταγγελία σύμφωνα με διατάξεις του νόμου αυτού.
3. Τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν να ορίσουν για τη συλλογική σύμβαση εργασίας αναδρομική ισχύ έως την ημέρα της λήξης ή της καταγγελίας της προηγούμενης συλλογικής σύμβασης εργασίας, από την οποία αρχίζει να υπολογίζεται η διάρκειά της και, σε περίπτωση που δεν υπάρχει προηγούμενη συλλογική σύμβαση εργασίας, από την έναρξη των διαπραγματεύσεων.
4. Οι κανονιστικοί όροι συλλογικής σύμβασης, που έληξε ή καταγγέλθηκε, εξακολουθούν να ισχύουν για ένα εξάμηνο και εφαρμόζονται και στους εργαζόμενους που προσλαμβάνονται στο διάστημα αυτό, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 8.
5. Μετά την πάροδο του εξαμήνου οι υφιστάμενοι όροι εργασίας εξακολουθούν να ισχύουν μέχρις ότου λυθεί ή τροποποιηθεί η ατομική σχέση εργασίας.

Αρχή της σελίδας
Άρθρο 10: Συρροή
1. Αν η σχέση εργασίας ρυθμίζεται από περισσότερες ισχύουσες συλλογικές συμβάσεις εργασίας, εφαρμόζεται η πιο ευνοϊκή για τον εργαζόμενο.
Η σύγκριση και η επιλογή των διατάξεων γίνεται κατά τις παρακάτω ενότητες: α) ενότητα αποδοχών, β) λοιπά θέματα.
2. Κλαδική ή επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας υπερισχύει σε περίπτωση συρροής με ομοιοεπαγγελματική συλλογική σύμβαση εργασίας.

Αρχή της σελίδας
Άρθρο 11: Προσχώρηση και επέκταση εφαρμογής
1. Συνδικαλιστικές οργανώσεις και εργοδότες που δεν δεσμεύονται από συλλογική σύμβαση εργασίας μπορούν να προσχωρήσουν από κοινού σε συλλογική σύμβαση εργασίας που αφορά την κατηγορία τους. Συνδικαλιστική οργάνωση εργαζομένων μπορεί να προσχωρήσει σε συλλογική σύμβαση εργασίας, από την οποία δεσμεύεται ήδη ο εργοδότης.
Η προσχώρηση γίνεται με ιδιωτικό έγγραφο, που γνωστοποιείται στα μέρη που έχουν συνάψει τη συλλογική σύμβαση εργασίας, κατατίθεται στις κατά τόπους υπηρεσίες του Υπουργείου Εργασίας και καταχωρίζεται στο ειδικό βιβλίο συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Στην περίπτωση της προσχώρησης ισχύουν οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3, 4, 5 και 6 του άρθρου 5 του νόμου αυτού.
Προσχώρηση σε επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας δεν είναι δυνατόν να γίνει από εργοδότη ή συνδικαλιστική οργάνωση άλλης επιχείρησης.
2. Με απόφασή του, που εκδίδεται μετά από γνώμη του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας, ο Υπουργός Εργασίας μπορεί να επεκτείνει και να κηρύξει γενικώς υποχρεωτική για όλους τους εργαζόμενους του κλάδου ή επαγγέλματος συλλογική σύμβαση εργασίας, η οποία δεσμεύει ήδη εργοδότες που απασχολούν το 51% των εργαζομένων του κλάδου ή επαγγέλματος.
Ειδικότερα η επέκταση ομοιοεπαγγελματικής συλλογικής σύμβασης εργασίας δεσμεύει όλους τους εργαζόμενους του επαγγέλματος, ανεξάρτητα από το είδος της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης, με την επιφύλαξη της παρ. 2 του άρθρου 10.
3. Την επέκταση μπορεί να ζητήσει και αρμόδια συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων ή των εργοδοτών με αίτησή της, που υποβάλλει στον Υπουργό Εργασίας. Η επέκταση ισχύει από την ημερομηνία της έκδοσης της απόφασης του Υπουργού και, στην περίπτωση που υπάρχει αίτηση, από την ημερομηνία της υποβολής της.
4. Για τους εργαζόμενους στη γεωργία, κτηνοτροφία και συναφείς εργασίες καθώς και για τους κατ' οίκον εργαζόμενους, οι παραπάνω διατάξεις για την προσχώρηση και επέκταση συλλογικής σύμβασης εργασίας ισχύουν για τις συμβάσεις που συνάπτονται αντίστοιχα στους κλάδους αυτούς.

Αρχή της σελίδας
Άρθρο 12: Καταγγελία της συλλογικής σύμβασης εργασίας
1. Συλλογική σύμβαση εργασίας αόριστης διάρκειας μπορεί να καταγγελθεί ύστερα από την παρέλευση ενός έτους από την έναρξη της ισχύος της.
2. Συλλογική σύμβαση εργασίας μπορεί να καταγγελθεί πριν από την πάροδο ενός έτους ή πριν από τη λήξη της, αν έχουν μεταβληθεί σημαντικά οι συνθήκες που υπήρχαν κατά την υπογραφή της.
3. Η καταγγελία γίνεται με έγγραφο, που επιδίδεται με δικαστικό επιμελητή, από τον καταγγέλοντα στον αντισυμβαλλόμενό του και στην τοπική υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας, όπου έχει κατατεθεί η συλλογική σύμβαση εργασίας.
4. Στο έγγραφο της καταγγελίας αναφέρονται συνοπτικά οι λόγοι της και τα προς διαπραγμάτευση θέματα και εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 4.
5. Η καταγγελία καταχωρίζεται από τον αρμόδιο υπάλληλο στο περιθώριο του ειδικού βιβλίου, όπου καταχωρήθηκε και η καταγγελθείσα συλλογική σύμβαση εργασίας.

Αρχή της σελίδας
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β' - Άρθρο 13: Συμφιλίωση
Για οποιοδήποτε θέμα που προκαλεί διένεξη με αφορμή τη σχέση εργασίας, και αν ακόμη δεν αποτελεί αντικείμενο συλλογικής σύμβασης, μπορεί να ζητηθεί για τη διευθέτησή του, από τις οικείες συνδικαλιστικές οργανώσεις ή και από τον εργοδότη ατομικά, η παρέμβαση συμφιλιωτή.
Ο συμφιλιωτής προσπαθεί να επιτύχει την προσέγγιση των απόψεων των μερών το συντομότερο δυνατό για τον τερματισμό της διένεξης. Στο τέλος της συμφιλιωτικής διαδικασίας συντάσσεται πρωτόκολλο που υπογράφεται από τα ενδιαφερόμενα μέρη και το συμφιλιωτή, στο οποίο βεβαιώνεται η συμφωνία ή η διαφωνία των μερών.
Σε περίπτωση που η διένεξη προκύψει κατά τις διαπραγματεύσεις για τη σύναψη συλλογικής σύμβασης εργασίας και η συμφιλιωτική διαδικασία καταλήξει σε συμφωνία, ακολουθεί η σύναψη συλλογικής σύμβασης εργασίας. Ο Υπουργός Εργασίας ή ο υπάλληλος που εξουσιοδοτείται από αυτόν ορίζει ως συμφιλιωτή έναν από τους υπαλλήλους της αρμόδιας κεντρικής υπηρεσίας του Υπουργείου Εργασίας ή της επιθεώρησης εργασίας της νομαρχίας.

Αρχή της σελίδας
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ' - Άρθρο 14: Μεσολάβηση - Διαιτησία
1. Αν οι διαπραγματεύσεις των μερών αποτύχουν, τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να ζητήσουν τις υπηρεσίες μεσολαβητή ή να προσφύγουν στη διαιτησία.
2. Οι όροι της προσφυγής και η όλη διαδικασία καθορίζονται με τη συνομολόγηση σχετικών ρητρών στις συλλογικές συμβάσεις ή, σε περίπτωση που δεν συνομολογήθηκαν τέτοιες ρήτρες, με κοινή συμφωνία των μερών που διαπραγματεύονται.
Αν λείπουν παρόμοιες συμφωνίες, εφαρμόζονται οι διατάξεις του νόμου αυτού.

Αρχή της σελίδας
Άρθρο 15: Μεσολάβηση
1. Τον ορισμό μεσολαβητή μπορεί να ζητήσει οποιοδήποτε από τα ενδιαφερόμενα μέρη.
2. Η διαδικασία της μεσολάβησης αρχίζει με την κατάθεση σχετικής αίτησης από τα ενδιαφερόμενα μέρη, που υποβάλλεται από κοινού ή χωριστά.
Η αίτηση, στη δεύτερη περίπτωση, κοινοποιείται και στο άλλο μέρος. Στην αίτηση αναφέρονται τα στοιχεία των μερών και των οριζόμενων εκπροσώπων τους, τα αιτήματα, οι λόγοι που τα δικαιολογούν ή οι λόγοι που καθιστούν αδύνατη την ικανοποίησή τους, οι τυχόν εναλλακτικές προτάσεις και αντιπροτάσεις και οποιοδήποτε στοιχείο το οποίο διευκολύνει τις διαπραγματεύσεις.
3. Ο μεσολαβητής επιλέγεται από τα μέρη από ειδικό κατάλογο μεσολαβητών. Σε περίπτωση ασυμφωνίας τους ο μεσολαβητής ορίζεται με κλήρωση.
Για το σκοπό αυτόν, ύστερα από 48 ώρες από την υποβολή της αίτησης, καλούνται τα μέρη να προσέλθουν σε καθορισμένη ώρα για την επιλογή μεσολαβητή και, σε περίπτωση διαφωνίας για την ανάδειξή του με κλήρωση.
Με την ίδια διαδικασία ορίζεται και ο αναπληρωματικός του μεσολαβητή. Με τον ορισμό του μεσολαβητή συντάσσεται πρακτικό ανάληψης της μεσολάβησης.
4. Ο μεσολαβητής καλεί τα μέρη σε συζητήσεις, προβαίνει σε κατ' ιδίαν ακρόαση των μερών, σε εξετάσεις προσώπων, σε πραγματογνωμοσύνη ή σε οποιαδήποτε έρευνα σχετική με τους όρους εργασίας ή την οικονομική κατάσταση της επιχείρησης, συνεπικουρούμενης από πραγματογνώμονες της επιλογής του.
5. Ο εργοδότης και κάθε αρμόδια υπηρεσία έχουν την υποχρέωση να δώσουν στο μεσολαβητή κάθε πληροφορία και να υποβοηθήσουν το έργο του. Ειδικότερα για τους εργοδότες ισχύουν όσα περιγράφονται στην παρ. 4 του άρθρου 4 αυτού του νόμου.
6. α) Αν τα μέρη δεν καταλήξουν σε συμφωνία μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερολογιακών ημερών, ο μεσολαβητής έχει δικαίωμα να υποβάλλει σ' αυτά δική του πρόταση.
β) Αν τα μέρη δεν γνωστοποιήσουν την αποδοχή της πρότασης του μεσολαβητή μέσα σε πέντε (5) ημέρες από την κοινοποίησή της, θεωρείται ότι την απέρριψαν.
Η αποδοχή ή απόρριψη της πρότασης κοινοποιείται και στο άλλο μέρος.
Η πρόταση του μεσολαβητή είναι δυνατό να δημοσιεύεται από αυτόν στον ημερήσιο και τον περιοδικό τύπο.
γ) Εφ' όσον η πρόταση γίνεται δεκτή καλούνται τα ενδιαφερόμενα μέρη από το μεσολαβητή να την υπογράψουν, οπότε αυτή εξομοιώνεται με συλλογική σύμβαση εργασίας και εφαρμόζονται κατ'αναλογία όλες οι διατάξεις για τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας.

Αρχή της σελίδας
Άρθρο 16: Διαιτησία
1. Προσφυγή στη διαιτησία μπορεί να γίνεται:
α) Σ' οποιοδήποτε στάδιο των διαπραγματεύσεων με κοινή συμφωνία των μερών.
β) Μονομερώς από οποιοδήποτε μέρος, εφ' όσον το άλλο μέρος αρνήθηκε τη μεσολάβηση.
γ) Μονομερώς από συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων, εφ' όσον αποδέχονται την πρόταση του μεσολαβητή που απορρίπτει ο εργοδότης.
δ) Ειδικώς για τις επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις καθώς και τις συμβάσεις των επιχειρήσεων και οργανισμών κοινής ωφέλειας δικαίωμα προσφυγής στη διαιτησία έχει το μέρος που αποδέχεται την πρόταση του μεσολαβητή που απορρίπτει το άλλο μέρος.
2. Στις περιπτώσεις του εδαφίου (γ) προσφυγής των εργαζομένων στη διαιτησία αναστέλλεται η άσκηση του δικαιώματος της απεργίας για διάστημα δέκα (10) ημερών από την ημέρα της προσφυγής.
3. Η απόφαση του διαιτητή εξομοιώνεται με συλλογική σύμβαση εργασίας και ισχύει από την επομένη της υποβολής της αίτησης για μεσολάβηση.
4. Ο διαιτητής επιλέγεται με κοινή συμφωνία των μερών από ειδικό κατάλογο διαιτητών και, σε περίπτωση ασυμφωνίας, με κλήρωση και οφείλει να αναλάβει τα καθήκοντά του εντός πέντε (5) ημερών το αργότερο.
5. Ο διαιτητής μελετά όλα τα στοιχεία και πορίσματα που συγκεντρώθηκαν στο στάδιο της μεσολάβησης και έχει τα ίδια δικαιώματα με το μεσολαβητή.
6. Η διαιτητική απόφαση εκδίδεται σε δέκα (10) ημέρες από την ανάληψη των καθηκόντων του διαιτητή, αν προηγήθηκε μεσολάβηση, και σε διάστημα τριάντα (30) ημερών αν δεν προηγήθηκε.

Αρχή της σελίδας
Άρθρο 17: Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας
1. Ιδρύεται νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία «Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας», με έδρα την Αθήνα.
«Ο Οργανισμός είναι ανεξάρτητος φορέας και λειτουργεί στο πλαίσιο των διατάξεων αυτού του νόμου και των καταστατικών πράξεων, που εκδίδονται με εξουσιοδότησή του κατά παρέκκλιση των διατάξεων, που αφορούν το δημόσιο τομέα».
Ο Οργανισμός διοικείται από ενδεκαμελές διοικητικό συμβούλιο που αποτελείται από:
α) έναν καθηγητή οποιασδήποτε βαθμίδας οικονομικού μαθήματος ή εργασιακών σχέσεων τμήματος Α.Ε.Ι.,
β) έναν καθηγητή οποιασδήποτε βαθμίδας εργατικού δικαίου νομικού τμήματος, Α.Ε.Ι.,
γ) έναν επιστήμονα που υποδεικνύεται από το Δ.Σ. της ΕΔΕΚΑ, ειδικευμένο στις εργασιακές σχέσεις.
δ) ανά έναν εκπρόσωπο του ΣΕΒ, της ΓΣΕΒΕ και της Ένωσης Εμπορικών Συλλόγων Ελλάδας,
ε) τρεις εκπροσώπους της Γ.Σ.Ε.Ε.,
στ) έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Εργασίας,
ζ) ένα πρόσωπο αναγνωρισμένου κύρους και έμπειρο σε θέματα εργασιακών σχέσεων, που ορίζεται κατά πλειοψηφία από τα υπόλοιπα μέλη στην πρώτη, μετά την υπόδειξη από τους φορείς και πριν τη συγκρότηση σε σώμα, συνεδρίασή τους.
Για τον ορισμό των μελών των περιπτώσεων (α) και (β) η υπόδειξη γίνεται από τις συγκλήτους των Πανεπιστημίων Αθηνών και Θεσσαλονίκης με πρόταση των αντίστοιχων πρυτάνεων. Για όλες τις περιπτώσεις η υπόδειξη από τους αρμόδιους φορείς πρέπει να γίνει μέσα σε προθεσμία 15 ημερών από τη σχετική προς τούτο πρόσκληση.
Σε περίπτωση που δεν γίνει υπόδειξη μέσα στην παραπάνω προθεσμία, η υπόδειξη των μελών των περιπτώσεων (α) και (β) γίνεται από τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και το διοικητικό συμβούλιο συγκροτείται με όσα μέλη τελικά υποδείχθησαν.
Τα υπό στοιχεία δ' και ε' μέλη δεν μπορούν να είναι μέλη των οργάνων διοίκησης συνδικαλιστικών οργανώσεων των εργαζομένων και των εργοδοτών. Ένα μέλος του εδαφίου δ' και ένα του εδαφίου ε' πρέπει να είναι επιστήμονας οικονομολόγος.
«Το Διοικητικό Συμβούλιο συγκροτείται σε σώμα με απόφαση του Υπουργού Εργασίας. Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού και ο αναπληρωτής του προέδρου, ο οποίος μετέχει στις συνεδριάσεις του Δ.Σ. με δικαίωμα λόγου αλλά χωρίς δικαίωμα ψήφου.
Ο Πρόεδρος του Δ.Σ. εκλέγεται από τα τακτικά μέλη αυτού».
Η θητεία του διοικητικού συμβουλίου είναι τετραετής.
Ο επαναδιορισμός των μελών είναι δυνατός.

2. Οι μεσολαβητές και διαιτητές αποτελούν ειδικό σώμα.
Ασκούν δημόσιο λειτούργημα χωρίς να έχουν την ιδιότητα του δημόσιου υπαλλήλου και απολαμβάνουν πλήρους ανεξαρτησίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, τα οποία οφείλουν να εκτελούν με αντικειμενικότητα. Στον Οργανισμό προσλαμβάνονται με τριετή θητεία που είναι ανανεώσιμη.
Προκειμένου να ανανεωθεί η θητεία τους μετά την πρώτη τριετία επανακρίνονται σύμφωνα με τα όσα ορίζει ο ειδικός κανονισμός.
Οι υποψήφιοι μεσολαβητές και διαιτητές πρέπει:
α) Έχουν συμπληρώσει το 30ό έτος της ηλικίας τους,
β) να έχουν πτυχίο Α.Ε.Ι. νομικών ή οικονομικών επιστημών ή συναφών σπουδών,
γ) να έχουν αποδεδειγμένη εμπειρία σε θέματα εργασιακών σχέσεων
Προτιμώνται όσοι από τους υποψηφίους έχουν μεταπτυχιακούς τίτλους σπουδών και σχετικές δημοσιεύσεις ιδίως σε θέματα εργασιακών σχέσεων.
Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί με κανονισμό να καθορίσει επί πλέον προσόντα από όσα αναφέρονται.
Ο διορισμός γίνεται μετά από δημόσια προκήρυξη των θέσεων.
Οι ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν βιογραφικό σημείωμα, τους τίτλους σπουδών, τις σχετικές δημοσιεύσεις και ό,τι άλλο καθορίζεται με την προκήρυξη.
Το διοικητικό συμβούλιο καλεί τους ενδιαφερόμενους σε συνέντευξη, μελετά τους φακέλους των υποψηφίων και επιλέγει τους ικανότερους.

3. Η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 17 του ν. 1876/1990 (ΦΕΚ 27 Α') αντικαθίσταται ως εξής: «Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Εργασίας, έπειτα από σύμφωνη γνώμη του διοικητικού συμβουλίου του οργανισμού, ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια που αφορά τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου αυτού.
Μεταξύ άλλων, ρυθμίζεται ο αριθμός των θέσεων μεσολαβητών - διαιτητών και του διοικητικού ή άλλου προσωπικού» (άρθρο 6 § 1 και 3 Ν. 2224/1994).


Αρχή της σελίδας
Άρθρο 18: Πόροι - Κανονισμοί
1. Οι πόροι του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας είναι:
α. Ως τακτικός πόρος ποσοστό 3% των ετήσιων, από εισφορές, εσόδων της Εργατικής Εστίας, τα οποία μπορούν να αυξάνονται με εθνική γενική συλλογική σύμβαση εργασίας.
Το ποσοστό αυτό μπορεί να αυξάνει με απόφαση του Υπουργού Εργασίας μετά από σύμφωνη γνώμη του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπερβεί το διπλάσιο.
β. Τακτική επιχορήγηση από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εργασίας.
γ. Ποσά που εισπράττονται από τους ενδιαφερόμενους που προσφεύγουν στις υπηρεσίες του Οργανισμού.
δ. Έσοδα από δωρεές, δημοσιεύσεις, εκδηλώσεις, εκδόσεις κ.λπ.

2. Το διοικητικό συμβούλιο καταρτίζει κανονισμούς, που δημοσιεύονται, με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και ειδικά για την (γ) περίπτωση και του Υπουργού Οικονομικών, στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και είναι οι εξής:
α. Κανονισμός για την οργάνωση και λειτουργία του Οργανισμού.
β. Κανονισμός για προσλήψεις, κρίσεις και πειθαρχικές ποινές, δικαιώματα και υποχρεώσεις, για το προσωπικό και τους μεσολαβητές και διαιτητές.
γ. Κανονισμός προμηθειών, αμοιβών και λοιπών δαπανών και γενικά διαχείρισης των πόρων.
δ. Κανονισμός για την εκπαίδευση και μετεκπαίδευση μεσολαβητών, διαιτητών και προσωπικού.

Αρχή της σελίδας
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ' - Άρθρο 19: Διατάξεις που αφορούν τους εργαζόμενους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου στο Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α.
Για τους εργαζόμενους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου στο Δημόσιο, ν.π.δ.δ. και ο.τ.α. ισχύουν οι διατάξεις αυτού του νόμου εφ' όσον δεν αποκλείονται από τη φύση τους και με την επιφύλαξη των παρακάτω ρυθμίσεων:
1. Όπου στο Νόμο αυτόν αναφέρονται εργοδοτικές οργανώσεις ή εργοδότης, νοούνται ο Υπουργός Οικονομικών ή το εξουσιοδοτημένο από αυτόν όργανο.
Ειδικά για τους εργαζόμενους στα ν.π.δ.δ. και στους ο.τ.α. συμμετέχει και ο υπουργός που ασκεί σ' αυτούς εποπτεία. Στην τελευταία περίπτωση μπορεί να οριστεί κοινός εκπρόσωπος με κοινή απόφαση των δύο υπουργών.
Από πλευράς των εργαζομένων οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας της κατηγορίας αυτής υπογράφονται από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων ανάλογης βαθμίδας.
2. Σε περίπτωση αδυναμίας υπογραφής συλλογικής σύμβασης εργασίας λόγω έλλειψης συνδικαλιστικής οργάνωσης των εργαζομένων, οι όροι εργασίας καθορίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του αρμόδιου υπουργού, εφ' όσον πρόκειται για εργαζόμενους στο Δημόσιο και του Υπουργού Οικονομικών και του εποπτεύοντος υπουργού για εργαζόμενους στα ν.π.δ.δ. και ο.τ.α .

Αρχή της σελίδας
Άρθρο 20: Ειδικές περιπτώσεις
1. Σε ιδιαίτερα εξαιρετικές περιπτώσεις το ύψος της αμοιβής των εργαζομένων, τους οποίους αφορά το παρόν κεφάλαιο, μπορεί να καθορίζεται, με απόφαση του αρμόδιου κατά περίπτωση υπουργού και του Υπουργού Οικονομικών, σε ύψος ανώτερο από το καθοριζόμενο με τη διαδικασία του νόμου αυτού.
2. Η αμοιβή για το επιστημονικό προσωπικό που εργάζεται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου σε νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου, των οποίων προορισμός είναι η έρευνα, καθορίζεται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου μέσα στα πλαίσια των αποδοχών που ορίζονται για κάθε ειδικότητα με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του εποπτεύοντος κατά περίπτωση υπουργού.

Αρχή της σελίδας
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε' - Άρθρο 21: Ποινικές κυρώσεις
1. Εργοδότης ή εκπρόσωποι αυτού, που παραβιάζουν όρους ισχύουσας συλλογικής σύμβασης εργασίας ή διαιτητικής απόφασης ή υπουργικής απόφασης, τιμωρούνται με χρηματική ποινή 200.000 δραχμών τουλάχιστον. Η διαπίστωση παράβασης γίνεται από τον αρμόδιο υπάλληλο της επιθεώρησης εργασίας, ο οποίος και υποβάλλει τη σχετική έκθεσή του στον εισαγγελέα προς άσκηση της ποινικής δίωξης.

Αρχή της σελίδας
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ' - Άρθρο 22: Μεταβατικές διατάξεις
Μέχρι να ολοκληρωθεί η συγκρότηση του σώματος μεσολαβητών και διαιτητών, και για χρονικό διάστημα το πολύ δώδεκα (12) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, η μεσολάβηση θα εξακολουθήσει να διενεργείται από τους οριζόμενους από το Υπουργείο Εργασίας υπαλλήλους, η δε διαιτητική επίλυση των συλλογικών διαφορών εργασίας από τα υφιστάμενα πρωτοβάθμια διαιτητικά δικαστήρια του ν. 3239/1955, πλην αυτών που εκκρεμούν στα δευτεροβάθμια διαιτητικά δικαστήρια κατά το χρόνο της έναρξης ισχύος του παρόντος, οι οποίες εκδικάζονται από αυτά σύμφωνα με το ισχύον μέχρι σήμερα δίκαιο, ενώ κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος.

Αρχή της σελίδας
Άρθρο 23: Καταργούμενες διατάξεις
1. Από της ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται οι διατάξεις:
α) Των άρθρων 1 έως 27, 40 ,41, 42 παρ. 2, πλην της περίπτωσης β, του ν. 3239/1955.
β) Οι διατάξεις των άρθρων 7 παρ. 1 και 2, 8 και 10 παράγρ. 1, 2, 4, 5, 8, 9, 10 ,11 και 12 του ν. 3755/1957.
γ) Οι διατάξεις των άρθρων 1 έως και 9 του ν.δ. 186/1969.
δ) Οι διατάξεις των άρθρων 1, πλην της παραγράφου 2, 2 έως και 5 και του άρθρου 10 παρ. 1 και 2 του .δ. 1198/1972.
ε) Οι διατάξεις του άρθρου 9 του ν. 549/1977.
στ) Οι διατάξεις του ν.δ. 73/1974.
ζ) Οι διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 435/1976.
2. Διατηρούνται σε ισχύ οι διατάξεις του α.ν. 435/1968.
3. Πάσα αντίθετη γενική ή ειδική διάταξη καταργείται .

Αρχή της σελίδας
Άρθρο 28: Κωδικοποίηση διατάξεων για συλλογικές συμβάσεις και διαπραγματεύσεις.
1. Με Προεδρικό διάταγμα που προτείνει ο Υπουργός Εργασίας, μπορεί να κωδικοποιηθούν σε ενιαίο κείμενο, υπό τον τίτλο «κωδικοποίηση διατάξεων για συλλογικές συμβάσεις και διαπραγματεύσεις» όλες οι ρυθμίσεις του παρόντος νόμου, του ν. 3239/55 «περί τρόπου ρυθμίσεως των συλλογικών διαφορών εργασίας, συστάσεως κ.λπ.», του ν.δ. 1198/72 «περί του τρόπου ρυθμίσεως των όρων αμοιβής και εργασίας του επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσωπικού του Δημοσίου κ.λπ.» όπως και των μεταγενέστερων νόμων που τους τροποποίησαν ή τους συμπλήρωσαν, έστω και εμμέσως. Κατά την κωδικοποίηση αυτήν επιτρέπεται η νέα διάρθρωση της νομοθετικής ύλης, η φραστική διευκρίνιση και η διόρθωση και προσαρμογή της ορολογίας, αρκεί πάντοτε να μην αλλοιώνεται η έννοια των ισχυουσών διατάξεων.
Η Κωδικοποίηση αυτή γίνεται από επταμελή επιτροπή, που συγκροτείται από απόφαση του Υπουργού Εργασίας και περιλαμβάνει ανώτερους υπαλλήλους του Υπουργείου Εργασίας και λειτουργεί εκτός ωρών εργασίας των Δημοσίων Υπηρεσιών.
Εισηγητής χωρίς ψήφο, ορίζεται υπάλληλος της Διευθύνσεως Δ3 του Υπουργείου. Επίσης στην επιτροπή μπορούν να προστεθούν και δύο επιστήμονες ειδικοί στα εργατικά κοινωνιολογικά θέματα.
2. Για τη διευκρίνιση κάθε χρήσιμης λεπτομέρειας στην εφαρμογή αυτού του νόμου, εκδίδεται απόφαση του Υπουργού Εργασίας.

Αρχή της σελίδας
Άρθρο 35: Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του νόμου αρχίζει ένα μήνα από τη δημοσίευσή του στη Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με δυνατότητα παράτασης του χρόνου αυτού κατά ένα μήνα ακόμα με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις. Ειδικά οι διατάξεις των άρθρων 17 και 18 του παρόντος ισχύουν από τη δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 7 Μαρτίου 1990

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΧΡΗΣΤΟΣ ΑΝΤ. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
Ν. ΘΕΜΕΛΗΣ

ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
Θ. ΚΑΤΡΙΒΑΝΟΣ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Γ. ΑΓΑΠΗΤΟΣ

ΕΡΓΑΣΙΑΣ
ΙΩ. ΚΟΥΚΙΑΔΗΣ

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
Κ. ΣΤΑΜΑΤΗΣ

ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ
ΘΕΟΔ. ΝΤΕΓΙΑΝΝΗΣ

ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
Γ. ΛΙΑΠΗΣ

ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
Γ. ΜΕΡΙΚΑΣ

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Γ. ΜΥΛΩΝΑΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε
η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους

Αθήνα, 8 Μαρτίου 1990

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Κ. ΣΤΑΜΑΤΗΣ

Διαβάστε περισσότερα...

Παρασκευή 20 Ιουλίου 2007

ΣΥΜΒΑΣΙΟΥΧΟΙ & όχι μόνο ΜΕΤΑΞΥ ΣΦΥΡΑΣ ( διοίκηση) & ΑΚΜΟΝΟΣ (ΟΜΕ ΟΤΕ)

ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ - ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΠΕΤ ΟΤΕ
Ιούλιος 2007
ΣΥΜΒΑΣΙΟΥΧΟΙ & όχι μόνο
ΜΕΤΑΞΥ ΣΦΥΡΑΣ ( διοίκηση) & ΑΚΜΟΝΟΣ (ΟΜΕ ΟΤΕ)

Στην πιο κατάλληλη εποχή για να διεκδικηθεί λύση στο πρόβλημα των εκτάκτων, μερικοί μερικοί βρίσκουν το κατάλληλο έδαφος να παίξουν τα παιγνίδια των κομμάτων τους.
Συνάδελφοι
Η συγκυρία είναι ευνοϊκή για διεκδικήσεις. Το ζήτημα είναι ποιος τις θέλει & ποιος τις παλεύει.
Βρισκόμαστε σε μια προεκλογική περίοδο όπου αφενός τα γκάλοπ δεν δείχνουν καθαρό νικητή, αφετέρου τα πολλαπλά οικονομικοπολιτικά σκάνδαλα και η φθορά της δικαστικής , νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας λειτουργούν ως εν δυνάμει καταλύτες αποδέσμευσης εργαζομένων από τα παραδοσιακά κόμματα, απεγκλω-βισμού αγωνιστικών διαθέσεων αλλά και επιτυχών ρηγμάτων στο αντεργατικό μέτωπο.
Αντί αυτών γινόμαστε μάρτυρες, μιας υποστολής των διεκδικήσεων από ΓΣΕΕ, όσον δε αφορά την ΟΜΕ και μιας υπονόμευσης αποφάσεων άλλων σωματείων - στην περίπτωση μας της ΠΕΤ ΟΤΕ - προκειμένου ο βάλτος ασυνεννοησίας και αδράνειας να γίνει ενιαίος και καθολικός στο χώρο του Συνδ. Κιν. στον όμιλο ΟΤΕ, ώστε τα συνδικαλιστικά κουνούπια εκ των κυρίαρχων παρατάξεων να συνεχίζουν να απομυζούν αίμα δηλ. ψηφαλά-κια απελπισμένων.
Τον Δεκέμβρη 2006 στην ΠΕΤ ΟΤΕ ψηφίσαμε με μεγάλη πλειοψηφία για ένταξη συμβασιούχων ( με συμπληρωμένο 22μηνο έως τέλος 2004) στο κανονικό προσωπικό και δεσμευτήκαμε για αγωνιστικές διεκδικήσεις. Συγχρόνως στη Συνέλευση Αντιπροσώπων το Μάρτιο 2007 ανάμεσα σε άλλες σημαντικές διεκδικήσεις θέσαμε και την πάλη για βαρέα και ανθυγιεινά στους τεχνικούς ΟΤΕ που δικαιώνονται με ανθυγιεινό επίδομα. Σοβαρότατο ζήτημα το οποίο οι δύο κύριες παρατάξεις ( ΠΑΣΚΕ ΔΑΚΕ) το απεμπόλισαν στο συνέδριο της ΟΜΕ τον Μάιο 2007 στην Τέμενη.
Για να επανέλθουμε στους συμβασιούχους.
H ΟΜΕ κάτω από την πίεση της απόφασης της ΠΕΤ, τον Μάρτιο 2007 πήρε παρόμοια απόφαση όρισε χρόνο υλοποίησης και περίμενε να παρέλθει ο καιρός, να ξεχαστεί. Η ΠΕΤ επανήλθε με επιστολή στην ΟΜΕ δείχνο-ντας καθαρά την πρόθεση μας να διεκδικήσουμε μόνη μας την λύση του προβλήματος. Έτσι η ΟΜΕ στριμωγ-μένη αλλά μόνο για το φόβο των ιουδαίων, έκανε συνάντηση με τη διοίκηση του ΟΤΕ, χωρίς να μπορεί και να θέλει να καταλήξει οπουδήποτε.
Με απόφαση του Δ.Σ ΠΕΤ ΟΤΕ καταλήξαμε δίνοντας κάποιο χρόνο στην Ομοσπονδία να προβούμε σε εξώδικο στη διοίκηση του ΟΤΕ, και με βάση την απόφαση του Δεκεμβρίου 2006 να προχωρήσουμε με αγωνιστικές κινητοποιήσεις στη λύση του προβλήματος των συμβασιούχων. Από εδώ αρχίζει καινούργιος γύρος του παραλόγου. Μεσολάβησε η ετήσια συνέλευση μετόχων του οργανισμού και η ασυντόνιστη συγκέντρωση της ΟΜΕ στο μέγαρο, η προκλητική αύξηση αποδοχών Βουρλούμη, η πώληση ποσοστού ΟΤΕ χωρίς νανοίξει μύτη, καθώς και η μονομερής απόφαση του Διευθύνοντος σχετική με συμβασιούχους η οποία άφηνε στο διευθυντικό δικαίωμα την κάλυψη τακτικών θέσεων από συμβασιούχους χωρίς αρχές & όρια.
Ακολούθησε την ΤΡΙΤΗ 3-7-07 εκτελεστική επιτροπή στην ΠΕΤ προκειμένου να προχωρήσουμε στην υλοποίηση της απόφασης μας. Η εκτελεστική διακόπηκε για την άλλη ημέρα ΤΕΤΑΡΤΗ 4-7-07 και ενώ φαινόταν πως μπορούσαμε να προχωρήσουμε ξαφνικά η συνεδρίαση δεν έγινε με το αιτιολογικό πως η ΟΜΕ την ίδια ημέρα στις 2 μ.μ θα συνεδρίαζε με το ίδιο θέμα για οριστικές αποφάσεις. Φυσικά κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Τρομαγμένοι οι εκπρόσωποι των κυρίαρχων παρατάξεων βοηθούμενοι και από άλλες συνδ. δυνάμεις έβαλαν μπροστά το σχέδιο απεμπλοκής από κάθε αγωνιστική, αποφασιστική δράση.
Είναι "φυσικό".
Η μεν ΠΑΣΚΕ σαν παράταξη του ΠΑΣΟΚ δεν επιθυμεί καμία λύση. Τόσα χρόνια στην κυβέρνηση αν ήθελαν θα το είχαν τακτοποιήσει. Η δε ΔΑΚΕ βολεύεται από τη λύση Βουρλούμη, καθώς στη δύσκολη προεκλογική περίοδο θα μπορούν να τάζουν σε όλους αφήνοντας τα μάγια να τα λύσουν οι Γενικοί Διευθυντές. Όσο για την ΕΣΚ? Βάζοντας σαν σύνθημα "όλοι οι συμβασιούχοι εδώ και τώρα τακτικό προσωπικό" ικανοποιεί τα ώτα και ας μη λυθεί το πρόβλημα ποτέ προκειμένου να έχουμε συνθήματα να φωνάζουμε.
Συνάδελφοι.
Σε μια καλή συγκυρία κινδυνεύουμε να χάνουμε. Αν προεκλογικά δεν κερδίζουμε τι περιμένουμε? Είμαστε υποχρεωμένοι όμως να βγάλουμε τα συμπεράσματα μας.
Ο συνδικαλισμός της συναλλαγής έχει τελειώσει ανεπιστρεπτί. Χρειαζόμαστε έναν άλλο στη βάση της αλήθειας της εργατικής δημοκρατίας και της συνδικαλιστικής αυτονόμησης από κόμματα εργοδοσία και ατομικά συμφέροντα.

Διαβάστε περισσότερα...

Παρασκευή 25 Μαΐου 2007

ΔΟΜΗΜΕΝΑ ΠΡΙΜ , ΔΟΜΗΜΕΝΑ ΟΜΟΛΟΓΑ , ΑΔΟΜΗΤΟ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ?

ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ – ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ

ΔΟΜΗΜΕΝΑ ΠΡΙΜ Μάιος 2007
ΔΟΜΗΜΕΝΑ ΟΜΟΛΟΓΑ
ΑΔΟΜΗΤΟ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ?

Συνάδελφοι, συναδέλφισσες
Μετά το δομημένο ομόλογο που αγόρασε το ΤΑΠ/ΟΤΕ, η διοίκηση του ΟΤΕ θεώρησε καλό να προχωρήσει η ίδια στην έκδοση δομημένων πριμ. Ευχαριστημένη που «έπιασε» τους στόχους και άλλη μια χρονιά θα το παίξει διοίκηση, συγχαίρει εαυτούς και αλλήλους λαδώνοντας με αρκετές δεκάδες χιλιάδες ευρώ το αντεράκι τους.
ΤΟΥΣ ΑΞΙΖΕΙ & ΒΡΑΒΕΙΟ ΝΟΜΠΕΛ ΑΛΧΗΜΕΙΑΣ.
Με περισσή ευκολία βαφτίζουν το κρέας ψάρι και προχωρούν.
Μέλημα τους δεν είναι μόνο η αλλαγή των εργασιακών σχέσεων. Αυτό το πετυχαίνουν και το προωθούν με άλλους χίλιους τρόπους, αφού εξάλλου το προβλέπει και η τελευταία τροπολογία για τον ΟΤΕ.
Πλιατσικολογούν. Θέλουν μερικές χιλιάδες ευρώ ακόμη πέραν των δικαιωμάτων προαίρεσης. Εκ των πραγμάτων αναγκάζονται να μοιράσουν ένα τμήμα των λαφύρων στη μάζα των τεχνιτών, αφενός για να δικαιολογήσουν τα δικά τους ευκολότερα και αφετέρου για να δημιουργήσουν αυλές με την ανισοκατανομή. Βάζουν και την αξιολόγηση στην ημερήσια διάταξη.
Οι εργαζόμενοι αγαναχτούμε. Αλλά μέχρι εκεί.
Οι παρατάξεις λιγότερο η περισσότερο ίσως και για το φόβο των Ιουδαίων(ψήφων) μιλάνε για ισοκατανομή. Αλλά μέχρι εκεί.
Τα συνδικάτα και η ΟΜΕ βγάζουν 2-3 άναρθρες κραυγές και μετά αλλάζουν πλευρό και ρυθμούς στο ροχαλητό. Η ΟΜΕ θα δώσει εντολή στο υπηρετούν προσωπικό της να τοποθετηθεί η ανακοίνωση των πρίμ μαζί με τις ανακοινώσεις του 2003, τους συμβασιούχους και λοιπά.
Το πρόβλημα όμως παραμένει. Άταφο το πτώμα μυρίζει.
Και εμείς αναρωτιόμαστε:
Πρέπει να συνηθίσουμε στη δυσοσμία?
Να αρκεστούμε σε όσα μας δίνουν?
Καλυπτόμαστε με ανακοινώσεις διαμαρτυρίας που μεταθέτουν τη λύση στη δευτέρα παρουσία?
Άραγε εμείς οι πολλοί έχουμε δίκιο?
Εμείς που αγαναχτούμε είμαστε ικανοί να διεκδικήσουμε και να κερδίσουμε?
Συνάδελφοι, συναδέλφισσες
Το πρόβλημα δεν είναι απλά στο ποσό των χρημάτων του πρίμ. Μια κίνηση της εργοδοσίας δημιουργεί πρόβλημα και όχι προβληματισμό. 50-100-200 ευρώ είναι ικανά να διαλύσουν την αλληλεγγύη μας, τη συλλογικότητα μας, προσθέτοντας έναν ακόμη κρίκο στη μακριά αλυσίδα της ατομικότητας .
ΑΣ ΜΗ ΤΟ ΕΠΙΤΡΕΨΟΥΜΕ
Κι αν τα σωματεία και η ΟΜΕ δεν θέλουν και δεν μπορούν, μπορούμε εμείς.
Με ευθύνη των Τοπικών Διοικουσών των σωματείων μας, ας ανοίξουμε τα χαρτιά μισθοδοσίας μας όλοι όσοι αισθανόμαστε συνάδελφοι. Ας κρατήσουμε μόνο το αναλογούν στην εφορία και σε κρατήσεις (περίπου 50%), και το υπόλοιπο να διατεθεί σε όλους για όλους πρώτα και κύρια στους συμβασιούχους με πνεύμα ισονομίας. Έτσι θα αποδείξουμε τι βάζουμε πάνω από φωνές και λόγια.
Δεν αρκεί να είμαστε οι πολλοί. Ούτε να έχουμε δίκιο. Την ποσότητα και το δίκιο μας πρέπει να τα δέσουμε με την αλληλεγγύη, τη συλλογικότητα, την ενότητα μας. Αυτά οφείλουμε να καταχτήσουμε και να αναδείξουμε. Ιδού η Ρόδος Ιδού και το πήδημα.

ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ - ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ

Διαβάστε περισσότερα...

Τετάρτη 25 Απριλίου 2007

Η Μεγάλη Βδομάδα πέρασε, όπως επίσης και το Πάσχα

ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ – ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ – ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ Εργαζομένων στον Όμιλο ΟΤΕ

Απρίλης 2007


Η Μεγάλη Βδομάδα πέρασε, όπως επίσης και το Πάσχα... Όμως Aνάσταση εμείς οι εργαζόμενοι δεν κάναμε ακόμη. Από τη μια μεριά, οι συνεχόμενες αλλαγές στα εργασιακά του ΟΤΕ, προκειμένου να πουληθεί στους λεγόμενους θεσμικούς επενδυτές. Από την άλλη, η απίστευτη «βουταρία» στα ασφαλιστικά ταμεία. Βέβαια συνέπεσε και η «βουταρία» στο μετοχικό σώμα του ΟΤΕ από τους γνωστούς και μη εξαιρετέους στη, μηδέποτε γενόμενη, συνέλευση μετόχων τη Μ. Τρίτη (!!) στο Ιντερκοντινένταλ. Και η λεηλασία ολοκληρώθηκε με το σκάνδαλο της αγοράς «δομημένου» ομολόγου από το ταμείο μας ΤΑΠ-ΟΤΕ, που, ενώ έχει τεράστια ελλείμματα, βρήκε τα χρήματα να τα δώσει σε κερδοσκόπους.

ΣΕΜΝΑ ΚΑΙ ΜΕΤΡΗΤΑ

Το σύνθημα των ημερών γίνεται πράξη παντού στην Ελλάδα. Μια χούφτα τραπεζιτών αλλά και χρηματιστών κατευθύνουν την πολιτική και οικονομική ζωή στην πατρίδα μας, μεταφέροντας τον πλούτο που παράγουμε, στα νησιά Κειμάν, στο Λονδίνο, στη Ν. Υόρκη. Μην έχοντας άλλο δρόμο ετοιμάζονται και ολόκληρες επιχειρήσεις να μεταφερθούν στο εξωτερικό, ώστε να ολοκληρωθεί ο εξευτελισμός μας.
Στους παλιούς εργαζόμενους των σταθερών(;) εργασιακών σχέσεων δείχνουν τους άνεργους, τους απασχολήσιμους, τα 600 €, ώστε να μας κάμουν όλους ένοχους, συνένοχους. Ποιοι; Οι πονηροί με τις περιφερόμενες γαλάζιες ή πράσινες γραβάτες στην κερκίδα του νεοφιλελευθερισμού. Είναι οι ίδιοι που έστησαν το πάρτι του 1999 στο χρηματιστήριο, που έφτιαξαν τις πειρατικές εταιρείες τηλεπικοινωνιών, που συμμετείχαν στην αγορά-σκάνδαλο του Γερμανού, στο ομόλογο του ΤΑΠ-ΟΤΕ…
Έχουμε χρέος να αντιδράσουμε. Όχι μόνο για να μη τα χάσουμε όλα, αλλά και γιατί οφείλουμε να παραδώσουμε ποιότητα ζωής στην επόμενη γενιά. Και αυτό, μόνο μέσα από τους αγώνες και την αλληλεγγύη των εργαζομένων μπορούμε να το πετύχουμε.

Συνάδελφοι/σες
Προερχόμαστε από μια μακριά περίοδο απεργιακών κινητοποιήσεων. Τα ποσοστά συμμετοχής και ο αγωνιστικός τους παλμός έδειξαν ότι οι εργαζόμενοι στον Όμιλο ΟΤΕ και μπορούμε και αντέχουμε. Αρκεί η κατάλληλη προσπάθεια και αποφασιστικότητα στα συνδικαλιστικά όργανα. Σε αυτούς τους αγώνες απομονώθηκαν τόσο οι απεργοσπαστικές τακτικές —υπόγειες και φανερές— όσο και οι τακτικές παρατάξεων που έφτασαν μέχρι τη δημιουργία διασπαστικού σωματείου (ΕΣΚ) προκειμένου να αποφύγουν τη μετωπική σύγκρουση με την Κυβέρνηση. Από την άλλη, για άλλη μια φορά η γαλαζοπράσινη πλειοψηφία της ΓΣΕΕ έλαμψε με την απουσία της. Κανένας συντονισμός, καμία ουσιαστική βοήθεια. Η ΓΣΕΕ δεν είναι γραφείο τύπου του Συνδικαλιστικού κινήματος, ούτε ιδιοκτησία της ΠΑΣΚΕ ή της ΔΑΚΕ.
Δεν μπορεί να ανήκει σε κόμματα και παρατάξεις. Πρέπει να παλεύει για το συντονισμό στη δράση όλων των εργαζομένων.


Ο ΑΓΩΝΑΣ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Τίποτα δεν έχει κριθεί. Πρέπει να συνεχίσουμε. Τα εργασιακά, το ασφαλιστικό, η παιδεία, η αντίθεση στις κινητοποιήσεις ενώνουν τους εργαζόμενους. Ήρθε η ώρα, εμείς οι πολλοί, να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις των λίγων αποφασιστικά με:
• Συνέχιση των κινητοποιήσεων μας
• Συντονισμό με άλλες Ομοσπονδίες των ΔΕΚΟ και κοινωνικούς φορείς.
• Εκμετάλλευση κάθε μορφής αγώνα (προσφυγές στα ελληνικά και ευρωπαϊκά δικαστήρια, στο Διεθνές Γραφείο Εργασίας κ.λ.π.), ενημερώσεις, συνεντεύξεις κτλ.
• Συνελεύσεις - συγκεντρώσεις ανά νομό, πορείες , ενημερώσεις των τοπικών παραγόντων
• Απεργιακές κινητοποιήσεις τέτοιας μορφής που με το μικρότερο οικονομικό κόστος για τους εργαζομένους θα αποδιαρθρώνουν τη λειτουργία του Οργανισμού.

Συνάδελφοι/σες
Η πρωτομαγιά του 2007 μπορεί και πρέπει να γίνει αφετηρία αγωνιστικής ανάτασης σε συνδικάτα και εργαζόμενους.

Με αγωνιστικούς χαιρετισμούς

ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ – ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ – ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ
Εργαζομένων Ομίλου ΟΤΕ

Διαβάστε περισσότερα...
 

blogger templates | Make Money Online